27.09.2017 Views

ROMANIA of MY HEART

Create successful ePaper yourself

Turn your PDF publications into a flip-book with our unique Google optimized e-Paper software.

ΔΗΜΗΤΡΑ ΣΤΑΣΙΝΟΠΟΥΛΟΥ<br />

Η ΡΟΥΜΑΝΙΑ ΤΗΣ ΚΑΡΔΙΑΣ ΜΟΥ<br />

DIMITRA STASINOPOULOU<br />

ROMÂNIA INIMII MELE


«[...] Οι στόχοι της, προφανείς: μια επιτακτική λαχτάρα να δούμε κι εμείς<br />

”τη Ρουμανία της καρδιάς της” με τα μάτια που την είδε η ίδια, και ν’<br />

αποθαυμάσουμε μαζί της επαύλεις και τρώγλες (σε κώμες και χωριά),<br />

εξαϋλωμένες μορφές (σ’ εκκλησιές κι υπαίθρια παζάρια), το αυτοσχέδιο<br />

βεστιάριο, μα και το καμάρι των γυρολόγων ηρώων της (σε κατώφλια,<br />

βάρκες, κάρα κι ετοιμόρροπους πάγκους)· κοντολογίς, να μετάσχουμε<br />

επιτέλους κι εμείς συνεπαρμένοι στο ιδιοσύστατο παιχνίδι της!<br />

Ο αποκαλυπτικός φακός της, γκρεμίζοντας σύνορα, κάνει τη μεν ξένη<br />

γη ολόδικιά μας, τα δε ρωμαλέα πρόσωπα που απεικονίζονται (και που<br />

κρατούν τόσο περήφανα την υπόστασή τους παρά τα φανερά προβλήματα<br />

– “κι αυτά τα παιδιά φτωχά και σκεφτικά της προλετάριας πλέμπας”,<br />

γράφει ο Εμινέσκου) να λογίζονται μέλη της μεγάλης παγκόσμιας<br />

οικογένειάς μας. Ας δοκιμάσουμε τούτη την οικογένεια −την τελευταία<br />

ελπίδα του ανθρώπου− να την κρατήσουμε οικεία και ζωντανή όπως κι<br />

όσο μπορούμε (φτωχή σάρκα εκ της φτωχής σαρκός μας) με την ίδια<br />

ενάργεια κι αυτοπεποίθηση που ακτινοβολεί το χιλιοπροδομένο βλέμμα<br />

της, με την ίδια ενάργεια κι αυτοπεποίθηση που ακτινοβολεί το συναίσθημα<br />

της φωτογράφου μας [...]».<br />

«Αγαπάς μία χώρα όταν αγαπάς τους ανθρώπους της, και είναι αυτοί<br />

ακριβώς οι άνθρωποι που εμπνέουν βαθιές φιλίες και σε κάνουν να αισθάνεσαι<br />

τη χώρα τους δεύτερη πατρίδα.<br />

Άνθρωποι ανοιχτοί, απλοί, γενναιόδωροι, αισιόδοξοι, γεμάτοι ενέργεια·<br />

άνθρωποι που ακόμα χαμογελούν, έχουν χρόνο να σε κοιτάξουν και να<br />

επικοινωνήσουν μαζί σου. Τους πλησίασα με αγάπη και μου το ανταπέδωσαν<br />

με ζεστασιά και φιλοξενία.<br />

Προσωπικά, μ’ αυτό το βιβλίο εκφράζω ένα μικρό μέρος απ’ το “ευχαριστώ”<br />

που χρωστώ σε αυτήν τη χώρα της καρδιάς μου, που με δέχτηκε με<br />

τόση αμεσότητα κι αγάπη.<br />

Τα νερά του Δούναβη και της Μαύρης Θάλασσας, οι κοινές αξίες και η<br />

τόσο μεγάλη ιστορία που μοιραζόμαστε, ένωσαν και συναδέλφωσαν<br />

τους δύο λαούς, και θα συνεχίσουν να τους ενώνουν [...]».<br />

Δήμητρα Στασινοπούλου<br />

Τάκης Καλογερόπουλος<br />

«[...] Dorinţa autoarei este evidentă. O dorinţă intensă de a vedea şi<br />

noi “România ei” cu aceiaşi ochi cu care ea însăşi o vede şi să admirăm<br />

împreună vilele sau bordeiele, trăsăturile atât de elocvente ale<br />

chipurilor surprinse în biserici şi târguri, demnitatea nativă a eroilor<br />

ei, micii vânzători ambulanţi (pe praguri de case, în bărci, în căruţe sau<br />

aşezaţi pe bănci dărăpănate).<br />

Este firesc deci ca aceste fotografii să inspire poezie. Mânuit de ea,<br />

obiectivul aparatului desfiinţează hotarele, face pământul străin să<br />

devină al ei. Chipurile acelor oameni care îşi păstrează demnitatea în<br />

ciuda greutăţilor vieţii –“copii săraci şi sceptici ai plebei proletare”, după<br />

cum scria Eminescu–, sunt membri ai marii noastre familii internaţionale.<br />

Să intrăm cu toţii în această familie –ultima speranţa a omului– să ne- o<br />

păstrăm vie cu demnitate oricum şi oricât putem (trup din trupul nostru)<br />

cu aceeaşi vivacitate şi incredere în noi înşine cu care autoarea îşi exprimă<br />

sentimentele [...]».<br />

«Iubeşti o ţară atunci când îi iubeşti oamenii; ei, care inspiră prietenii<br />

pr<strong>of</strong>unde, te fac să le simţi ţara ca pe a doua ta patrie. Oameni deschişi,<br />

simpli, generoşi, optimişti, plini de energie.<br />

Oameni care încă zâmbesc, au timp să te privească şi să comunice cu<br />

tine. I-am abordat cu dragoste şi mi-au răspuns cu căldură şi ospitalitate.<br />

Personal, prin această carte adresez o mică parte din imensul<br />

“mulţumesc” pe care-l datorez acestei ţări “a inimii mele”, care m-a<br />

primit cu atâta deschidere şi dragoste.<br />

Apele Dunării şi ale Mării Negre, valorile comune şi lunga istorie comună<br />

pe care o împărţim au unit şi au înfrăţit cele două popoare ale noastre şi<br />

vor continua să le unească [...]».<br />

Dimitra Stasinopoulou<br />

Takis Kalogeropoulos


Η ΡΟΥΜΑΝΙΑ ΤΗΣ ΚΑΡΔΙΑΣ ΜΟΥ<br />

ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ – ΚΕΙΜΕΝΑ<br />

ΔΉΜΗΤΡΑ ΣΤΑΣΙΝΟΠΟΎΛΟΥ<br />

ROMÂNIA INIMII MELE<br />

FOTOGRAFII – TEXTE<br />

DIMITRA STASINOPOULOU


ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ<br />

Η ΔHΜΗΤΡΑ ΣΤΑΣΙΝΟΠΟΥΛΟΥ γεννήθηκε στην Αθήνα το 1953. Μετά τις<br />

σπουδές της, εργάστηκε για 20 χρόνια στην Τράπεζα Chase Manhattan, απ’ όπου<br />

και παραιτήθηκε το 1994 για να εργασθεί στην ΙMEDICA S.A., τη φαρμακευτική<br />

εταιρία που δημιούργησε ο σύζυγός της Γιάννης Στασινόπουλος, στη Ρουμανία. Απο<br />

τότε μοιράζει το χρόνο της μεταξύ των δύο χωρών. Με τη φωτογραφία ασχολείται<br />

ερασιτεχνικά τα τελευταία δύο χρόνια. ‘Εχουν δυο γιους, τον Νίκο και τον Κώστα, που<br />

επίσης εργάζονται στη Ρουμανία.<br />

Η ΡΟΥΜΑΝΙΑ ΤΗΣ ΚΑΡΔΙΑΣ ΜΟΥ<br />

Δήμητρα Στασινοπούλου<br />

NOTĂ BIOGRAFICĂ<br />

DIMITRA STASINOPOULOU s-a născut la Atena în 1953. După studii, a lucrat timp<br />

de 20 de ani la Banca Chase Manhattan, de unde s-a retras în 1994 ca să lucreze la<br />

IMEDICA S.A., societatea farmaceutică fondată de soţul ei, Yannis Stasinopoulos, în<br />

România. De atunci îşi împarte timpul între cele două ţări. Cu fotografia se ocupă<br />

doar ca amator în ultimii doi ani. Au doi băieţi, Nikos şi Kostas, care lucrează şi ei în<br />

România.<br />

ROMÂNIA INIMII MELE<br />

Dimitra Stasinopoulou


©<br />

Copyright Δήμητρα Στασινοπούλου, Αθήνα 2005<br />

Κρίτωνος 57<br />

16674 Γλυφάδα, Αθήνα<br />

e mail: dimitra@imedica.ro<br />

©<br />

Copyright Dimitra Stasinopoulou, Atena 2005<br />

IMEDICA S.A. Soseaua Bucuresti - Ploiesti 141D,<br />

Bucureşti<br />

e mail: dimitra@imedica.ro<br />

Στον Ηπειρώτη πατέρα μου, Κώστα Παπαγιάννη, που δεν το πρόλαβε,<br />

Στον άντρα μου, που το στήριξε,<br />

Και στα παιδιά μας, με την ευχή να αγαπήσουν τη Ρουμανία όσο και εμείς.<br />

ΕΚΔΟΣΗ<br />

Γιάννης και Δήμητρα Στασινοπούλου<br />

EDIŢIA<br />

Yiannis şi Dimitra Stasinopoulou<br />

ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΙΚΟΣ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ<br />

Φοίβη Σκοτίδα<br />

ΣΥΜΒΟΥΛΟΣ ΕΚΔΟΣΗΣ<br />

Ιρίνα Ταπαλάγκα<br />

ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΣΤΑ ΡΟΥΜΑΝΙΚΑ<br />

Ελένα Λάζαρ<br />

ΔΙΟΡΘΩΣΗ ΚΕΙΜΕΝΩΝ<br />

Δημήτρης Ανανιάδης<br />

MACHETARE ARTISTICĂ<br />

Fivi Skotida<br />

CONSILIER EDITORIAL<br />

Irina Tapalagă<br />

TRADUCERE ÎN LIMBA ROMÂNĂ<br />

Elena Lazăr<br />

REDACTOR<br />

Dimitris Ananiadis<br />

Tatălui meu epirot, Kostas Papayannis, care n-a apucat să vadă cartea,<br />

Soţului meu, care m-a sprijinit,<br />

Şi copiilor noştri, cu urarea să iubească România ca şi noi.<br />

ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΣΧΕΔΙΑΣΕ ΚΑΙ ΕΠΙΜΕΛΗΘΗΚΕ<br />

Η ΔΗΜΗΤΡΑ ΣΤΑΣΙΝΟΠΟΥΛΟΥ<br />

EDIŢIA A FOST PROIECTATĂ ŞI ÎNGRIJITĂ<br />

DE DIMITRA STASINOPOULOU<br />

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση ή αναπαραγωγή του παρόντος έργου στο<br />

σύνολό του ή τμημάτων του με οποιονδήποτε τρόπο αναπαραγωγής έργου<br />

λόγου ή τέχνης χωρίς την προηγούμενη γραπτή άδεια των κατόχων του<br />

Copyright.<br />

Este interzisă republicarea sau reproducerea prezentei lucrări, în totalitate<br />

sau parţial, în orice formă de reproducere scrisă sau artistică, fără un prealabil<br />

acord scris al deţinătorilor de Copyright.<br />

ΕΚΤΟΣ ΕΜΠΟΡΙΟΥ<br />

NOT FOR SALE


ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ<br />

CUPRINS<br />

ΠΡΟΛΟΓΟΣ<br />

Τάκης Καλογερόπουλος 8<br />

Η ΡΟΥΜΑΝΙΑ ΤΗΣ ΚΑΡΔΙΑΣ ΜΟΥ<br />

Δήμητρα Στασινοπούλου 12<br />

ΟΙ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ<br />

Η ύπαιθρος και οι άνθρωποί της 27<br />

Εκκλησίες και μοναστήρια 161<br />

Αστική αρχιτεκτονική 221<br />

Βουκουρέστι 263<br />

Το Δέλτα του Δούναβη 313<br />

PROLOG<br />

Takis Kalogeropoulos<br />

ROMÂNIA INIMII MELE<br />

Dimitra Stasinopoulou 13<br />

FOTOGRAFII<br />

Ţara şi oamenii ei 27<br />

Biserici şi mănăstiri 161<br />

Arhitectura urbană şi Bucureşti 221<br />

Bucureşti 263<br />

Delta Dunării 313<br />

9<br />

ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΕΣ 346<br />

MULŢUMIRI<br />

347


ΠΡΟΛΟΓΟΣ<br />

PROLOG<br />

Ποιος είναι στ’ αλήθεια ο «ερασιτέχνης»;<br />

Πολλοί λένε πως είναι «ο παρέργως και ουχί συστηματικώς ασχολούμενος με την τέχνην ή την επιστήμην, άρα ο κινούμενος είτε προς απλήν<br />

