13.01.2022 Views

Περιοδικό ΕΚΦΡΑΣΗ 28

Create successful ePaper yourself

Turn your PDF publications into a flip-book with our unique Google optimized e-Paper software.

Περιοδικό “Εκφραση”

Διανέμεται δωρεάν

Τεύχος 28 - Ιανουάριος 2022 - ΑΡΤΑ



Έκφραση

3

Η λέξη του 2021

Γράφει η Κατερίνα Σχισμένου

Ως λέξη του 2021 με τις περισσότερες αναζητήσεις

σύμφωνα με το Λεξικό Cambridge είναι η λέξη

«Perseverance», δηλαδή επιμονή. Αλήθεια

δείξαμε επιμονή μέσα στο 2021 και την στέψαμε

ως λέξη του΄21...

Ξέρω πως γιορτάσαμε κάπως τα 200 χρόνια από

το δικό μας ΄21 και σίγουρα εάν υπήρξε ‘21 αυτό

έγινε με τη δική τους επιμονή εκείνη την εποχή

από τους δικούς μας ανθρώπους που τώρα τους

βαφτίσαμε ήρωες και προγόνους μας αλλά τότε

τους κυνηγήσαμε και τους φυλακίσαμε και στην

καλύτερη περίπτωση πέθαναν πάμφτωχοι εάν

δεν πέθαναν στην φυλακή χαρακτηρισμένοι ως

προδότες. Η δική τους επιμονή τελικά νίκησε.

Επιμονή για μια καθημερινότητα που δεν ήταν

καθόλου εύκολη και δεν πρέπει να την κοιτάμε

μόνο από τη δική μας οπτική αλλά και από την

οπτική και άλλων γενιών που τελικά με επιμονή

κέρδισαν και την τηλεκπαίδευση και τον εγκλεισμό

και θα κληθούν να γίνουν οι μελλοντικοί πολίτες

του δικού μας κόσμου.

Επιμονή για την επιβίωση κάθε είδους και κάθε

μορφής να νικηθεί μια πανδημία που ίσως

μας έφερε πιο κοντά εάν δεν μας διαχώρισε σε

στρατόπεδα εμβολιασμένων και ανεμβολίαστων,

αρνητών και μη- αρνητών, η επιμονή τελικά

υπάρχει και στις δύο πλευρές και καθώς φαίνεται

θα συνεχίσει να υπάρχει.

κοινωνικά στερεότυπα και πρακτικές που τελικά

επιμένουν. Εμείς με επιμονή θα συνεχίζουμε να

πολεμάμε όλα αυτά τα πατριαρχικά κατάλοιπα που

με επιμονή αποδείχτηκαν πως δεν είναι κατάλοιπα

αλλά ενεργές συμπεριφορές της σύγχρονης

πατριαρχικής μας κοινωνίας.

Επιμονή στο νέο και αδοκίμαστο, στο φερμένο

απ΄αλλού, στα νέα κύματα και ανέμους στα νέα

σκαριά που θα διασχίσουν τις ζωές μας με το νέο

χρόνο καθώς το ΄21 χωρίς επιμονή μας αφήνει, στα

νέα βιβλία και ποιήματα, στους νέους στόχους και

πορείες μας. Επιμονή στην πρόοδο που η NASA

με το Perseverance Rover έκανε την κάθοδο του

στον Άρη στις 18 Φεβρουαρίου 2021.Με επιμονή

να μην δεχόμαστε τη μασημένη τροφή και τις

επαναλήψεις κανενός που θέλει να επιβάλλει την

αισθητική του και τη γνώση του φυσικά για δικό

του όφελος και μόνο. Με επιμονή θ΄αντισταθούμε.

Και αν θελήσουμε να ορίσουμε τη λέξη είναι η

«συνεχιζόμενη προσπάθεια να γίνει ή να επιτευχθεί

κάτι, ακόμη και όταν αυτό είναι δύσκολο ή παίρνει

πολύ χρόνο». Μπορεί να μας πάρει χρόνο, ίσως

και χρόνια αλλά η επιμονή είναι γενναία λέξη με

διάρκεια. Με επιμονή λοιπόν στην αγάπη, ειρήνη

και πρόοδο.

Καλή χρονιά σε όλους μας.

Με επιμονή.

Επιμονή να κοιτάμε το μέλλον με αισιοδοξία παρά

την επιμονή κάποιων να βλέπουν τις γυναίκες

σαν ένα χτύπημα στο κεφάλι και ένα γλίστρημα

στη σκάλα που με επιμονή πάλι θα λύνουν

μ΄αυτόν τον τρόπο τις αδυναμίες τους και την

βαρβαρότητα που θα κουβαλούν αλλά και τα


4 Έκφραση

αυτοβιογραφία

Φρίντα Κολοβού -Μήτσιου

Αν οι λέξεις επηρεάζουν τα πράγματα

(σύμφωνα με την αρχή «τίποτε δεν

υπάρχει, αν δεν ονοματιστεί»), τότε το όνομα

επηρεάζει αυτόν που το φέρει, από την

ημέρα της βάπτισής του μέχρι το τέλος. Από

κάπου εδώ αρχίζει το δικό μου μικρό δράμα.

Γεννήθηκα λίγο μετά τον τελευταίο μεγάλο

πόλεμο και μου ‘λάχε για νονός απ’ το

πουθενά, σύντροφος του πατέρα μου στο

μέτωπο, χρόνια χαμένος σε νοσοκομεία της

Γερμανίας, ξεχασμένος ακόμα κι από τους

δικούς του και αναπάντεχα επανεμφανισθείς

μετά από χρόνια. Βρήκε τον παλιό του

συστρατιώτη παντρεμένο με μικρό κορίτσι

αβάπτιστο, εμένα. Αποφασίστηκε να με

βαφτίσει αυτός. Όνομα; Της Γερμανίδας νοσοκόμας

που αγάπησε με έρωτα βαρύ και

ανανταπόδοτο. Φρίντα. Ο πατέρας μου δεν

είχε αντίρρηση. Ήδη την αδελφή του την είχαν

βαφτίσει Οφηλία. Έλα όμως που η γιαγιά

μου, παρόλο που άκουγε στο γλυκύτατο

όνομα Φωτεινούλα, ήταν κεφάλι αγύριστο.

Όταν ο παπάς, μετά από κάποιους δισταγμούς,

είπε «και το όνομα αυτής Φρίντα», η

γιαγιά έκλεισε την πόρτα της εκκλησίας και

απαίτησε να προσθέσουν και το «Φωτεινή»

αλλιώς δεν θα έβγαινε κανείς από κει μέσα.

Αρκάδι θα γίνει, δήλωσε.

Έτσι βρέθηκα ένα μωρό φορτωμένο με

δύο ονόματα, άκρως αντίθετα στο άκουσμα.

Το ένα με τα ρο και τα ταυ, σκληρό και

τολμηρό, ίσως και μοιραίο, να θυμίζει Λιλή

Μαρλέν ως εμβατήριο (γιατί στην ουσία εμβατήριο

είναι), το άλλο με τα λάμδα, τα νι

και τα άλφα, να λάμπει γλυκό και υποτακτικό.

Η γιαγιά μου μ’ έλεγε Φ ώ τω , ο παππούς

μου φωτεινούλα και όλοι οι άλλοι Φρίντα,

το οποίο και επικράτησε, καθώς οι άλλοι

ήταν μακροβιότεροι των γερόντων.

Μεγάλωσα. Εξωτερικά είμαι και φαίνομαι

και φέρομαι σαν Φρίντα. Μέσα μου,

πολύ βαθιά, η Φωτεινούλα, άντε η Φ ώ τω το

πολύ, δειλά πάει να πει το λόγο της, να βρει

έναν τόπο να υπάρξει. Και μη σας ξεγελάει

το γλυκό το λάμδα της και το καμπανιστό το

νι. Ούτε το φι το σιωπηλό. Το φως είναι και

φωτιά, Το Αρκάδι της βάβως μου της Φώτως

είναι απειλή υπαρκτή. Κάποτε με κατακλύζει,

ποτάμι πύρινο που θα τα κάψει όλα.

Δεν ξέρω αν μπορείς να καταλάβεις. Για

μένα η κατάσταση είναι περίπου σχιζοειδής.

Ας μην το βαρύνω άλλο. Στο βιβλίο που

ίσως προλάβω να γράφω , θέλω να φαίνονται

και το Φρίντα και το Φωτεινή, αξεχώριστα

και αγκαλιασμένα ή αντιμέτωπα σε

μια εξοντωτική διελκυστίνδα επικράτησης,

ή και τα δύο. Θα δείξει. Τότε θα ‘χει νόημα

και αυτό το βιογραφικό__


Έκφραση

5

Ρήγματα

Είσοδος

Κάποτε η φύση

Μπαίνει η μέρα

Μου μιλάει

από υλικά κατεδαφίσεων

τα φύλλα των δέντρων

με μια λάμπα θυέλλης

αναπνέουν,

στο περβάζι’

τα χορτάρια κυματίζουν, με σώματα και πρόσωπα,

το έδαφος μαλακώνει

αδέσποτα των δρόμων

κάτω από τα πόδια μου. όλο ψιθύρους

Κάποτε νιώθω πως είμαι κι απουσιολόγια’

μέρος ενός όλου

Μπαίνει η μέρα

σε έναν κόσμο χωρίς Εγώ γεμάτη

που θα συνεχίσει να γυρίζει παλιές φωτογραφίες

χορτασμένος οράματα,

με τα δάση των ιστοριών

ρήγματα,

κίτρινα και σκονισμένα’

φωτεινή ομορφιά –

Από υποσχέσεις που

σπιθαμή προς σπιθαμή

Δεν τήρησα ποτέστα

χαμένα του ίχνη.

Γράφει η Λίνα Φυτιλή, Βόλος

Ποιήτρια : Φυτιλή Λίνα

Μεσάνυχτα θυμόσουν

λόγια προγονικά που

έπαιρνε ο αέρας

μέσα σε φώτα λαμπερά

τυφλή αγάπη και ψιθύρους.

Μα δεν ήσουν σίγουρος

μες στο όνειρό σου

καθώς μια γλώσσα

από λοξή βροχή

ράπιζε το βαθύ σκοτάδι

κι οι ποιητέςμε

σπλαχνικά τρυπημένα

τα μάτιαέψαχναν

το άστρο τους

μέσα στη νύχτα

εκείνο το τυχερό

και σπάνιο

της Βηθλεέμ

Ισόβιο πρόσωπο, Μελάνι, 2019


6 Έκφραση

ΕΦΗ ΝΤΑΣΚΑΓΙΑΝΝΗ

Αντί βιογραφικού

Κουκκίδες

Μικρή μέτραγα χώρες

στο ταβάνι προτού κοιμηθώ .

Τις περπατούσα στον ύπνο μου.

Τώρα στον χάρτη κόκκινες κουκκίδες

εκεί όπου στάθηκα βορρά και νότο.

Μπραζίλια, Τόκιο, Σρι Λάνκα,

Ίντια, Ρόμα, Καζαμπλάνκα...

Εκεί όπου τα τραγούδια κι οι λυγμοί του κόσμου

σμίγουν με το παράπονο του μουεζίνη.

Πέρα στο ρυζοχώραφο, όπου κοπάδι οι πάπιες

κινούν γραμμή πίσω απ’ του γέρου το καλάμι.

Τραχιά στη γλώσσα τής ερήμου η άμμοςμα

η απαντοχή δροσιά στα στέρφα χείλη.