διασκέδασιν είτε υπό κοινωνικής ματαιοδοξίας». Άλλοι πάλι λένε πως είναι «ο ατζαμής» (εξαιτίας της μη συστηματικής ενασχόλησης με το<br />

αντικείμενο της προτίμησής του). Όλοι αυτοί ασφαλώς έχουν ξεχάσει πως ο όρος αποτελεί κράμα των λέξεων «έρως» και «τέχνη», και καθιερώθηκε<br />

για να χαρακτηρίσει τον πραγματικό φιλότεχνο, τον εραστή της τέχνης, αυτόν που καλλιεργεί το αντικείμενό του, ορμώμενος από<br />

καθαρή αγάπη ή ψυχική ευχαρίστηση.<br />

Γι´ αυτό λοιπόν, ο ερασιτέχνης που προλογίζει το ερασιτεχνικό αυτό βιβλίο, εύχεται μ’ όλη τη δύναμη της ερασιτεχνικής του καρδιάς να<br />

υπάρξουν κι άλλοι ερασιτέχνες με την ποιότητα και την αισθαντικότητα της δημιουργού του Δήμητρας Στασινοπούλου, η οποία, σημειωτέον,<br />

μέσα απ’ τις σελίδες του πραγματώνει τη μεγάλη της αγάπη τόσο προς τη φωτογραφία όσο και προς τη «δεύτερη πατρίδα» της, τη<br />

Ρουμανία.<br />

Πρόκειται για μια φρέσκια ματιά αγάπης και τρυφερότητας, ένα ατέλειωτο φολκλορικό τραγούδι (διάλογος με την Ντόκια και τις λοιπές<br />

νεράιδες της τοπικής παράδοσης) που όχι μόνο δικαιώνει το ρουμάνικο τοπίο και τους ανθρώπους του, αλλά κάτι παραπάνω· αφήνει παρακαταθήκη<br />

αισιοδοξίας και αγνής αισθητικής όχι σ’ έναν στενά οριοθετημένο τοπικισμό, μα σ’ έναν πανανθρώπινο «εθνικισμό»: το συναίσθημα!<br />

Η σκηνογραφική τυχαιότητα των εικόνων του βιβλίου, που γι’ άλλους αποτελεί ελάττωμα, εδώ όχι μόνο γίνεται προτέρημα, μα εξασφαλίζει<br />

μαγική γνησιότητα κι ανεπιτήδευτη ομορφιά. Κι είναι αξιοσημείωτο πως, σε πολλές απ’ τις περιεχόμενες φωτογραφίες, αυτή η τυχαιότητα<br />

υποκλίνεται στο ταλέντο της φωτογράφου και της εξασφαλίζει τόσο ταιριαστά «φόντα» που, βλέποντάς τα, είσαι έτοιμος ν’ αρνηθείς την<br />

παρουσία της μπροστά στην αντίπαλό της, την επιμελημένη σκηνοθεσία!<br />

Τα σύμβολά της (ένας κήπος, ένα σλέπι, ένα ξυλόγλυπτο, ένα βλέμμα κτλ.) εξίσου απλά (όσο απλός είν’ ο Κόσμος στον «Ερωτικό Λόγο» του<br />

Σεφέρη)· Τα χρώματά της (ένα πέταγμα με τα φτερά της Ίριδας, μια κόκκινη καυτερή πιπεριά, ένα ροζ μπλουζάκι) εξίσου ανεπιτήδευτα` δηλαδή<br />

έντονα (όσο έντονα τα χρώματα της ρουμάνικης σημαίας και της πατροπαράδοτης ελληνορουμάνικης αδελφοποίησης)· οι στόχοι της,<br />

προφανείς: μια επιτακτική λαχτάρα να δούμε κι εμείς «τη Ρουμανία της καρδιάς της» με τα μάτια που την είδε η ίδια, και ν’ αποθαυμάσουμε<br />

μαζί της επαύλεις και τρώγλες (σε κώμες και χωριά), εξαϋλωμένες μορφές (σ’ εκκλησιές κι υπαίθρια παζάρια), το αυτοσχέδιο βεστιάριο, μα<br />

και το καμάρι των γυρολόγων ηρώων της (σε κατώφλια, βάρκες, κάρα κι ετοιμόρροπους πάγκους) κοντολογίς, να μετάσχουμε επιτέλους κι<br />

εμείς συνεπαρμένοι στο ιδιοσύστατο παιχνίδι της!<br />

Για να μας πείσει και να μας δελεάσει, τοποθετεί τη μηχανή της στα ανεπαίσθητα κύματα της χλόης, στα τρυφερά καλάμια της ακροποταμιάς<br />

και στα λαχταριστά ζαρζαβάτια των λαϊκών αγορών της ρουμάνικης υπαίθρου. Παράλληλα, μπροστά στα μάτια μας παρελαύνουν πρόσωπα<br />

που δεν εκπροσωπούν μόνο τον εαυτό τους, αλλά κι όλη την ιστορία της ντόπιας (και της παγκόσμιας) φτωχολογιάς, που ό,τι και να ’παθε<br />

στη διάρκεια αιώνων κοινωνικής βαρβαρότητας, ατενίζει κατάματα το φακό και το μέλλον, συγκρατώντας με φωτεινή αξιοπρέπεια κόπους,<br />

αγωνίες, δάκρυα, και –γιατί όχι;– τη βαθιά ειρωνεία, χάρη στην οποία κρατιέται ακόμα όρθια και πορεύεται.<br />

Ce înseamnă cu adevărat „artist amator”?<br />

Mulţi sunt de părere că artistul amator este acela care are preocupări artistice (sau ştiinţifice) oarecum superficiale, lipsite de<br />

rigoarea studiului sistematic, izvorâte din pasiune şi, eventual, din vanitate socială. Ei dau sintagmei o nuanţă peiorativă, acuzând<br />

nepr<strong>of</strong>esionalismul şi abordarea nesistematică a domeniului. Uitând sau ignorând înţelesul străvechiului etimon latin, neschimbat<br />

până astăzi, cum neschimbată este şi forma cuvântului în româneşte: amator–is “cel care iubeşte”.<br />

Editoarea albumului este şi ea o artistă amatoare. Îşi doreşte din tot sufletul să descopere şi alţi artişti de calitatea şi sensibilitatea<br />

autoarei Dimitra Stassinopoulou care, prin intermediul paginilor acestui album, dovedeşte o dragoste mistuitoare faţă de arta<br />

fotografică, şi – mai ales – faţă de cea de-a doua ei patrie, România.<br />

Este vorba despre o privire plină de prospeţime, dragoste şi tandreţe, un cântec folcloric fără de sfârşit (un dialog cu Dochia şi cu<br />

zânele din basme) care nu numai că exprima în esenţă meleagurile româneşti şi pe locuitorii acestora, dar transmite, privitorului,<br />

prin intermediul lor, sentimentul plenar de bucurie în faţa vieţii – o viziune estetică depăşind, în puritatea ei, orice specific regional<br />

şi devenind general-umană.<br />

Un sentiment asemănător bucuriei sincere din jocurile copilăriri, un sentiment care ne cheamă să-i împărtăşim seninătatea, amintindune<br />

de versurile lui Mihai Eminescu (tradus în greceşte deRita Bubi-Papas): „Chiar moartea când va stinge lampa vieţii finite/ Vi s-a părea<br />

un înger cu părul blond şi des“.<br />

Spontaneitatea, absenţa punerii în scenă a imaginilor, conferă acestui album originalitate şi o frumuseţe magică. În cele mai multe<br />

dintre fotografii intuiţia artistei încadrează subiectul cu o expresivitate care ar face inutilă orice scenografie, oricât de bine studiată.<br />

Imaginile-simbol: o grădină, un opaiţ, o sculptură în lemn, o privire ş.a., sunt tot atât de simple ca şi lumea în limbajul erotic al lui<br />

Seferis.Culorile-simbol: roşul intens ,tot atât de intens după cum şi culorile steagului românesc şi ale frăţiei româno-elene. Dorinţa<br />

autoarei este evidentă. O dorinţă intensă de a vedea şi noi „România ei” cu aceiaşi ochi cu care ea însăşi o vede şi să admirăm împreună<br />

vilele sau bordeiele, trăsăturile atât de elocvente ale chipurilor surprinse în biserici şi târguri, demnitatea nativă a eroilor ei, micii<br />

vânzători ambulanţi (pe praguri de case, în bărci, în căruţe sau aşezaţi pe bănci dărăpănate).<br />

Alteori îşi îndreaptă aparatul de fotografiat spre unduirile ierbii, spre trestia fragedă de pe malurile râurilor, dar şi spre savuroasele<br />

zarzavaturi ale pieţelor provinciale, descoperind, pentru noi, unicitatea şi expresivitatea detaliului.<br />

Portretele care însufleţesc paginile acestui album vorbesc nu numai despre unicitatea chipului uman, ci şi despre întreaga istorie,<br />

aspră şi adesea dureroasă, a oamenilor de pe aceste locuri. Şi poate despre oamenii din întreaga lume, despre semenii noştri, care,<br />

orice ar fi suportat pe parcursul veacurilor de vicisitudine socială, privesc cu curaj nu numai spre camera de luat vederi, dar şi spre viitor,<br />

ascunzându-şi cu o demnitate luminoasă greutăţile, neliniştea, lacrimile şi observând clipa cu detaşarea adesea ironică a eternităţii.<br />

10 11


Το συναίσθημα –επιμένω, γιατί εδώ εδράζονται όλες οι σελίδες του παρόντος βιβλίου– αποτελεί όχι μόνο βασικό κίνητρο, αλλά και πυρήνα<br />

γνησιότητας κάθε φωτογραφίας. Αυτό είναι που «ζωογονεί» την ποικιλομορφία των φευγαλέων και των ρεαλιστικών στοιχείων, με το μάτι<br />

της φωτογράφου να περιδιαβάζει χωρίς συγκεκριμένο σχέδιο, προσφέροντας δεκάδες αποδείξεις αυθεντικής καλλιτεχνικής αναζήτησης,<br />

που, γαντζωμένη σε πολλές και διάφορες πλευρές της αγροτικής ρουμάνικης πραγματικότητας, συλλαμβάνει και παρουσιάζει –ίσως και<br />

ερμηνεύει– την πεμπτουσία της σύγχρονης (ρουμάνικης;) ζωής.<br />

Είναι λοιπόν φυσικό, οι φωτογραφίες της να αποπνέουν ποίηση! Μια ποίηση φωτεινή, καθάρια, χωρίς υπονοούμενα και διανοητικές ίντριγκες<br />

(σαν μια «ντόινα», το λαϊκό ρουμάνικο τραγούδι της φύσης, της αγάπης και της αδιόρατης μελαγχολίας). «Η Ρουμανία της» γίνεται<br />

ένας τόπος για όλους. Ο αποκαλυπτικός φακός της, γκρεμίζοντας σύνορα, κάνει τη μεν ξένη γη ολόδικιά μας, τα δε ρωμαλέα πρόσωπα που<br />

απεικονίζονται (και που κρατούν τόσο περήφανα την υπόστασή τους παρά τα φανερά προβλήματα – «κι αυτά τα παιδιά φτωχά και σκεφτικά<br />

της προλετάριας πλέμπας», γράφει ο Εμινέσκου) να λογίζονται μέλη της μεγάλης παγκόσμιας οικογένειάς μας. Ας δοκιμάσουμε τούτη<br />

την οικογένεια –την τελευταία ελπίδα του ανθρώπου– να την κρατήσουμε οικεία και ζωντανή όπως κι όσο μπορούμε (φτωχή σάρκα εκ της<br />

φτωχής σαρκός μας), με την ίδια ενάργεια κι αυτοπεποίθηση που ακτινοβολεί το χιλιοπροδομένο βλέμμα της, με την ίδια ενάργεια κι αυτοπεποίθηση<br />

που ακτινοβολεί το συναίσθημα της φωτογράφου μας.<br />

Η οποία φωτογράφος –κι αυτό επίσης πρέπει να τονιστεί ιδιαίτερα– δεν κάνει τέχνη. Ευφραίνεται, εμπνέεται, και «κλικ!», απαθανατίζει χωρίς<br />

δεύτερη σκέψη τα αντικείμενα που την ερέθισαν, παγιδευμένη κι η ίδια στο κέντρο αυτού του ερεθισμού. Δεν παίρνει δεκάδες στιγμιότυπα<br />

του κάθε ειδώλου της από διάφορες πλευρές και με διάφορα διαφράγματα και φίλτρα. Εκείνη, απλά και μόνο παγιδεύει με τη μηχανή της<br />

τα ψίχουλα του χρόνου, όπως ακριβώς τρίβονται απ’ τα δάχτυλα του Θεού κι όπως ακριβώς τα μαζεύει ένα ένα με το μάτι, το ένστικτο και<br />

την καρδιά της! Έτσι μας παρουσιάζει φωτογραφίες «ναΐφ» (τόσο «αφελείς», όσο «αφελής» μπορεί να είναι η ίδια η πραγματικότητα...). Και<br />

μένουμε ηλιοπότες κι εκστατικοί μπροστά στη μαγγανεία των αποτελεσμάτων της, όπως συμβαίνει με τα έργα όλων των μεγάλων «ναΐφ»,<br />

που μας γεμίζουν αγαλλίαση άσχετα με το επίπεδο της θλίψης ή της τεχνικής αρτιότητας με την οποία εκφράζοναι. Η φωτογράφος μας δεν<br />

κάνει τέχνη· κάνει μεγάλη τέχνη!<br />

Γι’ αυτό ακριβώς Η Ρουμανία της Καρδιάς μου, πέρα απ’ την εντοπιότητα του τίτλου της, προεκτείνεται ως ψευδώνυμο κοσμοπολιτισμού<br />

και δη ελληνισμού! Η λιτότητα των μέσων έκφρασης, το άπλετο φως, το φυσικό χρώμα και το κλασικό «στήσιμο» των θεμάτων (ιδιότητες<br />

άλλωστε και του «ναΐφ») πιστοποιούν του λόγου το αληθές. Άγγελοι και διάβολοι, ζώα, λουλούδια, ποτάμια, σπίτια, φατσούλες, πανάρχαια<br />

έθιμα, παραδοσιακοί Εβραίοι και τσιγγάνικες μορφές (που αφθονούν), κι ανάμεσά τους βουνά, τα πολύχρωμα καλούδια του περιβολιού της<br />

Αμάλθειας, συνθέτουν το ψηφιδωτό πανόραμα του παρόντος βιβλίου.<br />

Τέλος, αν η τόσο ευαίσθητη δημιουργός γινόταν να εισχωρήσει μέσα μας για να φωτογραφίσει το φως που ρίχνουν ώς τα μύχια της ερασιτεχνικής<br />

ψυχής μας οι πανέμορφες φωτογραφίες της, σίγουρα θα της καιγόταν το φιλμ!<br />

Sentimentul constituie nu numai stimulentul esenţial dar şi nucleul central al originalităţii fiecărei fotografii. Acesta e cel care dă viaţă<br />

varietăţii elementelor spontane şi reale cu ochiul fotografului care cercetează de jur împrejur fără un plan prelabil conceput, într-o<br />

autentică cercetare artistică care strâns legată de diverse părţi ale realităţii rurale româneşti concepe, prezintă şi interpretează<br />

esenţa vieţii româneşti contemporane.<br />

Este firesc deci ca aceste fotografii să inspire poezie. Poezie luminoasă, limpede, fără subînţelesuri şi interpretări savante. Expresivă<br />

precum doina, cântecul popular românesc al naturii, al dragostei şi al unei melancolii imperceptibile, România autoarei se transformă<br />

într-un tărâm care ne aparţine, sufleteşte, tuturor. Mânuit de ea, obiectivul aparatului desfiinţează hotarele, face pământul străin<br />

să devină al ei. Chipurile acelor oameni care îşi păstrează demnitatea în ciuda greutăţilor vieţii – „copii săraci şi sceptici ai plebei<br />

proletare”, după cum scria Eminescu–, sunt membri ai marii noastre familii internaţionale. Să intrăm cu toţii în această familie –ultima<br />

speranţa a omului– să ne-o păstrăm vie cu demnitate oricum şi oricât putem( trup din trupul nostru) cu aceeaşi vivacitate şi incredere<br />

în noi înşine cu care autoarea îşi exprimă sentimentele.<br />

Autoarea acestui album nu şi-a propus, deliberat, o structură conceptuală, savant construită, a artei sale. A acţionat spontan, stimulată<br />

de subiect, implicându-se sufleteşte în imagini. N-a detaliat zeci de secvenţe ale vreunui subiect-idol din diverse poziţii, ci a strâns cu<br />

aparatul ei firimituri ale eternităţii, pe care parcă Dumnezeu le-ar fi presărat cu degetele Lui. Le-a adunat, una câte una cu privirea, cu<br />

instinctul şi cu inima. Sunt fotografii „naïve”, atât de naïve pe cât însăşi realitatea poate fi. Rămânem uimiţi şi extaziaţi în faţa magiei<br />

rezultatului final (ca şi atunci când contemplam lucrările marilor artişti „naivi”). Şi înţelegem că avem în faţă o realizare artistică de<br />

excepţie.<br />

Dincolo de titlu, Rοmânia inimii Mele aparţine universalului şi ,implicit, elenismului. Simplitatea mijloacelor de expresie, lumina<br />

intensă, culorile naturale şi „regizarea” clasică a tematicii (caracteristici specifice artei naïve) recompun cu realism o lume. Îngeri şi<br />

diavoli la un loc, flori şi animale, râuri, case, chipuri de copii, obiceiuri străvechi, evrei tradiţionali, figuri de ţigani (din plin!) şi, printre<br />

toate acestea, munţi, culorile vii ale poienilor miticei Amaltheea, alcătuiesc, într-un sugestiv mozaic, substanţa prezentului album.<br />

Închidem copertele unui album care ne-a adus în suflet o străfulgerare de bucurie şi lumină. Atât de puternică, încât ar „topi“ orice<br />

peliculă fotografică.<br />

Takis Kalogeropoulos, Compozitor Muzicolog<br />

Atena, Noiembrie 2005<br />

Τάκης Καλογερόπουλος, Συνθέτης, Μουσικολόγος<br />

Αθήνα, Νοέμβριος 2005<br />

12 13


Η ΡΟΥΜΑΝΙΑ ΤΗΣ ΚΑΡΔΙΑΣ ΜΟΥ<br />

ROMÂNIA INIMII MELE<br />

Αγαπάς μία χώρα όταν αγαπάς τους ανθρώπους της, και είναι αυτοί<br />

ακριβώς οι άνθρωποι που εμπνέουν βαθιές φιλίες και σε κάνουν<br />

να αισθά νε σαι τη χώρα τους δεύτερη πατρίδα.<br />

Εδώ και δύο χρόνια ξεκίνησα να φωτογραφίζω τη Ρου μανία της<br />

καρδι άς μου, τόσο από μια ανάγκη να κα τα γράψω και την ασύλληπτη<br />

«εξωτερική» ομορφιά της χώρας –όπως εί χα ήδη κα τα γράψει<br />

μέσα μου την «εσωτε ρι κή» της ομορφιά–, όσο και από μία παρόρμηση<br />

να μοιραστώ την ομορφιά αυτή με τους φίλους μου.<br />

Η σημερινή Ρουμανία θυμίζει κάποιο κομ μά τι της Ελ λάδας του<br />

1950 που έχει για πάντα χαθεί. Η χώρα αλλάζει γρήγορα, ε κ μο ν τερ<br />

νί ζεται, παγκοσμιοποιείται. Αυτές οι αλλαγές αλλοιώνουν το πρόσωπο,<br />

αλλά και τον τρόπο ζωής των ανθρώπων της. Ταξιδεύοντας<br />

στα ενδότερα της υπέροχης αυτής χώ ρας, ένι ω σα ότι βρίσκομαι σε<br />

ένα περιβάλλον εξαιρετικά οικείο, με παρόμοιες συ νήθειες, παραδόσεις,<br />

αξίες με εκείνες της πατρίδας μου, και με κοινές θρησκευτικές,<br />

κοι νω νικές, ηθικές, πνευ ματικές, αι σ θη τι κές και καλλιτεχνικές<br />

ανησυχίες. Έμεινα έκπληκτη μπροστά στη φυσική ομορφιά της,<br />

τον πλούτο της γης, τη λαϊκή τέχνη, τα μνημεία και την εντυπωσιακή<br />

αστική αρχιτεκτονική της.<br />

Αυτό που με συγκινεί περισσότερο είναι οι απλοί άνθρώποι, η ζωή<br />

τους, όπως και η καρτερικότητά τους μπροστά στη δύσκολη καθημερινότητα<br />

που βιώνουν. Βλέ ποντας τα εκφραστικά πρόσωπά<br />

τους, αντιλαμβάνεσαι το α ξι ο θαύ μα στο «μείγμα» που δημιουργεί<br />

η προσπάθεια για την επιβίωση με τη δίψα για πρόοδο, ο πόνος<br />

και η αντοχή με την περηφάνια και την αξιοπρέπεια. Άνθρωποι<br />

ανοιχτοί, απλοί, γενναιόδωροι, αισιόδοξοι, γεμάτοι ενέργεια· άνθρωποι<br />

που ακόμα χαμογελούν, έχουν χρόνο να σε κοιτάξουν και<br />

να επικοινωνήσουν μαζί σου. Τους πλησίασα με αγάπη και μου το<br />

ανταπέδωσαν με ζεστασιά και φιλοξενία. Οι φωτογραφίες τους<br />

αποπνέουν το αίσθημα της χαράς της ζωής, είναι ένα άνοιγμα αισιοδοξίας<br />

στο μέλλον.<br />

Κατά τη γνώμη μου, υπάρχουν μεγάλες ομοιότητες μεταξύ των<br />

λα ών της Ελλάδας και της Ρουμανίας· δεν είναι τυχαίο ότι οι στενές<br />

σχέσεις αλληλεπίδρασης μεταξύ τους υφίστανται ήδη από τα<br />

χρόνια της απώτατης αρχαιότη τας. Στην ιστορική αναδρομή που<br />

ακολουθεί προσπάθησα να συνοψίσω τους ιστορικούς και πολιτιστικούς<br />

δεσμούς των δύο λαών, ελπίζοντας στη βελτίωση της κατανόησης<br />

μεταξύ τους.<br />

Σε αντίθεση με άλλους λαούς «διαβατικούς» που πέρασαν από τη<br />

χώρα, οι Έλληνες εγκλιματίστηκαν, θεωρώντας τη Ρουμανία δεύτερη<br />

πατρίδα τους. Στο πέρασμά τους άφησαν ίχνη ανεξίτηλα και<br />

αναμνήσεις στον φιλόξενο λαό της Ρουμανίας: εκκλησίες, αρχοντικά,<br />

σχολεία, ιδρύματα, με άλλες χρήσεις σήμερα, πόλεις όπου<br />

άφησαν την ψυχή τους, χωρίς να ξεχνούν ωστόσο ποτέ το γένος<br />

και την καταγωγή τους.<br />

Τα τελευταία χρόνια πολλοί Έλληνες δραστηριοποιούνται και πάλι<br />

στη Ρου μανία. Ενδόμυχη ελπίδα μου είναι τούτο το βιβλίο να τους<br />

κάνει να τη γνωρίσουν λίγο καλύτερα και να την αγαπήσουν περισ<br />

σότερο. Ας μην ξεχνάμε ότι οφείλουμε χρέη αξεπλήρωτα σ’ αυτήν<br />

τη χώ ρα της βαλκανικής γειτονιάς μας, που, εκτός των άλλων,<br />

επάνδρωσε τη Φιλι κή Εταιρεία. Γι’ αυτό και την παρακολουθούμε<br />

με χαρά να παίρ νει, μέρα τη μέρα, τη θέση που της αρμόζει στην<br />

Ευρώπη.<br />

Προσωπικά, μ’ αυτό το βιβλίο εκφράζω ένα μικρό μέρος απ’ το «ευχαριστώ»<br />

που χρωστώ σε αυτήν τη χώρα της καρδιάς μου, που με<br />

δέχτηκε με τόση αμεσότητα κι α γάπη.<br />

Η ΟΜΟΡΦΙΑ, Ο ΠΛΟΥΤΟΣ ΚΑΙ Η ΜΟΝΑΔΙΚΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΧΩΡΑΣ<br />