Ο φάρος μου... τα μάτια σου.

Προτού καν γεννηθώ .

Προτού να μάθω χώρες να μετράω .


Έκφραση

Εισαγωγή

Η Ήπειρος κατά περίεργο τρόπο παρουσιάζει

πάρα πολλά σλαβικά τοπωνύμια . Έχουν

μετρηθεί γύρω στα 400. Τώρα αν όλα αυτά

είναι σλαβικά ή όχι θέλει συζήτηση . Σαφώς

υπάρχουν και λέξεις δάνεια ή προήλθαν από

παραφθορά. Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα

με την σειρά.

Οι Σλάβοι εγκαταστάθηκαν σε περιοχές

ημιορεινές και όχι σε αστικά κέντρα καθότι

τα αστικά κέντρα μνημονεύονται σχεδόν

όλα με τα ονόματα τους και σαν πόλειςφρούρια

της Αυτοκρατορίας. Αντίθετα, αν

και ο πληθυσμός είχε αραιώσει πολύ , παλιοί

ντόπιοι προτίμησαν να αποσυρθούν πιο

ψηλά σε πιο ασφαλή μέρη. Οι νέοι έπικοι

οργανώθηκαν σε Σκλαβηνίες ή Ζουμπανίες-

Ζάντρουγκες. ΣτηνΉπειρο φαίνεται να

υπήρχε μόνο η Σκλαβινία των Βαϊνούτων ή

Βαγενεντία , ενω αναγκαστικά θα υπήρχαν

διάσπαρτες Ζουμπανίες/ Ζάντρουγκες δηλ.

οικισμοί με φύλαρχο (Ζουμπάνο). Σε αντίθεση

με τις Σκλαβηνίες που ήταν καθαρά θύλακες

Σλάβων οι Ζουμπανίες / Ζάντρουγκες θα

πρέπει να υπολογίσουμε πως ήταν οι πρώτοι

που αναμείχθηκαν εξ ανάγκης και με ντόπιους

και στην περιοχή του Ασπροποτάμου με

Βλάχους και όποιοι άλλοι ήταν ακόμη μαζί.

Γεγονός είναι , ότι η επίκοιση των Σλάβων

άλλαξε το δγμογραφικό πρόβλημα του τόπου,

το οποίο είχε προκύψει απ όλες τις επιδρομές

των Βαρβάρων και επιδημιών.

Εξετάζοντας την περιοχή του Ραδοβιζίου

θα δούμε όντως μια σειρά από σλαβικά

τοπωνύμια. Τώρα αν τα τοπωνύμια αυτά

προέρχονται από την πρώτη επέλαση των

Σλάβων είναι και αυτό ένα καλό ερώτημα.

Επικρατεί βέβαια όλο και περισσότερο η

άποψη, πως κατά πάσα πιθανότητα είναι της

περιόδου της εξάπλωσης του Βουλγαρικού

κράτους και όταν επιβλήθηκε η σλοβονική

γλώσσα στην εκκλησία. Γιαυτό και έχουμε και

σλαβοποιημένα τοπωνύμια , τωνοποίων κύριο

χαρακτηριστικό είναι οι καταλήξεις -ίτσα

και -οβο, που ανήκουν σε άλλες γλώσσες δηλ

Ελληνική, Αλβανική/Αρβανίτικη και Βλάχικη.

Έτσι για παράδειγμα η Βλαχέρνα γίνεται

Βλαχερνίτσα /Βλαχερεντισα ή το Κεράσοβο

που υπάρχει εκδοχή να ονομάζονταν Κέρασος

ή Κερασιά . Αν ήταν σλαβικό θα ονομάζονταν

черешня+οβο δηλ Τσεράσοβο ή στα βλάχικα

τσιρέοβο > τσερεσοβο > τσεράσοβο.

Τα σλαβικά αυτά τοπωνύμια μπορούν να

χωριστούν σε δύο κατηγορίες: (α) κύρια

ονόματα: οικωνύμια, τοπωνύμια, ορωνύμια,

υδρωνύμια, φυτώνυμα τοπωνύμια,

ανθρωπωνύμια και (φυλετικά κυρίως)

7


8 Έκφραση

εθνωνύμια (εξωνύμια, ενδωνύμια ή εσωνύμια)·

(β) δάνεια προσηγορικά (ή κοινά ονόματα)

στη μεσαιωνική και νέα ελληνική γλώσσα.

Τα τοπωνύμια σε ορισμένες περιπτώσεις,

είναι σαφείς μαρτυρίες για

τη γλώσσα των πρώτων

ονοματοθετών. Όμως, με

τις δημογραφικές αλλαγές

που υπέστη ο τόπος στην

πάροδο του χρόνου έχουμε

επιπρόσθετα στοιχεία

για τις γλώσσες των

μεταγενέστερων κατοίκων

ακόμη και προσμίξεων. Ο

πρώτος που ασχολήθηκε

με τα σλαβικά τοπωνύμια

της περιοχής της Ηπείρου

και το Ραδοβύζι, που

εδώ εξετάζουμε είναι ο

Γερμανός Μαξ Βάσμερ.

Με εξαίρεση κάποιων

λαθών που παρέβλεψε

πιστεύω τον λατινικό ή

αρβανίτικοαλβανικό στοιχείο στα 95% κατά

την άποψη μου οι ερμηνείες του είναι σωστές.

Μιας και σε προηγούμενη εργασία, έχω

τοποθετηθεί στο θέμα των Σλάβων , εδώ θα

προσπαθήσω μόνο να αναλύσω τα σλαβικά

τοπωνύμια τη περιοχής.

• Ραδοβίζι ή Ραδοβύζι. Το τοπωνύμιο

το συναντώ για πρώτη φορά στα

Οθωμανικά φορολογικά κατάστιχα του

Γέφυρα Κοράκου, απο παλιά φωτογραφία του

βιβλίου , Δημήτρης Καρατζένης, Η μάχη του

Σέλτσου

1490 και 1530. Είναι ένας από τους

πέντε δήμους, του καζα της Άρτας σαν

Nāhiye Radoviz. Το Τοπωνύμιο δείχνει

να είναι σλαβικής προέλευσης από

το rad=ευτιχισμένος,

τυχερός, ευλογημένος

και σαν τοπωνύμιο

Radoviš -Радовиш

να σημαίνει τόπος

ευλογημένος, πλούσιος

κτλ. και με την ίδια

έννοια να είναι και

κυριόνομα σε ιδιοκτησία

κάπου Ράντου. Και

στην ρουμάνικη το

όνομα Ράντου είναι

σλαβικής προέλευσης.

Με την ίδια σημασία

στις σλαβικές γλώσσες

υπάρχουν ονόματα

Rado, Radovan, Radovid

ενώ στα τοπωνύμια

συναντάμε στην Βόρεια

Μακεδονία το Ροδοβίζι/Радοвиш, 3

τοπωνύμια Radov στην Τσεχία, υπήρχε

το Ράδοβο στο Σιδηρόκαστρο, το

Ραδοβίζι Ιωαννίνων.

Κατά τον Δασολόγο Παναγιώτη

Γρίσπο στην μελέτη του Δασική

Λαογραφία, την οποία παρουσίασε

στην Ηπειρωτική εστία το 1970, τεύχος

223-224, Το τοπωνύμιο Ραδοβίζι είναι

όνομα φυτού αλλά δυστυχώς δεν

αναφέρει τι φυτό. Μια θεωρία που δεν

πρέπει να αποκλειστεί.

Μια παραπέρα θεωρία, πως το Ραδοβύζι

σημαίνει τόπος παλικαριών, προφανώς

από ένα επίλεκτο τάγμα του Πολωνού

RadovidV που είχε ιδρύσει τον 13ο

αιώνα, δεν ξέρω, πόσο θα μπορούσε να

είχε φτάσει εδώ με τους Σέρβους και να

είχαν κάποια επίλεκτη μονάδα σε αυτό

το σημείο. Πάντως όλα δείχνουν, πως


Έκφραση

9

το τοπωνύμιο θα πρέπει να προέρχεται

από την συγκεκριμένη περιοχή, το

οποίο στη συνέχεια κράτησαν Αλβανοί

, Τόκκοι και τέλος οι Τούρκοι και φτάνει

ως σήμερα.

• Τσερκίτσα (Κλειδί) : Το τοπωνύμιο

Τσερκίτσα ἢ Συρκίστα Το τοπωνύμιο

το συναντάμε στα πρώιμα Οθωμανικά

φορολογικά κατάστιχα σαν Kato-

Gırçişte ενώ ο Σεραφείμ κάνει λόγου περί

παλαιού οικισμού και είναι γνωστό από

το χειρόγραφο του Πεντηκοσταρίου,

ότι κατοικούνταν παλαιότερα από 300

περίπου χριστιανικές οικογένειες .

Προφανώς είναι ένα από τα αταύτιστα

των φορολογικών καταστίχων του

1480 και 1530 ενώ ελπίζω σε άλλο

φορολογικό κατάστιχο να υπάρχουν

περισσότερες πληροφορίες. Το

τοπωνύμιο κατά την γνώμη μου είναι

σλαβικής προέλευσης και με βάση τον

Μαξ Βάσμερ στο*Cr̥kъvica, έχουμε το

ουσιαστικό “crьky, -ъve“ δηλ »Kirche«.

Esseierinnert Στην Βουλγαρία θα β

ούμε τα τοπωνύμια Čerkvata, Cъrkva,

Čerkovica , στην Τσεχία το Čerkov,

στην Ευρυτανία η Τσερκοβοπτελιά και

στην Πέλλα βρίσκουμε το τοπωνύμιο

Τσερκόβιανη. Δικαιολογημένο το

τοπωνύμιο λόγω της εκεί ευρισκόμενης

μονής.

• Βελεντζικό. Το Βελεντζικό το

συναντάμε ήδη στα πρώιμα Οθωμανικά

φορολογικά κατάστιχα τόσο του 1480

όσο και του 1530 σαν “Velaniçko”. To

τοπωνύμιο κατά την άποψη μου είναι

σλαβικής προέλευσης αν και δεν το

εχω προσδιορίσει ακριβώς, πιστεύω,

πως βρίσκουμε μέσα το επίθετο –

βέλικι = μεγάλο ίσως με την έννοια του

“μεγάλου χωριού’ και κατά δεύτερη

πιθανότητα να έχουμε το επίθετο

bel=άσπρο δηλ Ασποχώρι. Στην

αναζήτηση παρόμοιων τοπωνυμίων

το συναντώ σαν όνομα Veličko από

το παλιοσλαβικό Velko=μεγάλος.

Τοπωνύμιa με επιθετικό προσδιορισμό

το Velko – Velichi υπάρχουν πολλά στις

σλαβόφωνες χώρες.

• Μπηλιανά ή Μηλιανά.To τοπωνύμιο

απαντάτε στα πρώιμα Οθωμανικά

φορολογικά κατάστιχα του 1530 σαν

Melisane [Melyana]. Με βάση τον Μάξ

Βάσμερ θα μπορούσε να συγκριθεί με

το σλαβικό *Běljany ή το παλιοσλαβικό

Běljane. Και δω έχουμε το επίθετο

bel=άσπρο. Συγκριτικά έχουμε τέτοια

τοπωνύμια στην Σερβία Beljani, στην

Βουλγαρία Běljanovo, Běljanovec,

στην Πολωνία Bielany στην Τσεχία

Bílany.