Η περιγραφή μίας χώρας σαν τη Ρουμανία δεν θα μπορούσε να περιοριστεί<br />

στις εισαγωγικές σελίδες αυτού του βιβλίου· οι φωτογραφίες<br />

που ακολουθούν –όλες τραβηγμένες στη διάρκεια σύντομων<br />

Iubeşti o ţară atunci când îi iubeşti oamenii; ei, care inspiră<br />

prietenii pr<strong>of</strong>unde, te fac să le simţi ţara ca pe a doua ta patrie.<br />

În urmă cu doi ani am început să fac fotografii în România inimii<br />

Mele din nevoia de a surprinde şi frumuseţea „exterioară”,<br />

fără seamăn a ţării, aşa cum în sufletul meu fusese întipărită<br />

frumuseţea ei „interioară”, dorind s-o împărtăşesc astfel<br />

prietenilor mei.<br />

România de azi aminteşte într-un fel de Grecia anilor 50 care<br />

s-a pierdut odată pentru totdeauna. Ţara se schimbă repede, se<br />

„modernizează”, se „globalizează”. Aceste schimbări transformă<br />

„persoanele” dar şi modul de viaţă al oamenilor. Călătorind în<br />

„înlăuntrul” acestei superbe ţări, am simţit că mă aflu într-un<br />

mediu extraordinar de familiar, cu obiceiuri, tradiţii şi valori<br />

asemănătoare cu cele din patria mea, cu nelinişti religioase,<br />

sociale, morale, spirituale, estetice şi artistice comune. Am rămas<br />

surprinsă în faţa frumuseţii ei naturale, a bogăţiei pământului,<br />

în faţa artei populare, a monumentelor şi a impresionantei ei<br />

arhitecturi urbane.<br />

Ceea ce mă emoţionează în mod deosebit sunt oamenii simpli,<br />

viaţa lor, ca şi răbdarea dovedită în faţa greutăţilor traiului<br />

cotidian. Văzându-le chipurile expresive, îţi dai seama de<br />

„amestecul” admirabil pe care-i creează efortul de supravieţuire<br />

cu setea de progres, durerea şi rezistenţa cu orgoliul şi<br />

demnitatea. Oameni deschişi, simpli, generoşi, optimişti, plini<br />

de energie. Oameni care încă zâmbesc, au timp să te privească şi<br />

să comunice cu tine. I-am abordat cu dragoste şi mi-au răspuns<br />

cu căldură şi ospitalitate. Fotografiile lor emană sentimentul de<br />

bucurie a vieţii, sunt o deschidere optimistă spre viitor.<br />

După părerea mea, există numeroase asemănări între popoarele<br />

grec şi român iar relaţiile lor strânse şi influenţele reciproce se ţes<br />

din antichitatea îndepărtată până astăzi. În incursiunea istorică<br />

ce urmează am încercat să evidenţiez interferenţele noastre<br />

istorice şi culturale, sperând astfel în îmbunătăţirea înţelegerii<br />

reciproce.<br />

Spre deosebire de alte popoare „vremelnice” care s-au perindat<br />

prin ţară, grecii s-au adaptat, considerând-o ca pe a doua<br />

lor patrie. În trecerea lor au lăsat amintiri şi urme de neşters<br />

primitorului popor al României. Biserici, edificii, şcoli, fundaţii<br />

cu alte destinaţii azi, oraşe unde şi-au lăsat sufletul, neuitânduşi<br />

însă nici o clipă neamul şi rădăcinile. În ultimii ani, mulţi greci<br />

sunt iarăşi o prezenţă activă în România. Speranţa mea lăuntrică<br />

rămâne ca această carte să-i facă s-o cunoască un pic mai bine<br />

şi s-o iubească mai mult. Să nu uităm că avem datorii neachitate<br />

faţă de această ţară din vecinătatea noastră balcanică, care,<br />

între altele, a sprijinit şi a hrănit Eteria. De aceea şi urmărim cu<br />

bucurie cum îşi dobândeşte pe zi ce trece locul care i se cuvine<br />

în Europa.<br />

Personal, prin această carte adresez o mică parte din imensul<br />

„mulţumesc” pe care-l datorez acestei ţări „a inimii mele”, care<br />

m-a primit cu atâta deschidere şi dragoste.<br />

FUMUSEŢEA, BOGĂŢIA ŞI UNICITATEA ŢĂRII<br />

România nu are cum să încapă în paginile de introducere limitate<br />

ale acestei cărţi. Fotografiile care urmează surprind doar o mică<br />

mostră şi descriu impresiile mele, dezvăluind frumuseţea ei fără<br />

14 15


επισκέψεων–, παρουσιάζουν ένα μικρό μόνο δείγμα της χώρας και<br />

εκφράζουν τις εντυπώσεις που μου προκαλούσε, καθώς ανακάλυπτα<br />

την απαράμιλλη ομορφιά της.<br />

Η επιβλητική οροσειρά των Καρπαθίων σχηματίζει την καρδιά της<br />

Ρουμανίας. Γύρω της απλώνονται απέραντες πεδιάδες –για χρόνια<br />

θεωρούνταν από τους σημαντικότερους σιτοβολώνες της Ευρώπης,<br />

λίμνες και ποτάμια, με σημαντικότερο τον Δούναβη που,<br />

διασχίζοντας 10 χώρες και 2850 χλμ., καταλήγει στη Μαύρη Θάλασσα<br />

όπου σχηματίζει τρεις πλωτούς βραχίονες, τον Άγιο Γεώργιο,<br />

τα Σουλινά και την Κίλια, και ένα μοναδικό Δέλτα, τον μεγαλύτερο<br />

υδροβιότοπο της Ευρώπης – έναν πραγματικό οικολογικό<br />

παράδεισο. Πολύ κοντά στον βορειότερο βραχίονά του, την Κίλια<br />

–παράφραση της αρχικής ονομασίας «Αχίλλεια»–, βρίσκεται το νησάκι<br />

Λεύκη, που φιλοξενεί τον Τύμβο του Αχιλλέα και που σήμερα<br />

ανήκει στην Ουκρανία. Όσο για τη μοναδική ομορφιά του τοπίου,<br />

ο μύθος αναφέρει ότι η Θέτις, μητέρα του Αχιλλέα, επιθυμώντας η<br />

ψυχή του μονάκριβου παιδιού της να βρίσκεται στο πιο όμορφο<br />

μέρος του κόσμου, διάλεξε τη Λεύκη στο Δέλτα του Δούναβη, για<br />

να είναι ελεύθερη για πάντα, μαζί με τα πουλιά που σταματούν εκεί<br />

για να ξεκουραστούν. Ο Ποσειδώνας της υποσχέθηκε ότι οι κάτοικοι<br />

θα τιμούν για πάντα τη μνήμη του.<br />

Για τον πλούτο και την αφθονία της γης της, νομίζω ότι είναι καλύτερα<br />

να παραθέσω τα λόγια του δημοσιογράφου Γ. Παρασκευόπουλου<br />

που επισκέφτηκε τη Ρουμανία το 1898. Στο βιβλίο του Η<br />

Μεγάλη Ελλάς χαρακτηριστικά αναφέρει:<br />

«Παρατηρώντας τον πλούτο του τοπίου σκέπτεσαι ολίγον φιλοσοφικά<br />

αν δεν έχει δίκαιον ο πτωχός Έλλην ξενητευόμενος, όστις σου<br />

κάνει αφελέστατα την απλοϊκήν παρατήρησιν: “Όταν ο Δημιουργός<br />

έπλασε τον κόσμον και έφθασεν εις την δημιουργίαν της γης,<br />

εκοσκίνησε το χώμα εις την Βλαχίαν και τις πέτρες όλες τις έρριψε<br />

εις την… Ελλάδα“». Συγκρίνοντας δε τη εύφορη γη της Ρουμανίας<br />

με αυτήν της Ελλάδας, προσθέτει: «[...] ενώ αν από τας Αθήνας<br />

φθάσετε μόνον έως τα Μέγαρα, θα προσκόψετε εις κοτρωνοβριθείς<br />

βράχους και βουνά και λόφους άγονους, οίτινες ημπορούν<br />

ίσως να εμπνέουν ποιητάς ή δημοσιογράφους, αλλά πλέον τούτου<br />

τίποτε».<br />

Πέρα όμως από την ομορφιά του φυσικού τοπίου και την πληθώρα<br />

των καλλιεργήσιμων εκτάσεων, η Ρουμανία έχει να επιδείξει<br />

και αξιοζήλευτη πολιτιστική παραγωγή. Η μεγάλη Ελληνίδα λαογράφος<br />

Αγγελική Χατζημιχάλη αναφέρει ότι «α πό τη μελέτη των<br />

αντικειμένων που ένας λαός κατασκεύασε σε μια συγ κε κριμένη<br />

εποχή, μπορούμε να διακρίνουμε την ιδιοφυΐα και το βαθμό του<br />

πολιτισμού του».<br />

Από τόπο σε τόπο και από χωριό σε χωριό, ανακαλύπτεις εκ πληκτική<br />

ποικιλία στην αρχιτεκτονική των σπιτιών, που προσαρμόζεται<br />

στις ιδιομορφίες του τοπίου με ευκολία θαυμαστή, διατηρώντας<br />

πάντοτε σχέση αρμονική με τον περιβάλλοντα χώρο. Δημιουργήματα<br />

της λαϊκής τέχνης, όπως φορεσιές, κεντήματα, εικόνες, έπιπλα,<br />

ξυλόγλυπτα, σκαλίσματα που θυμίζουν δαντέλα σε ταπεινά<br />

σπιτάκια, πάντοτε με χρώματα που σε γεμίζουν αισιοδοξία, αλλά<br />

και χοροί, τραγούδια και έθιμα, όλα εκφράζουν τη φαντα σία, την<br />

ε πι νοη τι κότητα, τη ζωντάνια και την έμφυτη δη μι ουρ γικό τη τα του<br />

ρουμάνικου λαού. Ενός λαού που αφομοιώνοντας διάφορες κουλτούρες<br />

δημιούργησε τη δική του τέχνη, κάποιες φορές επηρεασμέ<br />

νη κι α π’ τις κουλτούρες λαών που πέρασαν από τη χώρα: στη<br />

Μολ δα βία επηρεάστηκε από το Βυζάντιο, στη Ντόμπροτζα απ’<br />

τους Τούρ κους, στην Τρανσυλβανία από τη μεσαιωνική Ουγγαρία<br />

και Γερμανία, και στο Βουκουρέστι από τις εκάστοτε μόδες της Κεντρικής<br />

Ευ ρώ πης.<br />

Προσδιοριστικό στοιχείο των ανθρώπων της Ρουμανίας ήταν η<br />

θρησκεία, η κοινή πίστη στην ορθοδοξία. Τα χωριά αναπτύσσονταν<br />

γύρω από τις εκκλησίες και η ζωή τους ήταν συνδεδεμένη με<br />

τη χριστιανική πίστη. Η εκκλησιαστική και μοναστική αρχιτεκτονική<br />

αποτελούν σημαντικό κεφάλαιο της ρουμανικής τέχνης.<br />

Στην περιοχή του Μαραμούρες, τον «Τόπο του Ξύλου», όπως αποκαλείται,<br />

όπου τα δάση καλύπτουν το 90% της επιφανείας του, νομίζεις<br />

ότι βρίσκεσαι σε ανοικτό μουσείο, σε μία ατμόσφαιρα που<br />

έχει διατηρηθεί σχεδόν αναλλοίωτη για αιώνες, τόσο στο περιβάλλον<br />

όσο και στην καθημερινή ζωή των ανθρώπων. Πρόκειται για<br />

έναν τόπο, που δεν κατακτήθηκε ποτέ από τους Ρωμαίους και οι<br />

seamăn.<br />

Impunătorul lanţ al Munţilor Carpaţi constituie inima ţării. În<br />

jurul lor, sunt podişurile, apoi nesfârşite câmpii (ani în şir a fost<br />

unul dintre cele mai importante grânare ale Europei), lacuri, râuri,<br />

fluviul Dunărea, care, străbătând 10 ţări şi 2850 de kilometri, se<br />

varsă în Marea Neagră, prin cele trei braţe navigabile, Sfântu<br />

Gheorghe, Sulina şi Chilia, creând o Deltă unică, cel mai mare<br />

sistem acvatic al Europei. Un adevărat paradis al faunei şi<br />

florei. Foarte aproape de braţul ei nordic, Chilia –denumire<br />

parafrazată a celei iniţiale, Ahilleia, se află insuliţa Lefki (care<br />

aparţine astăzi Ucrainei), unde, potrivit legendelor antice, s-ar fi<br />

aflat mormântul antic al lui Ahile. Cât despre frumuseţea unică<br />

a locului, legenda spune că Thetis, mama lui Ahile, dorind ca<br />

sufletul fiului ei preaiubit să se afle în cea mai frumoasă parte<br />

a lumii, a ales Lefki din vecinătatea Deltei Dunării, ca să fie liber<br />

pentru totdeauna, laolaltă cu pasările ce poposesc acolo să se<br />

odihnească. Poseidon i-ar fi făgăduit că locuitorii vor cinsti în<br />

veci memoria lui.<br />

Despre bogăţia şi belşugul pământului României cred c-ar fi<br />

mai bine să folosesc cuvintele jurnalistului G. Paraskevopoulos,<br />

care a vizitat România în 1898 şi în cartea sa Marea Grecie<br />

consemnează următoarele: „Observând bogăţia peisajului<br />

te gândeşti puţin filos<strong>of</strong>ic dacă nu are dreptate bietul grec<br />