• Bρεστενίτσα ή Βρεσθενίτσα (Πηγές

Άρτας), όπως τήν αποκαλεί Ζώτος ο

Μολοσσός στις Ηπειρωτικές Μελέτες

1876, τεύχος 1, Σελίδα 18. Κατά τον

Βέη ( Byz.-Ngr. JahrbücherIV 364)

το τοπωνύμιο εμφανίζεται στον 16ο

αιώνα σαν “ΒΟΥΣΤΕΡΝΙΤΣΑ”.

Ο Μάξ Βάσμερ δεν αποδέχεται το

Βουστερνίτσα αλλά τα δύο πρώτα,

μιας και είναι κοντά το ένα στο άλλο.

Στα Οθωμανικά κατάστιχα του 16ου

αιώνα, φορολογικό κατάστιχο 1530,

Λιβάς Ιωαννίνων, Καζάς Αρτας το

τοπωνύμιο εμφανίζεται με το όνομα

“ Virbiçe (Βερεμπίτσε) [Vresteniçe]”.

To σωστό θα ήταν Vrbiçe εκ του


10 Έκφραση

ακούγεται παρεμφερές αλλά πιστεύω,

ότι πρόκειται περί κυριονόματος του

Gabria´=του Gabri δηλ του Γαβριήλ

Τοπίο στο Ραδοβύζι, φωτογραφία της

Κατερίνας Σχισμένου

Vrbi(Βέρεμπι)=Λιβάδια ”. Κατά τον

Σλαβολόγο Βάσμερ, η λέξη είναι

σλάβικη και σημαίνει Τόπος Φτελιάδων.

(Φτελιάς => Βουλγ=brěst,sk,

• Σερβοκροάτικα=>brȉjest/Врсте και

τέλος στα ρώσικα=>берест) Παρόμοιο

το βουλγαρικό “Brěstnica”, το

Σερβοκροάτικο “Brestica, Brestovo”.

ΣΕ παλιότερη μου ερμηνεία απο

την Γερμανική Rüster παρέβλεψα

την ερμηνεία του Φτελιά και

εσφαλμένα το είχα μεταφράσει εκ

του γερμανικού rüsten=εξοπλίζω,

Rüster=εξοπλισμένος, φρουρός ,

αυτός που εξοπλίζει αλλά είναι λάθος.

Συναντάμε τοπωνύμια τέτοια στην

Σερβία και την Βοσνία το Brestovo,

στην Τσεχία το Virbiçe, την λίμνη

Βresticajezero στην Βοσνία και τη

Βrestica στην Κροατία.

Το τοπωνύμιο Γάβρος/Γάβροβο,

εκ του βουλγαρικού gábъr,

σερβοκροτικα=>grȁb» „οξυά“ Το

τοπυνύμιο Γαβριά στον Κάμπο

• Σεκλίστα (Ελάτη). Τον οικισμό τον

συναντάμε στα πρώιμα Οθωμανικά

φορολογικά κατάστιχα του 1530 σαν

Seklişte. Άρα λοιπόν δεν ισχύει, αυτό

που διαβάζουμε στην Βικιπάιδεια,

ότι η Σεκλίστα κατοικήθηκε τον 18 ο

αιώνα. Με επιφύλαξη το κατατάσσω

στα σλαβικά τοπωνύμια παρεμφερή

του seklica, τοπωνύμιο που συναντάμε

και στην γειτονική Καρδίτσα σήμερα

Καλλίθηρον σαν Σέκλιζα. Μια παραπέρα

ερμηνεία μου στάθηκε αδύνατο. Μιας

και δεν μπόρεσα να εντοπίσω κανένα

άλλο σλαβικό τοπωνύμιο παρεμφερή

θα ήθελα να υποθέσω πως πρόκειατι

περι κυριώνυμο μιας και σαν όνομα

το συναντάμε και στην Σερβία και

στην Κροατία. Για να προέρχεται

το τοπωνύμιο από το τουρκικό

Σέκλι=πέρασμα από ρηχό νερό,

αβαθύ, ρυάκι λίγο δύσκολο το βλέπω

καθότι οι οικισμοί που απαντούντε

στα πρώιμα οθωμανικά κατάστιχα

προϋπήρχαν. Ο Στάθης Ασημάκης το

θέλει να πριοέρχεται από το λατινικό

Secula=δρεπάνι δηλ. Σέκουλα =>

Σεκουλίστα=> Σεκλίστα. Το αιτιολογει

όλο αυτό , ότι το χωριό είναι χτισμένο

σε μια καμπυλογραμμή που θυμίζει


Έκφραση

δρεπάνη. Βέβαια ο Ασημάκης βλέπει

την σημερινή μορφή του χωριού, χωρίς

να έχουμε πληροφορίες που ακριβώς

ήταν χτισμένο αρχικά το χωριο.

• Βρετσίστα ή Βρατσίστα (Καστανιές).

Τον οικισμό τον συναντάμε στα πρώιμα

Οθωμανικά φορολογικά κατάστιχα του

1530 σαν Vrabçişte. Στο συγκεκριμένο

τοπωνύμιο συναντάμε το ουσιαστικό

Vrač=θεραπευτής, δηλ τόπος

αναψηχής, τόπος θεραπείας. Παρόμοια

τοπωνύμια συναντάμε στην Βουλγαρία

Vračeš, Vračovci, Βόρεια Μακεδονία

Vračevce, Σερβία-Κροατία Vračevi,

Vračev Gaj, Vračević.

• Κλειστοβον (Κλειδί) τοπωνύμιο στην

Σκουλικαριά. Την Σκουλικαριά την

βρίσκουμε ήδη στα πρώιμα Οθωμανικά

φορολογικά κατάστιχα του 1480 και

1530 σαν İskulokarya. Σαφέστατα το

Κλείστοβον είναι παλαιοσλαβικής

προέλευσης εκ του Ključevo, το

οποίο σαν τοπωνύμιο μετατρέπεται σε

Ključοvo κaι με παραφθορά klicevo.

Στις σλαβικές γλώσσες ακόμη και

σήμερα το ključ=Κλειδί

• Ῥεκίστιανα (Ρείκια) από το

νοτιοσλαβικό Rakita, και παλιοσλαβικό

orkyta, στην παλιοβουλγαρική το

συναντάμε και σαν rakyta, στα

σλοβένικα rakita »Ρείκι«, το ίδιο και

στα Σερβοκροάτικα( rakita). Στην

παλαιοβουλγαρικό οι κάτοικοι ενός

τέτοιου τοπωνυμίου ονομάζονται

Rakyštane – Ρακιστιανοί σύμφωνα με

τον Miklosich . Σαν τοπωνύμιο έχω

βρει στη Σλοβενία Dvorec Rakičan ,

στην Τσεχία το τοπωνύμιο Rokycany.

• Σέλτσο ή Σέλτσος. ∆εν γνωρίζω αν

.

Ελάτη Άρτας, φωτογραφία της Κατερίνας

Σχισμένου

11

έχει κάποια άλλη προέλευση, πάντως

το τοπωνύµιο απαντάτε όντως στα

βαλτοσλαβικά σαν Seltsi στα ρώσικα

σαν Seltso/Сельцo µε την έννοια της

κοινότητας ή κοινοτικό. Παραπέρα δε

συναντάµε στη σλαβική το τοπωνύµιο

Σέλο=χωριό. Το θέµα του «Σέλ» είναι

κατα πάσσα πιθανότητα από το λατινικό

Cell-Cellum, το οποίο µε την σειρά του

προέρχεται από την ελληνική «κελί».

Στην Μακεδονία στον νοµό Κοζάνης

υπάρχει το τοπωνύµιο Σέλιτσα ή

Σέλτσα (Ερύτερα) καθως και το Σέλι

στο Βέρµιο (Κάτω Βέρµιο). Το Σέλι

βλάχικος οικισµός ενώ το Σέλιτσα/

Σέλτσα ήταν στον Σλαβόφωνο θύλακα.

∆ηλ. Την µορφή που έχουµε εµεις για το

Σέλτσο είναι η σλαβική. Αν και η µονή

του Σέλτσου είναι του 17ου αιώνα δηλ

αρκετούς αιώνες από την εξαφάνιση

των Σλάβων συναντάµε το τοπωνύµιο

τον 13ο αιώνα σαν Σελτζιανό και θα

πρέπει να είναι ένα είδος φυλάκιο

δρούγγων δηλ κτηνοτρόφων που

φυλάσουν το πέρασµα. Επιβίωσε το

τοπωνύµιο; Προφανώς ναι, όπως και

σε άλλα τοπωνύµια. Ο V. Laurent στο


12 Έκφραση

CHÀRISTICÀRIÀT ET COMMENDE

A BYZÀNCE , DEUX FONDATIONS

PATRIARCALES EN ÉPIRE AUX

XIIe ET XIIIe SIÈCLES , µας

µεταφέρει απο τον Αθηναϊκό Κώδικα

1377 την παρακάτω πληροφορία :

«Σταυροπήγιον άγιασθέν επί τιµή της

ύπερθέου και µακαριάς ‘Αγίας Τριάδος,

κατασκευασθέν έπ’ ονόµατι του κυρίου

και θεού και σωτηρος ηµών Ίησοΰ

Χρίστου τοΰ Παντοκράτορος, και

έπιδοθέν Νικηφόρω τω Χοιροσφάκτη

εν τω χωρίω Σελτζιάνω δρούγγου

‘Αχελώου, επί της βασιλείας Μανουήλ

µεγάλου βασιλέως πορφυρογέννητου

του Κοµνηνού, και Νικήτα του

ίερωτάτου µητροπολίτου Ναυπάκτου,

εν έτει...».

Για τους ∆ρούγγους του ύστερου

Μεσαίωνα διαβάζονταν το περιοδικό

στρατιωτική ιστορία αλλά και τον

Καστρολόγο θα δούµε πως πρόκειται

για στρατιωτικό σώµα σε ορεινή

περιοχή µε καθήκοντα φύλαξης

διαβάσεων (κλεισούρες). Τοπωνύµιο

Σέλτσο συναντάµε στην Ρωσία, στο

Πωγώνι του Αργυροκαστρίου την

Σέλτση. Παραπέρα δε σύφωνα µε το

EESTI TEADUSLIK SELTS ROOTSIS

1950-1954 το συναντάµε τρείς φορές

στα βαλτοσλαβικά της Εσθονίας

σαν τοπωνύµιο µε την εννοια του οι

τικού ή κοινωνικού. Στην Μακεδονία

συναντάµε το χωριό Σέλιτσα ή Σέλτσα

σηµ. Εράτυρα Κοζάνης, ενω πολλά

χωριά σε όλες τις σλαβικές χώρες

φέρνουν το όνοµα Σελο/Селο

Μονή Σέλτσου απο παλιά φωτογραφία του

βιβλίου , Δημήτρης Καρατζένης, Η μάχη του

Σέλτσου

• Λιβίτσικο (Ζυγός). Το τοπωνύμιο

εσφαλμένα ο Σεραφείμ στο ιστορικό

δοκίμιο παρουσιάζεται και σαν

Λιμίτσικον. Το απαντάμε για πρώτη

φορά στα Οθωμανικά φορολογικά

κατάστχα του 1490 και 1530 σαν

Liviçiko του καζά της Άρτας. Κατά

τον Μάξ Βάσμερ το τοπωνύμιο είναι

σλαβικής προέλευσης εκ του Ljubьčьsko

στα ρώσικα Ljvbečь, Σερβοκροάτικα.

Ljubač, και πολωνικά Lubiecko. Στην

προκειμένη περίπτωση έχουμε μέσα το

ουσιαστικό Ljuba=αγάπη. Παρόμοιο

τοπωνύμιο συναντάμε στην Κροατία

και στην Πολωνία ενώ φαίνεται σαν

επώνυμο Lubiecko στα δυτικοσλαβικά

διαδεδομένο. Ενδεχομένως η αρχική

του μορφή να ήταν Λιουμπίτσικο

και με παραφθορά χρόνου να έγινε

Λιβίτσικο. Κατά την άποψη μου

Κυριόνυμο. Θα μπορούσε να είναι και

μεταφρασμένο επώνυμο στην Σερβική

από το βυζαντινό Αγαπητός. Υπάρχουν

αρκετά τέτοια φαινόμενα.


Έκφραση

13

Βιβλιογραφία

1. Urslawisches Wörterbuch, Emanuel

Klotz (Autor)

2. Max Vasmer, Die Slaven in

Griechenland

3. Αλεξάνδπα Ιωαννίδου :Εισαγωγή στην

Παλαιά Εκκλησιασηική Σλαβική

4. Γεώργιος Α. Λεβενιώτης, Τα γλωσσικά

κατάλοιπα (οικον΄τμια, τοπωνύμια..)

ως ιστορική πηγή για την μαισαιωνική

σλαβική παρουσία στον ελλαδικό

χώρο.

5. W. Seibt, «Siegel als Quelle für

Slawen und Slawenarchonten in

Griechenland»

6. Σεραφείμ Ξενόπουλος, Δοκίμιον

ιστορικόν περί Άρτης και Πρεβέζης

7. M. W. Weithmann,

«Anthropologisches Fundgut

zur Einwanderung der

Slaven in Griechenland: Eine

Materialzusammenstellung

8. R. Trautmann, Die slavischen Völker

und Sprachen. Eine Einführung in die

Slavistik

9. «Θεοφάνους χρονογραφία» (810-814)

10. Προκόπιος, υπέρ πολέμων

11. Eesti Teaduslik Selts Rootsis 1950-

1954

12. Μόναχο, 25.04.2020

Copyright © Φώτης Βράκας

Η εργασία είναι μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα

. Απαγορεύεται η αναδημοσίευση επι χρημάτων

και γενικά η αναπαραγωγή του παρόντος

έργου, με οποιονδήποτε τρόπο ή μορφή,

τμηματικά ή περιληπτικά, στο πρωτότυπο ή

σε μετάφραση σε άλλη διασκευή σύμφωνα με

τον Ν. 2387/1920 (όπως έχει τροποποιηθεί με

τον Ν. 2121/1993 και ισχύει σήμερα) και κατά

τη διεθνή σύμβαση της Βέρνης (η οποία έχει

κυρωθεί με τον Ν. 100/1975), χωρίς τη γραπτή

άδεια του συγγραφέα.

Περί φωτογραφιών

Τοπίο στην Ελάτη,

Φωτογραφία Κατερίνα

Σχισμένου

Οι φωτογραφίες δεν μου ανήκουν. Οι

φωτογραφίες της Κατερίνας Σχισμένου είναι

αποκλειστικά για την παρούσα εργασία

και κατέχει τα πνευματικά δικαιώματα. Οι

υπόλιπες προέρχονται από το διαδίκτυο και τα

πνευματικά διακιωματα ανήκουν στην Μαρία

Ηλιάκη, Romiablogspot , Romfea, Wikipedia.

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση επι χρημάτων

και γενικά η αναπαραγωγή τους σύμφωνα με

τον Ν. 2387/1920 (όπως έχει τροποποιηθεί με

τον Ν. 2121/1993 και ισχύει σήμερα) και κατά

τη διεθνή σύμβαση της Βέρνης (η οποία έχει

κυρωθεί με τον Ν. 100/1975), χωρίς τη γραπτή

άδεια του συγγραφέα.


14 Έκφραση

Ο πόνος του ξενιτεμένου

Κίνησε νου γοργόφτερε/ασύλληπτε στον χρόνο

συ που νικάς τον άνεμο/το κύμα εξανεμίζεις

και τις ακτίνες του ηλιού/κι αυτές τις υπερβαίνεις.

Εσύ που είσ’ ο πιο ταχύς/και πιο λαμπρός στην πλάση

Κίνησε, τρέξε, πέταξε/και γύρισέ με πάλι

στα μέρη όπου αγάπησα/στην όμορφή μου νιότη

Να ιδείς πώς είν’ οι φίλοι μου/πώς είναι οι δικοί μου

οι χωριανοί μου οι όμορφοι/και όλοι οι συγγενείς μου

Πώς είναι ο πατέρας μου/η μάνα μου, τ’ αδέλφια

Ποιος ζει και ποιος απέθανε/και ποιος καλοπαντρεύθη

τι εγώ παντρεύτηκα εδώ/της ξενιτιάς την πίκρα

Είμαι χωρίς επιστροφή/και δίχως άλλο δρόμο

Τρέξε γοργά και λέγε μου/πώς είν’ εκεί ο κόσμος

Αν κάποιοι έχουνε χαρά/χαίρε και συ με ’κείνους

κι αν άλλοι λύπη έχουνε/ζήσε και συ τη λύπη

Κι όσοι τον κόσμο άφησαν/πάν’ από τα μνήματά τους

πέσε με συντριβή ψυχής/να διπλοπροσκυνήσεις

κι άναψε όλα τα κεριά/κι όλα τα καντηλάκια

για να ’χουν φως να βλέπονται/μες στο βαρύ σκοτάδι

σαν συζητούν μεταξύ τους/να ξέρουνε ποιος είναι.

Κι αν δεις τη δόλια μάνα μου/το δόλιο μου πατέρα

να κουβεντιάζουν και να λεν/γύρ’ από τ’ όνομά μου

πες τους πως σ’ έστειλα εγώ/γιατ’ είμ’ εδώ δεμένος

στα σίδερα της ξενιτιάς/και δεν μπορώ να έρθω

Ίσως ερθώ όταν εσύ/και η ψυχή μ’ αφήστε

και σε κιβούρι ολόμαυρο/με φέρουν νεκρωμένο

για να με θάψουν δίπλα τους/τότε να ιδωθούμε.

Στο Ηρώον του Πέτα

Πουλί μ’ σαν πας στην Ήπειρο

Σαν πας κατά την Άρτα

Πέρνα κι από το ύψωμα

Του δοξασμένου Πέτα

Όπου Ηρώον στήθηκε

Στη μνήμη Αθανάτων

Που έπεσαν ηρωϊκά

Στην ξακουστή τη μάχη.

Απ’ την ανεμοθύελα

Των ασκεριών των Τούρκων

Κι όπως πουλί μ’ θα στέκεσαι

Τιμές για ν’ απονείμεις

Να σου περάσει απ’ το νου

Κι ο Γώγος ο Μπακόλας

Σ’ αυτόν ’ρίξαν το φταίξιμο

Σαν χάθηκε η μάχη

Ο Γώγος ήταν μαχητής

Δεν κιότευε στις μάχες

Καμιά μάχη δεν έχασε

Απ’ τους άπιστους Τούρκους

Ας όψετ’ ο ανίερος

Δόλιος Μαυροκορδάτος.

Γράφει ο Γιάννης Κ. Τσώλης

Γράφει ο Γιάννης Κ. Τσώλης


Έκφραση

15

εκατόν τριάντα και κλείσαμε

Παλιά έκανα το λούστρο. Ομόνοια. Μπροστά

στου Μπακάκου. Είχα ένα

κασελάκι όλο σκαλίσματα. Σωστό μπιζουδάκι.

Δυο χρόνια στη δουλειά,

δε μ’ έπιανες πουθενά. Έφτανα με το πρώτο τραμ.

Κι έπιανα το πόστο

βρέξει χιονίσει. Είχε κόσμο τέτοια ώρα η πλατεία.

Τρώγαν κάνα κουλούρι,

έπιναν κάνα καφεδάκι πριν τη δουλειά, πέρναγαν

κι από μένα.

Έρχεται ένας μια μέρα. Πιάνω να τον ετοιμάσω .

Βάζω τα χαρτονάκια

μου δεξιά κι αριστερά. Με προσοχή, μην του

λερώσω τις κάλτσες. Βουρτσίζω, βερνικώνω ,

γυαλίζω . Καθρέφτης τα παπούτσια. Ψάχνει τις

τσέπες του αυτός.

Στο σακάκι, στο παντελόνι:

Δε βρίσκω το πορτοφόλι, λέει. Να με συμπαθάς,

παιδί μου. Στα χρωστάω.

Φαινόταν κύριος. Με τη ρεπούμπλικά του, με τα

όλα του.

Δεν πειράζει. Άλλη φορά, λέω.

Μετά από μια βδομάδα ξανάρχεται.

Απογευματάκι.

Δε σε ξέχασα, μου λέει.

Του φκιάνω τα παπούτσια. Πιάνει και μου δίνει

ένα τάληρο.

Πολλά είναι, λέω.

Πάρ’ τα. Κάνεις καλή δουλειά, λέει. Πόσοχρονών

είσαι;

Δωδεκάμισι.

Σχολειό δεν πας;

Πού καιρός για τέτοια, λέω.

Δεν πάμε απέναντι, στο «Νέον», λέει, να σε

κεράσω κάτι; Να πούμε και

δυο κουβέντες...

Έδειχνε ξηγημένος. Είχα πεινάσει κι όλη μέρα.

Πετάω το κασελάκι μου στον ώμο. Το καρεκλάκι

παραμάσχαλα.

Κάτσαμε έξω στα τραπεζάκια. Λουκουμάδες εγώ ,

υποβρύχιο αυτός.

Έχω ένα καφενείο. Πανεπιστημίου, δίπλα στα

δικαστήρια, λέει. Φαίνεσαι

καλό παιδί. Σε θέλω για παραγιό. Να με βοηθάς τα

πρωινά. Και τα μεσημέρια

καμιά φορά. Να πας και στο νυχτερινό σχολειό.

Να μάθεις πέντε

γράμματα. Εκατό τη βδομάδα.

Έχω την πελατεία μου εγώ , λέω. Βγάζω

περισσότερα. Κάν’ το εκατόν

τριάντα και κλείσαμε.

Βάζει τα γέλια. Μου δίνει μια στην πλάτη.

Ξέρεις από παζάρια, λέει. Έλα από αύριο στο

μαγαζί.

Γράφει η Έφη Ντασκαγιάννη

ΠΕΤΡΑΝ ΚΑΙ ΥΒΟΝΗ

Σ’ ένα άδειο βαγόνι

ο Πετράν κι η Υβόνη

ταξιδεύουν με χάλια καιρό

Ο βοριάς αγριεύει

μα ο χρόνος γιατρεύει

της καρδιάς το σπασμένο φτερό

Δυο χειμώνες περάσαν και γι’ αγάπη

διψάσαν κι οι δύο

Η Ελλάδα ψυγείο κι η καρδιά

δεν αντέχει στο κρύο…

Κάπου σουρουπώνει, κάπου ξημερώνει

κάπου ταξιδεύουν ο Πετράν κι η Υβόνη

Σ’ ένα άδειο βαγόνι

ο Πετράν κι η Υβόνη

ταξιδεύουν χειμώνα καιρό

Η βροχή δυναμώνει

μα η αγάπη τελειώνει

αν το θέλουν μονάχα κι οι δυο

Γράφει ο Γιάννης Κουτρούμπας


16 Έκφραση

Τῆς προσφυγιᾶς

Προσφυγιά

χθές, σήμερα, αὔριο

Ἡ γραμμή

Στη μνήμη του ξαδέρφου μου

Βασίλη Ι. Οικονόμου

γι’ ἄλλους λόγους

καί γι’ ἄλλους σκοπούς,

ἀλλά πάντα προσφυγιά.