înstrăinat, care îţi face cu simplitate o observaţie naivă. Când<br />

Creatorul a plăsmuit lumea şi a ajuns la crearea pământului, a<br />

trecut prin ciur ţărâna în Valahia şi toate pietrele le-a aruncat în...<br />

Grecia”. Comparând pământul fertil al României cu cel al Greciei,<br />

adaugă: „pe când, dacă ieşiţi din Atena şi ajungeţi fie şi numai<br />

până la Megara, veţi fi izbiţi văzând atâtea stânci bolovănoase<br />

şi munţi şi dealuri sterpe care ar putea poate să inspire poeţi şi<br />

jurnalişti, dar în afară de asta, nimic”.<br />

Angheliki Hatzimihali, marea folcloristă greacă, afirmă: „Din<br />

cercetarea obiectelor pe care un popor le-a făurit într-o anumită<br />

epocă, putem distinge ingeniozitatea şi gradul lui de civilizaţie”.<br />

De la un loc la altul şi de la un sat la altul descoperi o varietate<br />

surprinzătoare, atât în arhitectura caselor, cât şi în armonia în<br />

raport cu mediul lor. Creaţii folclorice precum costume, cusături,<br />

icoane, mobile, sculpturi în lemn, căsuţe umile cu lemnărie<br />

cizelată ca o dantelă, toate culorile care îţi umplu sufletul de<br />

optimism, dar şi dansuri, cântece şi obiceiuri care exprimă<br />

fantezia, ingeniozitatea, vioiciunea şi creativitatea nativă a<br />

poporului român. Un popor care, asimilând diferite culturi, a<br />

creat propria artă, influenţată uneori şi de culturile popoarelor<br />

care s-au perindat prin această ţară: în Moldova de Bizanţ,<br />

în Dobrogea de turci, în Transilvania de Ungaria şi Germania<br />

medievală, la Bucureşti de diversele mode ale Europei Centrale.<br />

Elementul determinant al locuitorilor României a fost religia,<br />

credinţa comună în Ortodoxie. Satele s-au dezvoltat în jurul<br />

bisericilor şi viaţa lor s-a împletit cu credinţa în Dumnezeu.<br />

Mănăstirile şi bisericile constituie capitole importante ale artei<br />

româneşti.<br />

În regiunea Maramureşului, „patria lemnului”, cum este numită,<br />

unde pădurile acoperă 90% din suprafaţă, ai impresia că te<br />

afli într-un muzeu în aer liber, într-o atmosferă care s-a păstrat<br />

aproape neschimbată de veacuri, atât în mediu cât şi în viaţa<br />

cotidiană a oamenilor. O regiune care n-a fost niciodată cucerită<br />

de romani, iar locuitorii ei cred că sunt adevăraţii urmaşi ai<br />

dacilor. Caracteristice regiunii sunt bisericile de lemn semeţe<br />

care de multe ori depăşesc 70 de metri înălţime, unde până<br />

şi cuiele care asamblează diversele părţi ale lăcaşului sunt tot<br />

din lemn. Arta fără pereche a cioplirii lemnului dar şi dorinţa<br />

lor de a-şi înfrumuseţa mediul cotidian sunt întipărite în toate<br />

obiectele.<br />

16 17


κάτοικοί του πιστεύουν ότι είναι οι αληθινοί απόγονοι των Δακών.<br />

Χαρακτηριστικές της περιοχής οι πανύψηλες ξύλινες εκκλησίες,<br />

που πολλές φορές ξεπερνούν σε ύψος τα 70 μέτρα, στις οποίες<br />

ακόμη και τα καρφιά που συνδέουν τα διάφορα μέρη του ναού είναι<br />

από ξύλο. Η απαράμιλλη τέχνη τους στο ξύλο αλλά και το μεράκι<br />

τους να ομορφύνουν την καθημερινότητά τους αποτυπώνεται<br />

σε όλα τα αντικείμενα.<br />

Στις ξύλινες πύλες των σπιτιών μπορεί κανείς να θαυμάσει τον<br />

ανεξάντλητο πλούτο από επιγραφές, πλήρεις συμβολισμών που<br />

συνδυάζουν χριστιανικά στοιχεία με παγανιστικά, όπως το «Δέντρο<br />

της Ζωής» με τον ήλιο, το σχοινί και το φίδι. Στους δρόμους<br />

της περιοχής συναντάς συχνά παλιούς, μεγάλους ξύλινους<br />

σταυρούς· καθώς οι κίνδυνοι ενός ταξιδιού ήταν μεγάλοι, οι άνθρωποι<br />

ζητούσαν τη βοήθεια του Θεού για να είναι στον σωστό<br />

δρόμο, αλλά και για την προστασία τους από τα κακά πνεύματα.<br />

Ιδανικά τους, η μεγάλη οικογένεια, η τιμιότητα και η δεξιοτεχνία.<br />

Αναπτύχθηκαν πολύ στενοί δεσμοί των ανθρώπων με τη γη, πάντα<br />

με σεβασμό στην παράδοση και περηφάνια για τον πολιτισμό<br />

τους. Στο Μαραμούρες βρίσκεται και το μοναδικό στον κόσμο<br />

«Χαρούμενο Νεκροταφείο», το Σαπίντζα. Ένα νε κροταφείο που,<br />

στους ζωγραφισμένους σταυρούς των τάφων του μπορείς να δεις<br />

να προβάλλουν οι ζωές των ενοίκων του, να τους γνωρίσεις, ακόμη<br />

και να γελάσεις πολλές φορές με τα παθήματά τους διαβάζοντας<br />

το ποιήματα που περιγράφουν τη ζωή τους. Λαός που έχει τη δύναμη<br />

να βλέπει ακόμα και το θάνατο με χι ού μορ και κουράγιο, αξίζει<br />

κάθε ελευθερία.<br />

Το 1359 η Μολδαβία εδραιώνεται ως ανεξάρτητο κράτος. Οι ηγεμόνες<br />

της δημιουργούν ισχυρό αμυντικό σύστημα σε στρατηγικές<br />

θέσεις, αλλά και στα ανάκτορα και τα μοναστήρια, προκειμένου<br />

να προστατευθούν από τις εχθρικές επιδρομές. Πολλά μνημεία<br />

της περιόδου αυτής μπορεί κανείς να θαυμάσει και σήμερα στην<br />

περιοχή. Στη Μολδαβία και στην Μπουκοβίνα, επίσης, βρίσκονται<br />

οι καταπληκτικές ζωγραφισμένες εκκλησίες, που έχουν κηρυχθεί<br />

προστατευόμενες από την UNESCO, ως μνημεία Παγκόσμιας Πολιτιστικής<br />

Κληρονομιάς: η Πούτνα, που χτίστηκε το 1480, το Βορονέτς,<br />

που χτίστηκε το 1488 και θεωρείται η Καπέλα Σιξτίνα της<br />

Ανατολής, με το ξεχωριστό μπλε χρώμα που αναφέρεται σε όλα τα<br />

λεξικά Τέχνης ως το «Μπλε του Βορονέτς» (που έγινε από λάπις λάζουλι),<br />

το Χουμόρ του 1530, το Νεάμτς του 1497, η Μολντοβίτσα<br />

του 1537, η Άρμπορε του 1541, η Σουτσεβίτσα του 1581 και τόσες<br />

άλλες. Εκκλησίες οι οποίες μαγεύουν με τις υπέροχες εξωτερικές<br />

τοιχογραφίες τους, που, σαν από θαύμα, πεντακόσια χρόνια τώρα<br />

έχουν αντέξει στις δύσκολες καιρικές συνθήκες, τις επιδρομές και<br />

τους πολέμους, χωρίς να αλλοιωθούν τα χρώματά τους.<br />

Οι περισσότερες ανεγέρθηκαν στα χρόνια του ηγεμόνα Στεφάνου<br />

του Μέγα, που στη μακρά βασιλεία του (1457-1504), θέλοντας να<br />

ευχαριστήσει τον Θεό για τις νίκες του ενάντια στους Τούρκους,<br />

θεμελίωσε 44 εκκλησίες – μία για κάθε νίκη. Ο τάφος του βρίσκεται<br />

στο μοναστήρι Πούτνα, σύμφωνα με την επιθυμία του, σε ένα<br />

μαγευτικό αλλά απρόσιτο σημείο, το οποίο θεωρούσε ότι δεν θα<br />

έπεφτε ποτέ στα χέρια των εχθρών· πραγματικά, το μοναστήρι παρέμεινε<br />

πάντα σε ρουμάνικα χέρια. Σήμερα, μετά το σημείο αυτό<br />

εκτείνονται τα σύνορα με την Ουκρανία. Η Ρουμανική Εκκλησία<br />

ανακήρυξε τον Στέφανο άγιο, το 1991.<br />

Η αρχιτεκτονική των εκκλησιών ακολουθεί τους τύπους της βυζαντινής<br />

αρχιτεκτονικής, με την προσθήκη γοτθικών στοιχείων, αλλά<br />

και επιρροών από την τοπική λαϊκή τέχνη και μυθολογία. Οι Βοεβόδες<br />

της εποχής δεν ήθελαν απλά να ευχαριστήσουν τον Θεό,<br />

αλλά και να τον υπηρετήσουν, υπερασπιζόμενοι το Χριστιανισμό.<br />

Οι ανώνυμοι, συχνά, καλλιτέχνες ζωγράφισαν με μοναδικό τρόπο<br />

την ιστορία της Βίβλου στους εξωτερικούς τοίχους, έτσι ώστε να<br />

γίνει αντιληπτή και από τους απλούς ανθρώπους, που δεν γνώριζαν<br />

να διαβάζουν. Παρατηρεί κανείς ότι υπάρχει αρμονία και μέτρο<br />

παντού.<br />

Η Τρανσυλβανία, μια περιοχή με ορατά τα ίχνη της περίπλοκης<br />

ιστορικής της διαδρομής, με έντονες τις επιδράσεις των Γερμανών<br />

και των Ούγγρων, παρουσιάζει στον πολιτισμό της επιρροές<br />

από τον γοτθικό, τον μπαρόκ και τον αναγεννησιακό ρυθμό. Από<br />

το 1200 οι Σάξονες οχυρώνουν κάστρα για να προφυλαχθούν από<br />

τις επιδρομές των Τούρκων. Το 1600 υπήρχαν 600 τέτοια κάστρα,<br />

πολλά από τα οποία διατηρούνται ακόμα. Στις πόλεις της Τρανσυλ-<br />

În lemnul sculptat al porţilor abundă simbolurile, împletind<br />

elemente creştine şi păgâne, precum „Copacul Vieţii” cu soarele,<br />

funia şi şarpele. Pe drumurile regiunii întâlneşti adesea cruci mari<br />

din lemn, fiindcă oamenii, cunoscând primejdiile călătoriilor<br />

vremii, cereau ajutorul lui Dumnezeu ca să fie pe drumul drept<br />

dar şi ocrotite de duhurile rele. Modelele lor: marea familie,<br />

cinstea şi priceperea. Relaţiile foarte strânse dintre oameni şi<br />

pământ au generat mereu respect faţă de tradiţie şi mândrie<br />

pentru cultura lor. În Maramureş se află şi unicul în lume<br />

„Cimitir Vesel”, la Săpânţa. Un cimitir unde, pe crucile pictate ale<br />

mormintelor, poţi să vezi proiectându-se vieţile locatarilor lor,<br />

să-i cunoşti, chiar să râzi adesea de pătimirile lor, citind versurile<br />

care le descriu viaţa. Poporul care are forţa să-si vadă până şi<br />

moartea cu umor şi curaj îşi merită din plin libertatea şi viaţa.<br />

Moldova este atestata în 1359. Domnitorii ei creează un puternic<br />

sistem defensiv, în puncte cheie sunt ridicate cetăţi, palate şi<br />

mănăstiri, ca să se apere de incursiunile duşmănoase. În Moldova<br />

şi în Bucovina se află şi uluitoarele biserici pictate, ocrotite ca<br />

monumente unice în lume de UNESCO. Biserici şi mănăstiri<br />

ca Putna, construită în 1480, Voroneţ (1488 –Capela Sixtină<br />

a Orientului– în culoarea albastră citată în toate dicţionarele<br />

de artă ca „albastru de Voroneţ”, făcut din lapislazzuli), Neamţ<br />

(1497), Humor (1530), Moldoviţa (1537), Arbore (1541), Suceviţa<br />

(1581-1601) şi atâtea altele. Biserici care încântă prin minunatele<br />

lor picturi exterioare, care, ca prin minune, timp de cinci sute de<br />

ani, au rezistat intemperiilor vremii, incursiunilor şi războaielor<br />

fără ca să le fie alterate culorile.<br />

Cele mai multe au fost ctitorite de Ştefan cel Mare, care, în lunga<br />

sa domnie (1457-1504), dorind să aducă mulţumiri lui Dumnezeu<br />

pentru victoriile sale împotriva turcilor a înaltat 44 de biserici –<br />

câte una pentru fiecare victorie repurtată asupra duşmanilor.<br />

Mormântul lui se află în mănăstirea Putna, aşa cum i-a fost<br />

dorinţa, într-un punct fermecător dar inaccesibil, despre care<br />

credea că nu va cădea niciodată în mâinile duşmanilor. Şi întradevăr,<br />

mănăstirea Putna a rămas mereu în mâinile românilor.<br />

Astăzi, nu departe de acest punct încep graniţele Ucrainei.<br />

Planurile bisericilor sunt bizantine cu elemente gotice, dar<br />

influenţate şi de arta populară locală şi de mitologie. Voievozii<br />

epocii nu numai că au dorit să-i mulţumească lui Dumnezeu,<br />

dar şi să-l slujească, apărând creştinismul. In anul 1991 Ştefan<br />

cel Mare a fost proclamat sfânt. De multe ori, artişti anonimi<br />

au pictat într-un mod unic istoria Bibliei, pe zidurile exterioare,<br />

ca astfel să o poată înţelege şi oamenii simpli care nu ştiau să<br />

citească. Armonia şi măsura pot fi observate pretutindeni.<br />

Transilvania, o regiune cu urme vizibile ale unei traiectorii istorice<br />

deosebit de complicate, cu puternice legături cu germanii şi<br />

ungurii, a fost influenţată de stilurile gotic, renascentist şi apoi<br />

baroc. După 1200, saşii colonizaţi aici au fortificat bisericile<br />

ca să se apere de incursiunile turcilor. La 1600 existau 600 de<br />

astfel de biserici fortificate, multe se păstrează încă. În oraşele<br />

Transilvaniei întâlneşti şi azi biserici şi clădiri impunătoare.<br />

La Sighişoara, oraşul medieval poate cel mai bine păstrat din<br />

Europa, locuit şi azi, ai senzaţia că timpul s-a oprit în loc.<br />

În toată ţara există oraşe cu istorie europeană precum Sibiu,<br />

Cluj, Timişoara, Braşov, Târgu Mureş, Iaşi, Arad, Oradea şi atâtea<br />

altele. În sfârşit, Bucureştiul, una dintre capitalele importante<br />

ale Europei, „Micul Paris”, cum era numit, cu bulevardele lui<br />

mari, parcurile, lacurile şi elegantele lui clădiri.<br />

INCURSIUNE ISTORICĂ ÎN RELAŢIILE GRECIEI ŞI ROMÂNIEI<br />

Câteva elemente istorice sunt necesare ca să putem înţelege<br />

legăturile ce unesc popoarele celor două ţări. Cunoştinţele<br />

mele în domeniu sunt modeste. Istorici importanţi, la care am<br />

18 19


βανίας συναντάς και σήμερα επιβλητικές εκκλησίες και κτίρια. Στη<br />

Σιγκισοάρα, την καλύτερα διατηρημένη μεσαιωνική πόλη στην Ευρώπη,<br />

η οποία εξακολουθεί και σήμερα να κατοικείται, έχεις την<br />

αίσθηση ότι ο χρόνος έχει σταματήσει.<br />

Σε όλη τη χώρα υπάρχουν πόλεις με ιστορία ευρωπαϊκή, που ξεκινά<br />

από τον 11ο αιώνα, όπως το Σιμπίου, το Κλουζ, η Τιμισοάρα, το<br />

Μπρασόβ, το Τούργκου Μούρες, το Ιάσιο, το Αράντ, η Οράντεα και<br />

τόσες άλλες, συχνά πρωτοπόρες σε όλη την Ευρώπη σε καινοτομίες.<br />

Τέλος, το Βουκουρέστι, μία από τις σημαντικές πρωτεύουσες<br />

της Ευρώπης, το μικρό Παρίσι, όπως το αποκαλούσαν, με τις μεγάλες<br />

λεωφόρους, τα πάρκα, τις λίμνες και τα υπέροχα κτίρια.<br />

ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΝΑΔΡΟΜΗ ΣΤΙΣ ΣΧΕΣΕΙΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΚΑΙ ΡΟΥΜΑΝΙΑΣ<br />

Μερικά ιστορικά στοιχεία είναι χρήσιμα για να μπορέσουμε να<br />

καταλάβουμε τους δεσμούς που ενώνουν τους λαούς των δύο χωρών.<br />

Σημαντικοί ιστορικοί, στους οποίους και προσέφυγα, έχουν<br />

μελετήσει και καταγράψει την ιστορία της περιοχής. Ελπίζω να μου<br />

συγχωρεθούν τυχόν λάθη ή παραλείψεις. Από στοιχεία που βρέθηκαν<br />

στην περιοχή, βλέπουμε ότι η περιοχή ήταν κατοικημένη από<br />

την Παλαιολιθική περίοδο. Από την αρχαιότητα οι Έλ λη νες πρωτοήρθαν<br />

σε επαφή με τους λαούς οι οποίοι ζούσαν στις όχθες του<br />

ποταμού Ίστρου (Δούναβη) και των βορείων παραλίων του Άξενου<br />

(α φι λόξενου) Πόντου, που από τότε και «κατ’ ευφημισμόν» ο νο μάστηκε<br />

«Εύξεινος». Αργότερα οι Ρωμαίοι ήταν αυτοί που έδωσαν το<br />

όνομα Δούναβης (Danubius) στον ποταμό Ίστρο. Για τους Έλληνες,<br />

η θάλασσα ήταν πάντα πρόκληση. Στα ταξίδια τους καλλιεργήθηκαν<br />

οι περισσότερες ελληνικές αρετές, η τόλμη, η ευφυΐα, η αγάπη<br />

για το καινούργιο και την περιπέτεια. Με τα πλοία τους επεκτάθηκαν<br />

και αποίκησαν όλη την τότε γνωστή οικουμένη. Ο γεωγράφος<br />

της αρχαίας Ελλάδας Στράβων υποστήριζε ότι «εις Έλλην ριπτόμενος<br />

επί αγόνου βράχου είναι εις θέσιν διά των γνώσεών του να τον<br />

κάνει να ανθίσει». Η θάλασσα ένωσε και συναδέλφωσε τους δύο<br />

λαούς. Πυρήνας και κίνητρο της ελληνικής διασποράς και του ελληνικού<br />

ανοίγματος, προς τις Παραδουνάβιες χώρες, ήταν φυσικά<br />

το εμπόριο.<br />

Ο Ηρόδοτος, ο οποίος επισκέφτηκε την περιοχή τον 6ο π.Χ. αιώνα,<br />

έγραψε για τους ντόπιους και για τα χαρακτηριστικά της ζωής<br />

τους. Ονό μασε «Γέτες» τη μεγάλη φυλή που κατοικούσε εκεί, θεωρώντας<br />

τους γενναιότερους και δικαιότερους απ’ όλους τους παρα<br />

δου νάβιους λαούς. Ο Ηρόδοτος επίσης ήταν αυτός που πρώτος<br />

ονόμασε «Δέλτα» την περιοχή των εκβολών του Δούναβη – το<br />

πρώτο ποταμίσιο «Δέλτα» του Κόσμου!<br />

Η Ιστορία αναφέρει επίσης πως, κατά τον «Χρυσό Αι ώ να», η πα -<br />

ρευξείνια αυτή περιοχή, με τον πακτωλό του σιταριού της και<br />

τα πλού σια αγροτικά προϊόντα της, υπήρξε ο σιτο βο λώ νας του<br />

αθηναϊ κού με γα λείου. Ο Πλούταρχος αναφέρει ότι ο Περικλής<br />

επισκέ φθηκε την περιοχή το 436 π.Χ., συνοδεία μεγάλης ναυτικής<br />

δύναμης, προκειμένου να εξασφαλίσει «το δρόμο του σιταριού»<br />

για την Αθήνα. Περίπου έναν αιώνα αργότερα, τον Δούναβη θα<br />

περνούσε κι ο Μέγας Αλέξανδρος, την άνοιξη του 335 π.Χ., θέλοντας<br />

να εξασφαλίσει τα βόρεια σύνορά του, πριν ξεκινήσει η ελληνική<br />

στρατιά για την Ασία. Ήταν ο πρώτος τακτικός στρατός που<br />

εμφανίστηκε σε αυτά τα μέρη.<br />

Όπως μαρτυρούν πολ λά μνημεία, επιγραφές και νομίσματα, οι μεγάλες<br />

πό λεις Ίσ τ ρος (Ιστρό πολις, «Histria»), Κάλλατις («Μangalia»),<br />

Τό μις («Costanta»), Τύρος (Cetatea Alba), Διονυσόπολις (Balcic)<br />

υπήρξαν κατά την αρχαιότητα ελ λη νικές αποικίες, που συγκρότησαν<br />

την «Πεντάπολη», ισχυρή ομοσπονδία μέσω της οποίας<br />

αναπτύχθηκε σε με γάλο βαθμό το εμπόριο πολλών προϊόντων. Ο<br />

Πλίνιος αναφέρει ότι οι ελληνικές αποικίες στην περιοχή της Μαύρης<br />

Θάλασσας ανέρχονταν σε ενενήντα. Ο Ρουμάνος αρχαιολόγος<br />

Parvan αναφέρει ότι «οι φιλικές σχέσεις των Ελλήνων μετά των<br />

Γετών βασιλέων συνετέλεσε στην εξάπλωση της διέλευσης των<br />

Ελλήνων εμπόρων σε ολόκληρη την κοιλάδα του Δούναβη και τη<br />

Δακία».<br />

Το 101-102 μ.Χ. οι Ρωμαίοι, υ πό τον αυ το κρά τορα Τραϊανό, κατέκτησαν<br />

με γά λο τμή μα της ση με ρινής Ρου μα νίας. Ο τότε βασιλιάς<br />

της Δακίας Decebal, μόλις έχασε τη μάχη, προτίμησε να αυτοκτονήσει<br />

παρά να παραδοθεί. Το 271 μ.Χ. οι Ρωμαίοι αναγκάστηκαν<br />

να αποχωρήσουν, όταν οι επιδρομές των Γότθων άρχισαν να γίνοşi<br />

apelat, au studiat şi consemnat istoria regiunii. Sper să mi se<br />

ierte eventualele greşeli sau omisiuni.<br />

Din vestigiile descoperite de arheologi, constatăm că regiunea<br />

a fost locuită din epoca paleolitică. În antichitate grecii au venit<br />

prima dată în contact cu popoarele care trăiau pe malurile<br />

fluviului Istros (Dunărea) şi ale ţărmurilor nordice ale Pontului<br />

Neprimitor („axenos”), care de atunci, eufemistic, a fost numit<br />

Euxin („primitor”). Mai târziu, romanii au fost cei care au dat<br />

numele de Dunăre (Danubius) fluviului Istros. Pentru greci<br />

marea a fost întotdeauna o provocare. În călătoriile lor au cultivat<br />

majoritatea virtuţilor greceşti, cutezanţa, ingeniozitatea, setea<br />

de nou şi aventură.<br />

Cu corăbiile lor s-au extins şi au colonizat întreaga lume<br />

cunoscută până atunci. Geograful Greciei antice, Strabon,<br />

spunea: „un grec aruncat pe o stâncă aridă este în stare, graţie<br />

cunoştinţelor lui, să o facă să înflorească”. Marea a unit şi a<br />

înfrăţit cele două popoare. Nucleul şi motorul diasporei greceşti<br />

şi al deschiderii greceşti către Ţările Dunărene a fost comerţul.<br />

Herodot, care a vizitat ţinuturile de la Marea Neagră şi Dunăre în<br />

secolul VI î. Hr., a scris despre localnici şi despre trăsăturile vieţii<br />

lor. A numit „geţi” triburile care locuiau acolo, considerându-i<br />

cei mai viteji şi mai drepţi dintre toate popoarele dunărene. Tot<br />

Herodot a fost cel care a numit prima dată „Deltă” regiunea de la<br />

gurile Dunării (prima „Deltă” fluvială din lume!).<br />

Istoricii mai relatează că, în „secolul de aur”, această regiune<br />

„ospitalieră”, cu izvorul ei nesecat de grâu şi belşugul de produse<br />

agricole a fost „grânarul” măreţiei ateniene. Plutarh scrie că<br />

Pericle vizitează, cu marea lui expediţie navală, regiunea în 436 î.<br />

Hr., ca să asigure „drumul grâului” spre Atena. Aproape un secol<br />

mai târziu, va trece Dunărea şi Alexandru cel Mare, în primăvara<br />

anului 335 î. Hr., vrând să-şi asigure graniţele de nord, înainte<br />

de a porni expediţia în Asia. A fost prima armată regulată care a<br />

pus piciorul pe aceste meleaguri.<br />

În antichitate, aşa cum ne-o confirmă numeroase monumente,<br />

inscripţii şi monede, marile oraşe Istros (Istropolis, „Histria”),<br />

Callatis (Mangalia), Tomis (Constanţa), Tyras (Cetatea Albă),<br />

Dionysopolis (Balcic) au fost colonii greceşti şi au format<br />

puternica federaţie „Pentapolis”, dezvoltând la scară largă<br />

comerţul cu numeroase produse. Plinius relatează că numărul<br />

coloniilor greceşti din zona Mării Negre ajungea la 90. Arheologul<br />

român Vasile Pârvan arată: „Relaţiile prieteneşti ale grecilor cu<br />

regii geţilor au contribuit la extinderea pătrunderii negustorilor<br />

greci în toată valea Dunării şi în Dacia”.<br />

În 101-102 d. Hr., romanii, sub conducerea împăratului Traian,<br />

au cucerit o mare parte a României de azi. Regele de atunci al<br />

Daciei, Decebal, pierzând bătălia, a ales să se sinucidă decât să<br />

se predea. În 271 d. Hr. romanii au fost nevoiţi să se retragă în<br />

faţa incursiunilor goţilor, devenite foarte primejdioase. Un mare<br />

număr de romani a rămas şi s-a asimilat cu populaţia dacă, care<br />

adoptând limba latină a format astfel daco-romanii, strămoşii<br />

românilor de azi. Astăzi România este singura ţară de origine<br />

latină în centrul unei regiuni locuite de populaţii în majoritate<br />

de origine slavă.<br />

Prin scindarea Imperiului Roman (395), Dacia a intrat în sfera de<br />

influenţă a Bizanţului.<br />

Din cauza bogăţiei dar şi a situării sale, România, ca de altfel<br />

întreaga zonă balcanică –adevărată punte între Europa şi Asia–<br />

a fost expusă de-a lungul veacurilor, la incursiuni pustiitoare<br />