Ἀπό παιδί χαράσσω μιά γραμμή

πού ὁλοένα μεγαλώνει.

Τό ἴχνος της, σταδιακά αὐξανόμενο,

Κι ἐκεῖ πού ἤλπιζες

πώς ἀπό τίς συμφορές της

κάποιοι θά διδαχθοῦν

καί κάποιοι ἄλλοιθά γλιτώσουν,

νέες ἀφορμές,

ἀρτιφυεῖς ροές προσφυγικές

- ἔτσι τίς λένε τώρα -

σ’ ὁρίζοντες καινούργιους

ἀχνοφαίνονται.

φτιαγμένο ἀπό βήματα εἶναι.

Ὄχι ἀδιάφορων, τυχαίων διαβατῶν,

ἀλλά ἀγαπημένων!

Ὅλα ἴδια κατεύθυνση ἔχουνε

κι ὅλα γιά τό ἐπέκεινα τραβοῦνε.

Ἡ σειρά τους εἶναι χρονολογική,

γιατί σέ τούτη τή διαδρομή

καμία συναισθηματική ἤ ἄλλη

κρίση ἀξιολογική χωράει.

Καί γι’ ἄλλη μιά φορά

- τί κρίμα γιάτό γένος τῶνἀνθρώπων! -

ἡ ὑποκρισία τῶν ἀμβλυώπων ἐραστῶν

Σήμερα, προστεθῆκαν ἄλλα δύο βήματα

σ’ αὐτή τή θλιβερή γραμμή

πού μόνο συγγενεῖς βαδίζουν.

τῆς ἥσυχης ζωῆς

παροῦσα παγκοσμίως εἶναι.

Τά πετάγματα

Τῶν πεταλούδων τά πετάγματα,

μοναχικά κι ἐφήμερα,

μοιάζουν ἀνθρώπινων ψυχῶν

πού λίγη λευτεριά ὀνειρευτῆκαν.

Μακραίνει ἡ ἀδιόρατη γραμμή,

ἡ ἀρχή της μιά κουκκίδα στό σκοτάδι

κι ἐμεῖς, ταξιδευτές τοῦ ἄγνωστου,

θυμίαμα μνήμης σ’ ὅσουςτή βαδίσανε

στέλνουμε μ’ ὅποια ἀφορμή,

ὥσπου κι ἡ ὥρα ἡ δική μας νά ’ρθει.

Γράφει η Παναγιώτα Λάμπρη


Έκφραση

17

Αιμοκάθαρση

Μονοκονδυλιά που σβήνει τον χρόνο

Αυλαία στο ένδοξο παρελθόν

Μνημόνιο της αιδούς...

Το νερό έχει μνήμη

Κι η ξερολιθιά που ρουφάει τον ήλιο του

καλοκαιριού

Κι η θάλασσα δεν ξεχνά

Και τα παλιά σκαριά που τα τρώει τ’ αγιάζι.

Απόψε

Αφήστε με να εκδηλωθώ

Χωρίς ντροπές και λύπες.

Αφή, όσφρηση, ακοή

Είν’ όλα στο παιχνίδι.

Το σχήμα και το μέγεθος

Είναι πουκάμισο άδειο

Σκοτάδι είναι που σέρνεται

Και γλύφει τις καμπύλες

Ήχος που τρίβει ξόβεργες

Και πιάνεται γλιστρώντας

Ισιώνει τις γωνιές γλυκά

Ταράζει γεωμέτρες

Οσμή γυμνή και γυάλινη

Πληγώνει τα ρουθούνια,

Ανάσα κόβει, σφίγγεται,

Εκβάλλει δίχως δέλτα.

Όλα τα κάνει ο έρωτας

Μα έλεος δεν δείχνει.

Δημοκρατία... Ελευθερία...

Πήραν πνοή με τον αγέρα της Ακρόπολης

Άραγε ανιχνεύονται στα κύτταρά μας πια;

Το νερό έχει μνήμη

Το ίδιο και το αίμα.

Γράφει η Έφη Ντασκαγιάννη

Άνοιξη

Κι αν στην καρδιά μου στέκεις προσμονή

κι απ’ το κορμί μου στάζεις ηδονή,

να σε χαρώ ποθώ την ώρα που θα έρθεις.

Ένα χαμόγελο σου στέλνω την αυγή

κι από τα άνθη μυγδαλιάς κόβω κλαδί,

να σου θυμίσω πως την άνοιξη μου φέρνεις.

Κι αν μου φανείς ξανά την πιο γλυκιά στιγμή

κι αν μου ντυθείς του πόθου το ζεστό φιλί,

με μια αγκαλιά θα σου δοθώ. Να με προσέχεις.

Από την ποιητική συλλογή

«Έρωτας είναι», εκδόσεις «άλφα πι».

«Κρυμμένο στέκει το φεγγάρι

μες στ’ ουρανού τη σιγαλιά.

Έρμη απόψε η ακρογιαλιά.

Τώρα μια ευχή στο μαξιλάρι

για τ’ όνειρο γοργά σαλπάρει

και νέα του έρωτα φωλιά.

Κρυμμένο στέκει το φεγγάρι

μες στ’ ουρανού τη σιγαλιά.

Κι ο νους που ψάχνει για μπροστάρη

την πιο ανέλπιστη αγκαλιά,

ντύνει τη σκέψη με φιλιά

και ξαποσταίνει στο μακάρι.

Κρυμμένο στέκει το φεγγάρι.»

Η Στέλλα Πετρίδου είναι ποιήτρια,

συγγραφέας, τραγουδοποιός, αρθρογράφος

σε πολιτιστικό ιστότοπο, αξιωματικός του

λιμενικού σώματος και μητέρα τριών παιδιών.

Ζει στη Χίο.

Πωλείται ευεργετικός καρπός “Αρώνια”

από την Γαβριά Άρτας

Αλέξανδρος Τσώλης

Τηλ. 6984810428

F: https://www.facebook.com/Aletreefruits/


18 Έκφραση

Δεκαετία του 50 .Τρούμπα κακόφημη

γειτονιά του Πειραιά. Μερακλήδες, μάγκες

της Νοταρά και της Φίλωνος , σκυλόμαγκες,

μαχαιροβγάλτες, χασικλήδες, λαθρέμποροι,

ντερβισόπαιδα, κράχτες, σωματέμποροι, ματάκηδες,

νταβάδες, αγαπητικοί, κουτσαβάκια, επιδειξίες,

πουτανοθήλυκα, πόρνες, μαντάμες, αρπάχτρες, κι

αδελφές, φιγουρατζήδες, πορτοφολάδες, τσιλιαδόροι,

καθωσπρέπει γκόμενες, αρτίστες, άγιοι και

δαίμονες ,μπουρδέλα και τεκέδες, μπουζούκια και

φυλακές, σπίτια με κόκκινα φανάρια μπαρμπούτι,

ξεμαλλιάσματα στο μέτρημα, ξύλο, πιστολιές και

μαχαιριές. Οι νόμοι της Τρούμπας είναι απαράβατοι.

Στη μαυλιστική μαγγανεία της όμως όλοι υποκλίνονται

.The party is here boys.Welcome.

Αυτή είναι η Τρούμπα ,αυτό το δράμα της , αυτό

και το μεγαλείο της. Κι ο Πειραιάς με τις πενιές

των μεγάλων δασκάλων και τα πολύχρωμα βαπόρια

του θα σπιτώνει πάθη και θα εξομολογεί διαστροφές,

που η ανθρώπινη φύση κουβαλάει από τα βάθη του

χρόνου…

«το μινόρε της σιωπής»

Ε.Βατανίδου Εκδόσεις Αρμός

2021 σελ.305

άνθρωπος είναι πλάσμα που μιλάει και

Ο τραγουδάει. Τραγουδάει και το τραγούδι του

αντηχεί σε όλα τα μήκη και πλάτη της γης. Η πρώτη

του γλώσσα ήταν το τραγούδι. Η μουσική είναι

η υψηλότερη από όλες τις τέχνες. Η μουσική μας

ενώνει.

«Το σκαλοπάτι σου θα κάνω για κρεβάτι, αφού την

πόρτα σου την άφησες κλειστή, θα μείνω έξω μια

και το΄ βαλες γινάτι, κι από το κρύο η καρδιά μου θα

σβηστεί. Το σκαλοπάτι σου απόψε θα ρωτήσω ,γιατί

εκείνο μου κρατάει συντροφιά , αν πρέπει να΄ αρθω ή

να μην ξαναπατήσω , να δω τα μάτια σου γλυκειά μου

ζωγραφιά» Β.Τσιτσάνης

Τα ξένα καταδρομικά μπαίνουν στο λιμάνι .Οι

τζόνηδες έρχονται φορτωμένοι. Στα βράχια της

Πειραϊκής τα μαγαζιά τρίβουν τα χέρια τους και

η Τρούμπα τους ανοίγει τα πόδια , καλώς τα τα

χαρμάνια. Κάπου δυο χιλιάδες άντρες θα ξεχυθούν

στα σοκάκια της αμαρτίας , τα κορίτσια γδύνονται κι

ανοίγουν το πορτοφόλι.

Εκεί στην Τρούμπα σε ένα ημιυπόγειο ζούσε η

Ευθαλία Ανδρέου ,μια γυναικάρα που΄ χει πιει τη ζωή

στο ποτήρι. Δεν είχε γεννηθεί για μάνα και νοικοκυρά

,δεν ήταν αυτό το όνειρό της, μα για το πάλκο , όσο

μικρό κι αν ήταν αυτό .Η Ευθαλία ήταν κολλημένη

στο χθες , όταν τραγουδούσε .Κάποιος τζουράς, ένα

βιολάκι , ένα ούτι και εκείνη στο τραγούδι, μινοράκια

Springtowinter

Αρχιτεκτονική κήπων

Κων/νος Ι. Μπανιάς

Τεχν. Γεωπόνος

Γεωργικών Μηχανών και Αρδεύσεων

-Διαμόρφωση εξωτερικών-εσωτερικών χώρων

-Εγκατάσταση αρδευτικών δικτύων

-Συντήρηση κήπων

Δημητρίου Γούναρη 102, Μαρούσι , 15125

Τηλ. - Fax: 210-8020261, 6978154924


Έκφραση

σμυρναίικα και γκαμηλιέρικοι σεβντάδες.

Τι τραγούδια ψυχής ήταν εκείνα .Τραγούδαγε από

το ΄34 μέχρι τον πόλεμο , με κομπανίες μικρασιατών

στα φτωχομάγαζα της Δραπετσώνας και του Πειραιά,

σε καφέ-αμάν, μάντρες και εξέδρες. Όλους τους

τραγούδησε στα νιάτα της: Βαμβακάρης, Μπάτης,

Δελιάς, Παπάζογλου, Κηρομύτης, Μπαγιαντέρας,

Τούντας ,Περιστέρης, Γιοβάν Τσαούς και τον

Περπινιάδη με το κουκλί του .Τόσα χρόνια

νταραβέρι μαζί τους, ανατολίτικα μακάμια και

δυτικές κλίμακες όλα τα τραγούδησε. Τα όνειρα της

Ευθαλίας στοίχειωναν γυναίκες σαν την Αμπατζή,

τη Χασκήλ, την Παπαγκίκα και την Εσκενάζυ.