ale popoarelor migratoare. A cunoscut invaziile goţilor, hunilor,<br />

avarilor, slavilor, ungurilor, tătarilor, mai târziu ale turcilor,<br />

ruşilor. Transilvania, deşi apărată de munţii ei sălbatici, nu a<br />

putut fi apărată şi de maghiari sau saşi.<br />

Locuitorii României au rezistat vitejeşte şi, asimilând între<br />

20 21


νται ιδιαίτερα επικίνδυνες. Ένας μεγάλος αριθμός Ρωμαίων όμως<br />

παρέμεινε και αφομοιώθηκε από τον ντόπιο πληθυσμό, που με τη<br />

σειρά του υιοθέτησε τότε τη λατινική γλώσσα· ως συνέπεια των<br />

επιμειξιών αυτών προέκυψε η φυλή των Δακορωμαίων, που αποτελούν<br />

και τους προγόνους των σύγχρονων Ρουμάνων. Σήμερα, η<br />

Ρουμανία είναι η μόνη λατινογενής χώρα στο κέντρο μιας περιοχής<br />

η οποία κατοικείται, ως επί το πλείστον, από λαούς σλαβικής<br />

καταγωγής.<br />

Με τη διαίρεση του Ρωμαϊκού Κράτους, η Δακία παρα χω ρή θη κε<br />

στο Βυζάντιο.<br />

Λόγω του πλούτου της αλλά και της τοποθεσίας της η Ρουμανία,<br />

όπως και όλα τα Βαλκάνια που ήταν η γέφυρα ανάμεσα στην Ευρώπη<br />

και την Ασία, εκτέθηκε περιοδικά στις διαρκείς επιδρομές<br />

των νομαδικών λαών μέσα στους αιώνες. Δέχθηκε επιδρομές<br />

από Γό τ θους, Ούννους, Αβάρους, Σλάβους, Ούγγρους, Τάταρους,<br />

Τούρκους, Ρώσους. Η Τρανσυλβανία προ στατευό ταν από τα ά γ ρια<br />

βουνά της, χωρίς να μπορεί όμως να προστατευτεί κι απ’ τους Μαγυάρους<br />

ή τους Σάξονες.<br />

Οι κάτοικοί της Ρουμανίας άντεξαν σθεναρά, κι έχοντας στο μεταξύ<br />

αφο μοι ώ σει διάφορα ξένα στοιχεία, υπερίσχυσαν των κατακτητών<br />

τους (φτάνοντας σε σημείο να κατακτούν σήμερα με τη σειρά<br />

τους κάθε φι λο ξε νούμενο!). Πάνω σ’ αυτό, ο μεγάλος εθνι κός της<br />

ποιητής της Ρουμανίας, ο Μιχάι Εμι νέσκου, γράφει:<br />

[…] Απ’ του Δαρείου την εποχή θα ’χεις ακούσει, πολλοί πάνω απ’<br />

το Δούναβη μπόρεσαν να περάσουνστρατιές που τρόμο έμπνεαν,<br />

κι αμέτρητοι λαοί, πανίσχυροι αυτοκράτορες που όλη η οικουμένηδεν<br />

τους χωρούσε, κι ήρθαν στον τόπο μας κι αυτοί ζητώντάς<br />

μας νερό και γη, τουτέστι υποταγή.<br />

Μα εγώ υπερασπίζομαι τη φτώχια μου, τη γη μου, και το λαό μου<br />

που μοχθεί μαζί μου και πονεί. Να γιατί, αυτοκράτορα, στον τόπο<br />

που πατάς,ρυάκι, κλώνος, χλόη είναι δικοί μου φίλοι, ενώ για σένα<br />

όλα θα γίνουνε εχθροί, κι όλα θα σε μισήσουν, γνώριζε, αν μας χτυπήσεις.<br />

Εμείς στρατούς δεν έχουμε, στήθη έχουμε γεμάτααγάπη<br />

στην πατρίδα μας, στήθη όμοια με τείχος που δεν φοβάται […]<br />

(Απόσπασμα από την Τρίτη Επιστολή, σε απόδοση Ρίτας Μπούμη-Παππά).<br />

Τρεις ήταν οι ιστορικές επαρχίες της Ρουμανίας: η Βλαχία, η Μολδαβία<br />

και η Τρανσυλβανία.<br />

Μετά την πτώση του Βυζαντίου, και κατά την περίοδο της Οθωμανικής<br />

Αυτοκρατορίας, πολλοί Έλληνες κατέφυγαν στις Πα -<br />

ραδουνάβιες Ηγεμονίες, όπου έγιναν πρόθυμα δεκτοί. Οι Οθωμανοί<br />

με πάμπολλες εκστρατείες δεν κατόρθωσαν να προσαρτήσουν<br />

στην Αυτοκρατορία τα εδάφη πέρα από το Δούναβη. Περιορίστηκαν<br />

στη φορολογική υποτέλεια των παραδουνάβιων περιοχών, δίνοντας<br />

στους τοπικούς ηγεμόνες πολιτική αυτονομία. Μαζί με το<br />

Πατριαρχείο της Κωνσταντινούπολης, δύο ήταν οι κοινωνικές ομάδες<br />

που συνέβαλαν στη διατήρηση των βυζαντινών παραδόσεων<br />

στη ΝΑ. Ευρώπη: οι πριγκιπικές οικογένειες της Ρουμανίας και, για<br />

το διάστημα 1711-1821, οι Φαναριώτες, που ήταν και οι μοναδικοί<br />

χριστιανοί ηγέτες της περιοχής.<br />

Οι Ρουμάνοι ηγεμόνες υπηρέτησαν με ζήλο τα ελληνικά γράμματα<br />

και προσέλαβαν κορυφαίους Έλληνες συμβούλους. Το Άρτζες και<br />

το Τιργκόβιστε ήταν οι πρώτες έδρες της Βλαχίας, που διέθεταν,<br />

τον 14ο αιώνα, Έλληνες επισκόπους. Στην Αυλή του Άρτζες (Curtea<br />

de Arges) το 1340, επί ηγεμονίας Νεαγκόε Βασσαράβ, θεμελιώθηκε<br />

ο ναός του Αγίου Νικολάου, που σήμερα θεωρείται ως ένα από<br />

τα πληρέστερα μνημεία βυζαντινής ζωγραφικής του 14ου αιώνα<br />

στην Ευρώπη. Στις αρχές του 16ου αιώνα ο ηγεμόνας Βασσαράβ<br />

εγκαινιάζει τη μεγάλη επισκοπική εκκλησία στο Άρτζες. Ιδρύονται<br />

επίσης σχολείο και τυπογραφείο.<br />

Το 1702 ο ηγεμόνας Κων/νος Μπρινκοβεάνου, μάρτυρας της Ορθοδοξίας<br />

και υπερασπιστής του ελληνικού πολιτισμού, μεγάλος<br />

ευεργέτης των γραμμάτων και των τεχνών και παντρεμένος με Ελληνίδα,<br />

προσκαλεί στην Αυλή του πολλούς Έλληνες αγιογράφους<br />

και δασκάλους. Ο ηγεμόνας της Μολδαβίας Βασίλειος Λούπου,<br />

που το 1639 εγκαινίασε τον περίφημο ναό των Τριών Ιεραρχών στο<br />

Ιάσιο –την «Αγιασοφιά» της Μολδαβίας–, όπου ο Αλέξανδρος Υ ψη -<br />

λάντης ύψωσε το 1820 το Λάβαρο της Ελληνικής Επανάστασης κι<br />

έδω σε τον Όρκο στη Λευτεριά του Γένους των Ελλήνων, ίδρυσε το<br />

timp şi diferite elemente străine, i-au dominat pe cuceritorii lor<br />

(ajungând până acolo încât astăzi să „cucerească”, la rândul lor,<br />

orice oaspete!)<br />

Asupra acestui lucru, marele poet naţional Mihai Eminescu scrie<br />

în a sa Scrisoarea a III-a (referindu-se la bătălia purtată de Mircea<br />

cel Bătrân, domn al Ţării Româneşti între 1386 şi 1418, împotriva<br />

sultanului):<br />

[…] După vremuri mulţi veniră, începând cu acel oaspe, Ce din<br />

vechi se pomeneşte, cu Dariu a lui Istaspe; Mulţi durară, după<br />

vremuri, peste Dunăre vrun pod, De-au trecut cu spaima lumii<br />

şi mulţime de norod; Împăraţi pe care lumea nu putea să-i mai<br />

încapă Au venit şi-n ţara noastră de-au cerut pământ şi apă<br />

Eu? Îmi apăr sărăcia şi nevoile şi neamul... Şi de-aceea tot ce<br />

mişcă-n ţara asta, râul, ramul, Mi-e prieten numai mie, iară ţie<br />

duşman este, Duşmănit vei fi de toate, făr-a prinde chiar de<br />

veste; N-avem oşti, dară iubirea de moşie e un zid Care nu senfiorează<br />

de-a ta faimă. […]<br />

Trei au fost provinciile istorice ale României. Ţara Românească,<br />

Moldova şi Transilvania.<br />

După căderea Bizanţului, în perioada Imperiului Otoman,<br />

numeroşi greci s-au refugiat în Principatele Dunărene, unde au<br />

fost primiţi cu bunăvoinţă. Otomanii, în ciuda numeroaselor<br />

expediţii, n-au reuşit însă să alipească la Imperiu teritoriile din<br />

nordul Dunării. S-au limitat la încasarea unui tribut din ţările<br />

române, acordând autonomie politică domnitorilor locali.<br />

Împreună cu Patriarhia din Constantinopol, două grupuri<br />

sociale au menţinut tradiţiile bizantine în Europa de Sud-Est:<br />

familiile princiare ale Ţărilor Române şi fanarioţii, care au fost şi<br />

singurii conducători creştini din regiune.<br />

Domnii români au slujit cu zel “Literele Greceşti” şi au angajat în<br />

slujba lor consilieri greci de elită. Curtea de Argeş şi Târgovişte<br />

au fost primele cetăţi de scaun ale Valahiei în secolul XIV, cu<br />

episcopi greci. La Curtea de Argeş, în 1340, în timpul domniei lui<br />

Basarab I, a fost pusă piatra de temelie a Bisericii Sfântul Nicolae,<br />

socotită şi azi unul dintre cele mai complete muzee de pictură<br />

bizantină din secolul XIV, din Europa. La începutul secolului XVI,<br />

domnul Neagoe Basarab inaugurează marea biserică episcopală<br />

de la Curtea de Argeş. Sunt intemeiate aici, atat o şcoală cat şi<br />

o tipografie. În 1702 domnul Constantin Brâncoveanu, martir<br />

al Ortodoxiei şi protector al culturii greceşti, totodată mare<br />

donator national, cunoscător al literelor şi artelor, căsătorit cu<br />

o grecoaică, cheamă la curtea sa numeroşi hagiografi şi dascăli<br />

greci. Domnul Moldovei Vasile Lupu a inaugurat în 1639 vestita<br />

biserică de la Trei Ierarhi din Iaşi, asemuită de unii cu celebra<br />

Sfânta S<strong>of</strong>ia de la Constantinopol. In 1820 Alexandru Ipsilanti<br />