Μερικές από αυτές έφτασαν μέχρι και την Αμερική

και γραμμοφώνησαν. Αυτό ήταν και το δικό της όνειρο

, να πάει κάποια μέρα και εκείνη στη Νέα Υόρκη και

να ρίξει μαύρη πέτρα πίσω της. Δεν τα κατάφερε ποτέ

της η Ευθαλία να βγει φόρα παρτίδα στο τραγούδι

και να γίνει πρώτο όνομα. Γελάστηκε ,ο Αλέκος ,της

βγήκε τελικά γάτος σκαμπρόζος, τη σακάτεψε, την

παραμύθιασε και μετά την έκανε .Αυτή ήταν που

έμεινε πίσω ,για να φυλάει τα μπόσικα.

Η Ευθαλία είχε τρία παιδιά: τον Νεκτάριο ή

Δαντελένιο ,το βλαμμένο, τον κουνιστό, με

δισυπόστατο φύλο, που δεν μιλούσε ποτέ και που

σουλατσάριζε στους δρόμους της Τρούμπας, έκανε

παρέα με τις πόρνες και τις τσατσάδες και ίσως

κατέβαινε και στο λιμάνι. Μιαούλη ; Ποσειδώνος

; Κονδύλη; Ίσως και στα Λεμονάδικα .Είχε ένα

γιο κομμουνιστή που σάπιζε στις φυλακές, τον

Στελάκη ,ρομαντικό επαναστάτη του ονείρου και

το πουτανοθήλυκο και τραγουδίστρια , την Αγνή. Ο

άντρας της ο Αλέκος δούλευε στο Βέλγιο, στις στοές

του Σαρλερουά να ξύνει κάρβουνα .

Το ΄ξερε η Ευθαλία πως και η Αγνή τραγούδαγε καλά,

μα δεν ήθελε να τραβήξει τα δικά της. Πρώτα να

γλυκαθεί απ΄ το τραγούδι , και μετά να τα παρατήσει

όλα εξαιτίας ενός ομορφονιού. Έτσι γίνεται σχεδόν

πάντα , ο μάγκας σου τάζει παλάτια στην αρχή

και μόλις σε δέσει κι έρθουν τρελά σφιξίματα ,την

κοπανάει και πάει μετανάστης, έτσι είχε καταλάβει

από τη ζωή της η Ευθαλία. Και εσύ δεν ξαναβγαίνεις

στο τραγούδι, γιατί έχεις τώρα τα κουτσούβελα και

μετά τα γερόντια .Κι ώσπου να λυτρωθείς απ΄ όλα

αυτά, σου έχει τελειώσει και η ζωή και δεν έχει

παραπέρα…

Η Αγνή Ανδρέου, ήταν μια ταλαντούχος

τραγουδίστρια, μια όμορφη πειραιώτισσα. Από

τις ωραιότερες γκόμενες της Τρούμπας. Ξεκίνησε

19

την καριέρα της από ένα υπόγειο μαγαζί , στην

υπόγα του Βασίλη, ένα καμπαρέ, ένα καταγώγι, ένα

μπουρδελομάγαζο της Φίλωνος της Τρούμπας ,το

«Black Cat». Η ανάγκη την έστειλε στο καμπαρέ

.Παίζει τις ζήλιες της και τραγουδάει , έχει δικό της

πρόγραμμα , δεν κάνει σιγόντο πια. Με πελάτες

δεν πάει. Ο Αντώνης, ο πορτιέρης του μαγαζιού

,τσιλιαδόρος και άξιος ρεπόρτερ της πιάτσας

,χαιρετάει την Αγνή με το καλλιτεχνικό της όνομα :

«Σοράγια».

Η εξέλιξή της Αγνής ήταν ανοδική. Είχε πολύ καλή

φωνή , φωνή με εύρος και δύναμη κι ένα ηχόχρωμα

σπάνιας ομορφιάς. Είχε δυνατή σκηνική παρουσία.

Η Αγνή είχε αφεθεί στη μαγεία της μουσικής και

τραγουδούσε όλα τα ρεμπέτικα ,τούρκικα, σμυρνέϊκα

και λαϊκά . Ένιωθε ο πιο ευτυχισμένος άνθρωπος

του κόσμου. Η επαφή με τον κόσμο ήταν για

αυτήν κάτι πρωτόγνωρο, που έμοιαζε με μεθυστικό

κρασί. Οι εφημερίδες και τα περιοδικά άρχισαν να

ενδιαφέρονται για τη νεαρή τραγουδίστρια , την νεαρή

με την ουράνια φωνή. Έγινε διάσημη. Σαν νέα όμως

, θαμπώθηκε από τα φώτα της δημοσιότητας. Όταν

εμφανιζόταν γινόταν το αδιαχώρητο. Όταν ανέβαινε

στην πίστα γινόταν κάτι σαν σεισμός, τέτοια ενέργεια

έβγαζε. Τραγουδούσε μόνη, αλλά ήθελε να τα

καταφέρει μια μέρα και να φύγει από τα κωλάδικα της

Τρούμπας ,να μην την καταπιεί η ανθρώπινη χαβούζα

της Τρούμπας και να ανηφορίσει για τα μαγαζιά της

Τερψιθέας, στα μαγαζιά δίπλα στα μεγαλύτερα

ονόματα του ελληνικού ρεμπέτικου τραγουδιού, και

να συνεργαστεί με τους σημαντικότερους συνθέτες,

στιχουργούς, ιδιοκτήτες δισκογραφικών εταιρειών

και άλλες προσωπικότητες του καλλιτεχνικού χώρου.

Ήθελε να συνεργαστεί με τον Τσιτσάνη, τον

Μητσάκη, τον Παπαϊωάννου, τον Περιστέρη, τον

Κηρομύτη, ονειρεύεται να δουλέψει στην Τριάνα

του χειλά ,στου Τζίμη του Χονδρού ,στη Λουζιτάνια,

το Φαληρικό και το Κέντρο Καλαματιανού. Αυτά

στα στέκια ήταν ναοί για τη δόλια την Αγνή.

Η Αγνή σηκώθηκε στο πάλκο ,μπροστά από την

ορχήστρα ,για να πει το «μινόρε του τεκέ», του

Γιάννη Χαλικιά ,το ευαγγέλιο του τεκέ. Στο πάλκο,

πάνω στις ψάθινες καρέκλες , το βιολί ,το ακορντεόν,

η κιθάρα και τα δυο μπουζούκια .Πλήρης η ορχήστρα,

ο ήχος γεμάτος, το ένα όργανο συμπλήρωνε το άλλο, η

Αγνή είχε νότες να πατήσει τη φωνή .Σήμερα φορούσε

ένα μαύρο φόρεμα και στεκόταν δωρική μπροστά

από το μικρόφωνο ,τέτοια τραγούδια δε σηκώνουν

τσαλίμια και προστυχάτζες, σεβασμό στους μεγάλους


20 Έκφραση

που τα γέννησαν. Η μορφή της Νίνου είχε καρφωθεί

στα μάτια της. Το μπουζούκι σολάριζε και η κιθάρα

σιγόντο , τέτοιος νταλκάς που σου ξεκόλλαγε την

ψυχή, μέχρι που άρχιζε το βαρύ ζεϊμπέκικο .

Όταν η Αγνή τραγουδάει λυτρώνεται .Βγαίνουν

με την ανάσα της όλοι οι κόμποι που έχουν κάτσει

στο λαιμό, γλιστράνε τα στριμμένα σχοινιά κι

ανοίγουν και χοροπηδάνε έξω από το στόμα της.

«Τρελέ τσιγγάνε για που τραβάς», «σε τούτο το

παλιόσπιτο», «η καρδιά σου θα γίνει χρυσή» , «Δεν

κλαίω για τώρα», «Όταν σημάνει η ώρα». Κλείνει

τα μάτια και τα βλέπει όλα ένα γύρο. Ήταν πολύ

καλή στο τραγούδι. Έπιανε το μικρόφωνο και του΄

δινε να καταλάβει. Παρατηρούσε τον κόσμο μες στο

μαγαζί, την κοίταγε με ανοιχτό το στόμα. Έκλεισε

το πρόγραμμά της με «τα λερωμένα ,τ΄ άπλυτα »,

υποκλίθηκε και πήρε το διάδρομο για το καμαρίνι

της.

Μόνο το τραγούδι μπορούσε να την

αλαφρύνει .Δεν υπάρχει καλύτερη θεραπεία

από αυτό, δεν υπάρχει μεγαλύτερη

ολοκλήρωση από την τέχνη…

Ώσπου μια βραδιά στο μαγαζί εμφανίζεται ο Μίλτος

.Ψηλός, μελαχρινός ίσαμε δυο μέτρα μπόι, με

κορακί μαλλί και πράσινα μάτια και ζεστή φωνή

.Δυο βδομάδες έρχεται κάθε βράδυ και την τρώει

με τα μάτια .Και τι μάτια , ο άτιμος. και στο τέλος

της ζήτησε να βγούνε ραντεβού .Άντε βγάλτα πέρα

τώρα Αγνή ,και είσαι και άμαθη στα αγαπητηλίκια.

Σαν τον ξαναείδε και της χαμογέλασε ,δεν μπόρεσε

να πει το αναθεματισμένο το όχι. Μετά από πολύ

παίδεμα, συμφώνησαν τελικά για ένα ραντεβού, μια

απλή συνάντηση , χωρίς δεσμεύσεις και σ΄ αγαπώ μ΄

αγαπάς…

«Τι πάθος ατελείωτο που είναι το δικό μου , όλοι να

θέλουν τη ζωή και γω το θάνατό μου , απελπίστηκα

μανούλα μου να υποφέρω , κουράστηκα μες στη

ζωή τον χάρο να γυρεύω…» Ευχαριστούμε Μάρκο

Βαμβακάρη, άλα μόρτες!!

Καλό το Κύριε Ελέησον , μα και τα

μπουζούκια μεγάλη θρησκεία αδελφέ

μου…

Το ζεϊμπέκικο δύσκολα χορεύεται. Δεν έχει

βήματα· είναι ιερατικός χορός με εσωτερική ένταση

και νόημα που ο χορευτής οφείλει να το γνωρίζει και

να το σέβεται. Είναι η σωματική έκφραση της ήττας.

Η απελπισία της ζωής. Το ανεκπλήρωτο όνειρο. Το

ζεϊμπέκικο δεν χορεύεται ποτέ στην ψύχρα ει μη

μόνον ως κούφια επίδειξη. Ο χορευτής πρέπει πρώτα

«να γίνει», να φτιάξει κεφάλι με ποτά και όργανα, για

να ανέβουν στην επιφάνεια αυτά που τον τρώνε…

Παίξε, Χρήστο, το μπουζούκι,/ρίξε μια γλυκιά

πενιά,/σαν γεμίσω το κεφάλι,/γύρνα το στη

ζεϊμπεκιά. (Τσέτσης)

Απλή , ποιητική λυρική και συνάμα συγκλονιστική

αφήγηση. Τρυφερές λέξεις, εικόνες ολοζώντανες.

Λόγος λιτός, απλός μεστός, βαθύς, βαθύρριζος,

αποκαλυπτικός και ωραίος.

Το κείμενο ρέει ευχάριστα. Το γράψιμό της

Έφη Βατανίδου δίνει φτερά στην ψυχή.

Τραγουδάει ρεμπέτικα γράφοντας (ή μήπως

γράφει τραγουδώντας). Μικρά κείμενα, εμπειρικά,

στοχαστικά .Μουσικά ακούσματα, ιστορίες μουσικές,

ρεμπέτικες, παλιές και χιλιοτραγουδισμένες.

Λαμπρό, αυθεντικό ,γρήγορο, εμπνευσμένο και

παράξενα όμορφο βιβλίο.

Περίοπτη θέση στο βιβλίο κατέχει η μουσική ,της

οποίας τόσο η σημασία όσο και οι ορίζουσές της

αναπτύσσονται διεξοδικά : η σιωπή και ο ήχος, ο

ψίθυρος και το τραγούδι , το μπουζούκι και η κιθάρα,

το πιάνο και η μουσική ανάγνωση.

«το μινόρε της σιωπής » είναι ένα βιβλίο που


Έκφραση

21

θυμίζει κονσέρτο με μαζούρκες του Σοπέν….

Το διαβάζεις και ακούς ρεμπέτικα

τραγούδια «Τι σήμερα ,τι αύριο, τι

τώρα», «Κλαίω μυστικά κουκλάκι μου,

μην το μάθει ο ντουνιάς, ότι για σένα

λιώνω και πονώ μικράκι μου , έμορφο

κουκλί της Κοκκινιάς», «Κουράστηκα

για να σε αποκτήσω /Αρχόντισσα μου

μάγισσα τρελή /Σαν θαλασσοδερμένος

μες στο κύμα /Παρηγοριά ζητούσα ο

δόλιος στη ζωή»…

Ένα βιβλίο που μιλάει για την πολυσχιδή φύση

της μουσικής και του ρεμπέτικου τραγουδιού.

Το βιβλίο ξεχειλίζει από χειροπιαστή ευδαιμονία,

όχι μόνο σε σχέση με τη γλώσσα, ή με τη δύναμη

που έχει η λογοτεχνία ,η τέχνη, η μουσική

και το τραγούδι γενικά να μεταμορφώνει τον

κόσμο, αλλά επί πλέον σε σχέση με τη ζόρική

ανθρώπινη κατάσταση, την επιθυμία να είμαστε

περισσότερο άνθρωποι την ίδια στιγμή.

Ο λόγος της Έφης Βατανίδου έχει μια εγγενή

μουσικότητα και μια ζηλευτή γλωσσική

κομψότητα. Ο λόγος της είναι μουσική , δηλαδή

το είδος εκείνο της αλληλουχίας των λέξεων που

οφείλει κανείς να διαβάζει δυνατά στον εαυτό

του. Η βαθιά εμπλοκή της συγγραφέως με τη

μουσική την οδηγεί αβίαστα σε δημιουργικούς

συνειρμούς , σε απρόσμενους παραλληλισμούς,

σε διαδρόμους της μνήμης…

Αυτοί που αισθάνονται, ονειρεύονται,

νοσταλγούν, ανταμώνουν.

Το υψηλότερο σημείο στο οποίο συναντιούνται η

ανθρώπινη ζωή και η Τέχνη είναι το αναγνωστικό

κοινό.

Η Τέχνη ( η Ποίηση, η Μουσική , το τραγούδι, οι

στίχοι και η Λογοτεχνία ) μπορεί να αλλάξει τον

κόσμο, αλλάζοντας ουσιαστικά την αντίληψη του

αναγνώστη για τον κόσμο, διότι αν η λογοτεχνία ή

η μουσική δεν λειτουργεί σαν δυναμίτης, αν δεν μας

κάνει να επαναστατούμε μέσα μας, τότε δεν είναι

μουσική ή λογοτεχνία…

Στόχος της Έφη Βατανίδου είναι να ξαφνιάσει τον

αναγνώστη, να τον κάνει να συνειδητοποιήσει ότι

αν μπει στον κόπο να ξύσει λίγο από κάτω, θα

ανακαλύψει ότι η άχαρη ζωή του είναι γεμάτη από

φαντασία, όνειρο , στίχοι, μουσική, τραγούδι και

χορό…

Πρόκειται για Αριστούργημα.

Η Έφη Βατανίδου γεννήθηκε στην Αθήνα

όπου και ζει. Σπούδασε Νομικά και Αγγλική

Φιλολογία στο Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο. Είναι

εκπαιδευτικός στη Δημόσια Εκπαίδευση. Μιλάει

Αγγλικά και Γαλλικά. Είναι παντρεμένη και έχει

δύο γιους. Έχει γράψει τα μυθιστορήματα Χαλάλι

σουHelalOlsun (Novel Books-Ι.Σιδέρης 2013), Ζωή

χωρίς Μπούσουλα(Novel Books-Ι.Σιδέρης 2015) και

Ταξείδιον Απαράμιλλον (Εκδόσεις Αρμός, 2017).

Γράφει : Ο Κώστας Τραχανάς


22 Έκφραση

τελευταία νύχτα

Δεν ήταν η μυρωδιά που τον ενοχλούσε.

Ούτε το αίσθημα της υγρασίας και της

ζέστης που απλωνόταν κάτω από την

πλάτη και πίσω από τα πόδια του. Όχι πω

ς του άρεσαν,τα είχε όμως συνηθίσει. Το

βλέμμα της μάνας του ήταν που δεν άντεχε

άλλο.

Η σιωπή της τον τσάκιζε. Τα λόγια

κλεισμένα ανάμεσα στα δόντια και τα

χείλια κλειστά.

Τον έστελνε να βγάλει τα κατουρημένα

στο μπάνιο και να πλυθεί. Διαδικασία

γνωστή καικαθημερινή. Άφηνε τα

λερωμένα στο πλυντήριο, πλενόταν και

φορούσε τα καθαρά που του είχε βγάλει

από το προηγούμενο βράδυ, έτοιμα να τον

περιμένουν. Σίγουρη ότι θα τα χρειαστεί.

Ανίκανος να τη διαψεύσει όλα αυτά τα

χρόνια. Νυχτερινή ενούρηση, είχε πει

ογιατρός στη μάνα του* Υπομονή.

Έτρωγε το πρωινό του, τη φιλούσε στο

μάγουλο και έφευγε για το γυμνάσιο. Με

τους συμμαθητές του δεν είχε πολλές

κουβέντες. Στους καθηγητές του μιλούσε,

όταν του το ζητούσαν.

Το θρανίο του δεν το μοιραζόταν με άλλον.

Μέχρι που ήρθε ο καινούργιος.

— Γιατί κάθεσαι μόνος σου;

— Σε περίμενα.

Κάθισε. Έβγαλε από την τσάντα του ένα

κρουασάν, to έκοψε στη μέση και του

έδωσετο ένα κομμάτι. Μια κενή θέση, μισό

κρουασάν και ο νέος που λεγόταν Αντρέας

έκαναν τη διαφορά από εκείνη τη στιγμή.

Τα πρωινά επαναλάμβανε την καθημερινή

του διαδικασία με πιο γρήγορους ρυθμούς.

Ξέχναγε να φιλήσει τη μάνα του καμιά

φορά, βιαζόταν να φύγει. Καθόταν στο

θρανίο και περίμενε να έρθει ο Αντρέας, να

μοιραστούν το κρουασάν, να μοιραστούν

και λίγες κουβέντες.

Την ώρα του μαθήματος έπαιζαν κρεμάλα

σε μια σελίδα τετραδίου που είχαν κρύψει

ανάμεσά τους κάτω από το θρανίο. Έβαζαν

εύκολες λέξεις για να κερδίζουν και οι δυο.

Μια μέρα ο Αντρέας έβαλε τη λέξη

«πατέρας». Δεν τη συμπλήρωσε. Καθόταν

και τηνκοίταζε με το έψιλον να λείπει.

Γύρισε στον συμμαθητή του.

— Ήταν βράδυ που έφυγε. Πάνε πολλά

χρόνια. Δεν μάθαμε ποτέ γιατί έφυγε και η

μάναμου δεν μιλάει.

- -Δεν βαριέσαι, εμένα σπίτι είναι αλλά

είναι σαν να λείπει. Κουβέντα δεν

αλλάζουμε.

Το βράδυ ξάπλωσε στο κρεβάτι του και

χάζευε το ταβάνι. Δεν άνοιξε τηλεόραση.

Δεν ξεφύλλισε βιβλίο. Σηκώθηκε, πήγε στη

μάνα του. Σιδέρωνε στην κουζίνα. Της είπε

να μηντου αφήσει ρούχα στο μπάνιο για το

πρωί. Θα φορούσε τα ίδια, ήταν καθαρά.

Εκείνη έμεινε με το σίδερο στο χέρι να τον

κοιτάει. Του έκανε νόημα «εντάξει».

Το πρωί ξεκίνησε νωρίτερα για το σχολείο.

Κέρδισε χρόνο που δε χρειάστηκε να κάνει

μπάνιο. Φίλησε τη μάνα του στο μάγουλο

και έφυγε για το γυμνάσιο. Στον δρόμο

κλωτσούσε πετραδάκια. Σταμάτησε

για λίγο στο περίπτερο να αγοράσει

κρουασάν.__

ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΑ:

Γρηγόρης Καραβασίλης

Δημήτρης Κολιούλης

Βαγγέλης Στάμος

Αλίκη Κολιούλη

Σοφία Γρετσίστα

Γράφει η Κωνσταντίνα Πίστα

ΔΙΔΑΣΚΟΥΝ:

ΦΥΣΙΚΗ:

ΧΗΜΕΙΑ:

Κώστας Μήτσιος,

Κώστας Μαστραπάς

Λευτέρης Μαστραπάς Παναγιώτης Μακρής

Κωνσταντίνος Κολιούλης Ειρήνη Τσέτσου

ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ:

Δημήτρης Ζαχαρής

ΥΠΟΛΟΓΙΣΤΕΣ:

Γιώργος Ρίζος

ΦΙΛΟΛΟΓΙΚΑ:

Δώρα Παππά

Κώστας Αγγελόπουλος

ΒΑΣ. ΚΩΝ/ΝΟΥ 42 - ΠΛΑΤΕΙΑ ΑΓΙΑΣ ΣΟΦΙΑΣ - ΑΡΤΑ

Τ. 2681 026 671


Έκφραση

23

Πώς αλλιώς...

Πώς αλλιώς θα βγει μια νύχτα...

Γράψε Ψυχή μου

Μην ξεχάσεις να κλείσεις το φως...

Όσο πιο βαθύ το σκοτάδι γύρω μου

απλώνεται

Τόσο πιο πολύ εσύ αναγεννιέσαι...

Μέσα σε στάχτες

Επικάρδια αποκαΐδια

Πάτα με άλλο λίγο μη φοβάσαι...

Ο φόβος είναι κτήμα μου...

Ζωή μου...

Κι ο πόνος κεκτημένος μου χρυσός...

Χίλια ανέσπερα βράδια

Χάθηκαν

Γιορτάζει ο βυθός...

Απύθμενο πάθος ξεχασμένο...

Τραγούδι μου ο δικός σου ρυθμός...

Παίξε τις νότες Ψυχή μου

Να βρέξει τα αστέρια

σαν δάκρυα ο ουρανός...

Παίξε τις νότες ζωή μου

Με δικές σου ανάσες θ’αρχίσω χορό...

Βήμα βήμα δασκαλεύω τη σιωπή μου

μέσα σου να μην αδράξει...

Μελωδικοί κατατρεγμένοι θεατές

Τα όνειρά μου...

Οι εφιάλτες μου τα σκότωσαν

Μία νύχτα στο χθες...

Γράφει η Νίνα Σαβινά

Η νύχτα κάποτε τελειώνει

Κι όμως η νύχτα κάποτε τελειώνει

και ξημερώνει ο κόσμος με φωτιά

οι νεκροί δεν τραβάν τους ζωντανούς

δεν σέρνεται ο κόσμος στα τυφλά

ό,τι πόνεσε βαθιά πια δεν πληγώνει.

Με νέα γνώση σπάνε οι αλυσίδες

ελεύθερα, ζωντανά, δημιουργικά

η σκουριά καθαρίζεται με αγώνες

ο λόγος αναπτύσσεται διαλεκτικά

κι οι πράξεις δένουνε με ελπίδες.

Στις φωτεινές του αύριο πολιτείες

διασχίζουν τους αιθέρες ενωμένοι

άνθρωποι της νύχτας λαμπηδόνες

κι εμπρός της γης οι κολασμένοι

ανατρέπουν αιώνων δοξασίες.

Μα όσοι γίναν ένα με το τέρας

σ’ ένα παρόν που τάχα διαιωνίζεται

χάθηκαν ζώντας τη ζωούλα τους

γιατί κάθετι ακλόνητο κλονίζεται

κάθετι στέρεο γίνεται αγέρας.

Χρήστος Ευσταθίου, Λονδίνο


24 Έκφραση

Οι πίτες, οι παραλογές

κι η κυρα-λένη

Τ

ις καλύτερες τις πίτες στο χωριό

τις έφτιαχνε η μάνα. Γιορτή στο

σπίτι σαν άνοιγε το φύλλο. Λεπτό

και τόσο διάφανο, έβλεπες απ’ την

άλλη. Κι έπειτα, όσο ψήνονταν, γέμιζε

η γειτονιά μοσχοβολιές: κύμινο,

δυόσμο, κανέλα, γλυκάνισο... Στην αλάνα, όπου παίζαμε, μας έπαιρναν τ’ αρώματα

και τρέχαμε στο σπίτι. Κι έτσι ροδοψημένες όπως έβγαιναν αχνίζοντας από το

φούρνο, δεν πρόφταιναν συνήθως να κρυώσουν.

Τη μέρα εκείνη η μάνα έψησε κρεατόπιτα. Στο τραπέζι σε μιαν άκρη εγώ κατέβαζα

λαίμαργα τη δεύτερη φέτα ψωμί.

— Γιατί δεν τρως την πίτα σου; ρωτά η μάνα.

— Δε θέλω. Δεν πεινάω , λέω.

— Πώς δεν πεινάς; Έχεις φάει όλο το ψωμί. Φάε την πίτα σου.

— Δεν μπορώ. Δε μ’ αρέσει.

— Μα εσύ τις τρως τις πίτες. Άσε τα νάζια και φάε.

— Δε θέλω σου λέω...

Πετάχτηκα έξω κλαίγοντας. Από κοντά η μάνα. Με παίρνει αγκαλιά, εγώ μες στο παράπονο.

Σαν ησυχάζω κάπως, μου λέει:

— Θα μου πεις τώρα γιατί δεν έφαγες την πίτα;

— Σκιάζομαι, μάνα, μην είναι μέσα ο Κωστάκης...

Έμεινε η μάνα να με κοιτάει με μάτια ορθάνοιχτα.

Το μυστικό μου;

Η κυρα-Λένη! Μικρόσωμη, μαυριδερή, είχε τρεις κόρες -σ π ο ύ δ α ζα ν - έφτιαχνε μια κοσμιρή* να

γλείφεσαι, κεντούσε μόνη της τις παρδαλές ποδιές της, πίστευε πω ς υπάρχουν

άγγελοι και φαντάσματα klήξερε να λέει ιστορίες.

Δεν ξεκόλλαγα από κοντά της...

— Πες μου ένα παραμύθι, κυρα-Λένη.

Κι εκείνη άρχιζε. Και σαν τελειώναμε τη Σταχτοπούτα και την Κοκκινοσκουφίτσα, πέρναγε στα

φαντάσματα. Ήταν σίγουρη. Πάνω στη δεξαμενή έβγαινε το φάντασμα της Μαριάς.Τη σκότωσαν οι

Γερμανοί τη μέρα προτού παντρευτεί κι εκείνη στοίχειωσε κι έρχεταιτα βράδια και ψάχνει τον καλό

της...

Ζάρωνα εγώ , έσφιγγα τα δόντια αλλά εκεί:

— Κι άλλο, κυρα-Λένη.

Το φόρτε της ήταν η απαγγελία. Ήξερε απ’ έξω ποιήματα ολόκληρα και τραγούδια. Κιόπως έπλενε τα

πιάτα ή μαγείρευε, σταμάταγε, σκούπιζε τα χέρια στην ποδιά της, έπαιρνεύφος και ξεκίναγε. Και στο

μικρό της μαγερειό ζωντάνευαν μάγισσες, δράκοι, ξωτικά, βασιλοπούλες...

Μου ‘λεγε για την Αρετή που είχε εννιά αδέρφια και που την πάντρεψαν στα ξένα. Κι ομεγάλος της ο


Έκφραση

25

αδερφός, ο Κωνσταντίνος γύρισε από το μνήμα

και πήγε και τη βρήκε, σανζήτησε η μάνα τους να

τη δει.

«Δεν είναι κρίμα κι άδικο, παράξενο μεγάλο

να περπατούν οι ζωντανοί με τους

αποθαμένους...»

Μ’ έκοβε σύγκρυο, κάτω δεν το ‘βαζα όμως.

Ήθελα ν’ ακούσω κιάλλο.

Μια μέρα άρχισε ένα άλλο τραγούδι:

«Ένας Κωστάκης κίνησε σχολείο για να πάει

Τη σάκα του λησμόνησε και σπίτι του γυρνάει

Βλέπει τη μάνα τ’ που ‘παίζε με Τούρκους, με

Εβραίους

Θα δεις το βράδυ στο μπαμπά αν δε σε μαρτυρήσω

Απ’ τα μαλλιά τον άρπαξε και στο κατώι τον πάει

Βγάζει το σουγιαδάκι της, ψιλά τον κομματιάζει

Μετά τραβάει στο μαγερειό και πίτα τόνε

κάμνει...»

Και δώσ ‘ του η κυρα-Λένη φούντωνε και κούναγε

τα χέρια κι αγρίευε τα μάτια:

«...Κάτσε να φας, κάτσε να πιείς, κάτσε να

τραγουδήσεις...»

Μ’ αυτά τα λόγια, η άκαρδη η μάνα σερβίρει τον

Κωστάκη-πίτα στον πατέρα του...

Εδώ ήταν που λύγισα. Έσφιξα τον αρκούδο μου

στο στήθος και πάλεψα να πνίξω το λυγμόπου

μου ανέβαινε στο λαιμό. Τίποτα. Με πήραν τ’

αναφιλητά. Μάταια πάσχιζε η κυρα-Λένη να με

πείσει πω ς όλ’ αυτά είναι παραμύθια.

Πώς να τη φάω εγώ τότε την κρεατόπιτα; Κι αν

είχε μείνει κάτι απ’ τον Κωστάκη μέσα;

Γέλασε η μάνα όταν άκουσε την ιστορία. Όμως,

εγώ , όσο κι αν με πιλάτευε, δεν έβαλα στοστόμα

μου μπουκιά κρεατόπιτα! Για χρόνια.

* Κοσμιρή: Ηπειρώτικη ψευτοτυρόπιτα χωρίς

φύλλο.

Γράφει η Έφη Ντασκαγιάννη

Φ

ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΟ

ΙΛΟΛΟΓΙΚΟΝ

ΚΩΣΤΑΣ ΒΟΥΛΓΑΡΗΣ

ΓΕΩΡΓΙΑ ΚΟΛΙΟΥ - ΠΑΠΑΖΟΓΛΟΥ

Τμήματα:

Γυμνασίου - Λυκείου - ΕΠΑΛ - Αποφοίτων

Διδάσκεται και το μάθημα της Κοινωνιολογίας

... πάμε

ΦΙΛΟΛΟΓΙΚΟΝ

πάμε

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ

Γ. ΜΑΤΣΟΥ 5 - ΑΡΤΑ

Τ. 26810 21021


26 Έκφραση

Περιοδικό Έκφραση Άρτας Τεύχος

28–Ιανουάριος 2022

Υπεύθυνοι Ύλης : Μαρία Δέτσικα ,Κώστας

Τραχανάς

Οικονομική Επιτροπή : Θ.Ψιλόπουλος,

Ν.Αντωνιάδης, E.Νικάκη ,

Ν.Μανούσης (Βουλγαρέλι), Κ.Τραχανάς

Χορηγοί του περιοδικού :

Κουτρούμπας Ιωάννης , Μανακανάτα Ρένα ,

Τραχανάς Κώστας , Τσιώλης Ιωάννης, Τάτση Γεωργία,

Σακκάς Μιχάλης ,Στέφανο ντι Γκρέκο , Μπανιάς

Ιωάννης ,

Ζαρκαλής Τάκης , Κόκκινου Αναστασία , Σδρίμας

Ιωάννης ,

Μπακάρας Παναγιώτης , Μπίζα Δήμητρα ,

Ντασκαγιάννη Έφη ,

Γαλήνα Ελένη , Σαριπαπάζογλου Ντομινίκ ,

Ντασκαγιάννη Λίτσα ,

Πανέλης Νίκος , Ντασκαγιάννη Ευτυχία , Eυσταθίου

Χρήστος,

Μέγας Χρήστος, Κωτσοκώστας Γιάννης , Λάμπρη

Παναγιώτα,

Κατσαούνου Αφροδίτη , Γκανιάτσας Βασίλης ,

Μπανιά Μαρία ,

Γιολδάση Δώρα , Μποκογιάννης Χρυσόστομος

,Νικάκη Λένα.

Ηλεκτρονικό Πολιτιστικό περιοδικό

: www.ekfrasiartas.gr.https://www.

facebook.com/EkfrasiArtas/

Σχεδιασμός και υποστήριξη

ιστοσελίδας του περιοδικού :

web-idea.gr. - Δημήτρης

Μεϊμάρης,Αθήνα,τηλ.211-7705513

Σελιδοποίηση-Δημιουργικό: Ερμιόνη

Ζέρβα

Επικοινωνία : ktraxanas@yahoo.gr

Το περιοδικό είναι αποτέλεσμα

εθελοντικής

εργασίας. Ο κάθε συντάκτης διατηρεί το

δικαίωμα της υποκειμενικότητας της

άποψής του. Η ευθύνη των

ενυπόγραφων

δημοσιεύσεων βαρύνει τους συντάκτες

τους.

Αντωνιάδης Νίκος , Λιαροκάπης Δημήτρης , Θωμάς

Ψιλόπουλος,

Φασιά Παναγιώτα , Γκόκας Χρήστος, Mανούσης

Νίκος,

Βούλγαρη Σταυρούλα , Ρόϊκα Ελένη , Καγκαράς

Ευστάθιος ,

Παπαδημητρίου Νίκος , Μήτσιου Φρίντα ,

Τόδουλος Τάκης ,

Μανούσης Παύλος , Παπανικολάου Ελευθέριος ,

Καλομπάτσου Αθηνά ,

Χατζάρας Ανδρέας , Μπασιούκας Γιώργος , Τριάντου

Όλγα,

Καραβασίλης Χρήστος , Κατσιώτης Βασίλης ,

Κατσιμπογιώργος Γιώργος,

Πολύζος Αλέκος , Στάμος Βαγγέλης, Χάμος Νίκος ,



Hooray! Your file is uploaded and ready to be published.

Saved successfully!

Ooh no, something went wrong!