a înălţat la Iaşi Steagul Revoluţiei Greceşti şi a depus jurământ<br />

pentru eliberarea neamului elen; a întemeiat în 1648 o şcoală<br />

cu călugări greci, unde învăţau fiii clasei conducătoare, boierii,<br />

după ce, anterior, întemeiase şi o tipografie.<br />

Bogăţiile lor le-au permis să întărească şi să sprijine marile<br />

centre ecleziastice de la Sfântul Munte, Ierusalim, Sinai şi<br />

Constantinopol. În arhivele de la Athos sunt păstrate azi<br />

documentele unor importanţi domni români, ca Şerban<br />

Cantacuzino, care dăruieşte, în 1682, prin hrisov, mănăstirilor de<br />

la Muntele Athos biserica Cotroceni din Bucureşti şi cere să fie<br />

înmormântat acolo, dar şi ale altor domni donatori, ca Alexandru<br />

Lăpuşneanu în 15.2.1568, Ieremia Movilă (16.2.1603), Mihai<br />

Viteazul (28.8.1599), Radu Vodă (10.2.1613), Grigorie Ghica şi<br />

mulţi alţii.<br />

Domnii români copiază Curtea Bizantină, sprijină studiile<br />

greceşti şi teologice şi creează un Bizanţ în miniatură la nord de<br />

Dunăre. Are loc o adevărată renaştere a Ortodoxiei în regiune.<br />

Greaca, ca limbă a administraţiei, cum fusese în timpul perioadei<br />

bizantine şi, de asemenea, ca limbă a Evangheliilor, a civilizaţiei<br />

22 23


1648 Σχο λή με Έλληνες μοναχούς, που δίδασκαν τα παιδιά της άρχουσας<br />

τά ξης, των Βογυάρων, αφού προηγουμένως είχε ι δρύ σει<br />

και τυπογραφείο.<br />

Τα πλούτη τους τούς επέτρεψαν να ενισχύσουν και να στηρίξουν<br />

τα μεγάλα εκκλησιαστικά κέντρα στο Άγιο Όρος, τα Ιεροσόλυμα,<br />

τη Μονή Σινά και την Κωνσταντινούπολη. Στα αρχεία του Αγίου<br />

Όρους φυλάσσονται σήμερα τα έγγραφα σημαντικών Ρουμάνων<br />

ηγεμόνων, όπως ο Σερμπάν Καντακουζηνός, που το 1682 με έγγραφό<br />

του δωρίζει στα μοναστήρια του Αγίου Όρους την εκκλησία<br />

Κοτροτσένι του Βουκουρεστίου, και ζητά να ταφεί εκεί, αλλά και<br />

άλλων σημαντικών ηγεμόνων δωρητών, όπως υπήρξαν οι Αλεξ.<br />

Λαπουσεάνου (1568), Ιερεμίας Μυβίλας (1603), Μιχαήλ Γενναίος<br />

(1599), Ράδος (1613), Γρ. Γκίκας και πολλοί άλλοι.<br />

Οι Ρουμάνοι ηγεμόνες αντιγράφουν τη Βυζαντινή Αυλή, στηρίζουν<br />

τις Ελληνικές και Θεολογικές σπουδές και δημιουργούν μία μικρογραφία<br />

του Βυζαντίου βόρεια του Δούναβη. Στην περιοχή συντελείται<br />

μια πραγματική αναγέννηση της Ορθοδοξίας. Η ελληνική,<br />

ως γλώσσα της Διοίκησης της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, αλλά και<br />

ως γλώσσα των Ευαγγελίων, του χριστιανικού πολιτισμού και της<br />

Κλασικής παιδείας, καθίσταται η επίσημη γλώσσα της περιοχής. Το<br />

εμπόριο ήταν ελεύθερο. Οργανωμένοι σε ισχυρά σωματεία και με<br />

πολιτική εξουσία, οι μεγάλοι Ρουμάνοι έμποροι αποτελούσαν ιδιαίτερη<br />

κοινωνική τάξη, οι δε ισχυρότεροι από αυτούς θεωρούνταν<br />

κοινωνικά ίσοι με τον κλήρο και την αριστοκρατία. Η συνέπεια και<br />

η εντιμότητα αντιπροσώπευαν ηθικές αξίες σημαντικότερες από<br />

τα εμπορικά συμφέροντα. Το κεφάλαιο των Ρουμάνων εμπόρων,<br />

εάν δεν συνοδευόταν από ήθος, έχανε την αξία του. Η ιστορία του<br />

ρουμανικού εμπορίου αναφέρει τους στενούς δεσμούς των Ρουμάνων<br />

εμπόρων με τις γειτονικές ευρωπαϊκές χώρες, ιδίως δε τη<br />

μεγάλη εμπορική πίστη που απολάμβαναν στις γερμανικές αγορές.<br />

Η περιοχή της Τρανσυλβανίας τον 11ο αιώνα κατακτάται από τους<br />

Ούγγρους, που την εποικούν με τους λεγόμενους «Szekely», αλλά<br />

και προσκαλούν Γερμανούς εποίκους, Σάξονες και Τεύτονες ιππότες,<br />

για την υπεράσπιση των συνόρων. Πολλές γερμανικές κοινότητες<br />

συγκροτούνται στο νότιο τμήμα της από τον 13ο αιώνα. Το<br />

1526 βρίσκεται υπό Τουρκική κυριαρχία, και από το 1669 μέχρι το<br />

τέλος του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, οπότε επιστρέφεται στη Ρουμανία,<br />

υπό Αυστροουγγρική κατοχή. Η κοινωνική συνοχή των Ρουμάνων<br />

κατοίκων της είναι ισχυρή· τυπώνουν βιβλία στη γλώσσα<br />

τους και διατηρούν τις παραδόσεις τους. Αξίζει να σημειωθεί ότι το<br />

1601 πραγματοποιείται, με τον Μιχαήλ Βιτεάζου, η πρώτη ένωση<br />

των τριών ρουμανικών πριγκιπάτων, της Μολδαβίας, της Τρανσυλβανίας<br />

και της Βλαχίας, με πρωτεύουσα την Άλμπα Γιούλια, για σύντομο<br />

χρονικό διάστημα.<br />

Μετά το 1711 η Μολδαβία και η Βλαχία απέφυγαν την Τουρκική κατοχή,<br />

αποδεχόμενες «συμβούλους» των Τούρκων, μορφωμένους<br />

Έλληνες από την περιοχή του Φαναρίου της Κωνσταντινούπολης,<br />

τους «Φαναριώτες». Η Φαναριώτικη περίοδος είχε επιδράσεις σε<br />

όλους τους τομείς της ζωής στη Ρουμανία, θετικές και, κάποτε,<br />

αρνητικές. Η ρουμανική Ιστορία συχνά τους αποδίδει με μελανά<br />

χρώματα, παρόλο που η πλειονότητα των Φαναριωτών είχε λάβει<br />

προστατευτικά μέτρα για Έλληνες και Ρουμάνους, πάντοτε μέσα<br />

στα πλαίσια των περιορισμένων δυνατοτήτων τους, καθώς βρίσκονταν<br />

και οι ίδιοι κάτω από τον τουρκικό έλεγχο. Ο Ρουμάνος<br />

ιστορικός C. Erbiceanu αναφέρει: «υπό την ηγεμονία των Φαναριωτών,<br />

ο ρουμάνικος λαός δεν κέρδισε παρά την πείνα, την ταπείνωση<br />

και παντός είδους βάσανα. Γεγονός που όμως είναι αδύνατον<br />

να αμφισβητηθεί είναι η ωφέλεια από τα ελληνικά σχολεία και τα<br />

κείμενα στην ελληνική γλώσσα. Σε αντάλλαγμα, τους δώσαμε τη<br />

φιλοξενία μας, ορμώμενοι εκ του συναισθήματος ότι παρέχομε<br />

αυτήν εις τους ομόθρησκούς μας. Επίσης, είναι γεγονός ότι η ελληνική<br />

γλώσσα συνετέλεσε στην πνευματική μας ανάπτυξη, και μας<br />

προετοίμασε για τη διεκδίκηση των εθνικών μας δικαιωμάτων».<br />

Τα βιβλία που εκδόθηκαν στη Ρουμανία από το 1628 ώς το 1820<br />

ανέρχονται σε 98 (θρησκευτικά, ε πι στημονικά, πολιτικά). Η εκπαιδευτική<br />

ακτινοβολία των ελληνικών σχο λείων, διαποτισμένη με τις<br />

διδαχές του Διαφωτισμού, αφύπνισε την εθνι κή ρουμάνικη συνείδηση<br />

και αναζωπύρωσε την άσβεστη αγάπη του ρουμα νι κού λαού<br />

για την ελευθερία.<br />

Οι Φαναριώτες φρόντισαν για τη δημιουργία τυπο γρα φείων και<br />

creştine şi a învăţământului clasic, devine limba <strong>of</strong>icială în zonă.<br />

Comerţul era liber. Organizaţi în puternice asociaţii şi bucurânduse<br />

de influenţă politică, marii negustori români constituiau o<br />

clasă socială aparte, cei mai mari dintre ei fiind socotiţi, din punct<br />

de vedere social, egali cu clerul şi aristocraţia. Consecvenţa şi<br />

cinstea reprezentau valori morale mai mari decât interesele<br />

comerciale. Capitalul comercial al negustorilor români, dacă nu<br />

era însoţit de morală, îşi pierdea valoarea. Istoria comerţului<br />

românesc atestă strânsele legături ale negustorilor români cu<br />

ţările europene vecine, îndeosebi marea încredere de care se<br />

bucurau pe pieţele germanice.<br />

În secolul XI, Transilvania este cucerită de unguri. Aceştia o<br />

colonizează cu secui („Szekely”), chemând totodată şi colonişti<br />

germani (saşi) şi, pentru scurt timp, cu cavaleri teutoni pentru<br />

apărarea graniţelor. Numeroase sate şi oraşe germanice se<br />

constituie în partea de sud a Transilvaniei din secolul XIII. În 1526<br />

Transilvania se află sub stăpânire turcească şi, din 1669 până la<br />

sfârşitul Primului Război Mondial, sub ocupaţie austro-ungară.<br />

Legăturile între locuitorii români sunt puternice; tipăresc cărţi<br />

în limba lor şi-şi păstrează tradiţiile. Merită mentionat anul<br />

1601 ce marchează prima unire a celor trei provincii romanesti<br />

Moldova, Ţara Româneacă şi Transilvania cu capitala la Alba-<br />

Iulia înfaptuită de Mihai Viteazul pentru o perioadă scurtă.<br />

Moldova şi Ţara Românească au evitat ocupaţia turcească,<br />

acceptând in perioada 1711-1821 „consilieri” ai turcilor, greci<br />

cultivaţi din cartierul Fanar al Constantinopolului, „fanarioţii”.<br />

Epoca fanariotă a avut influenţe în toate domeniile vieţii din<br />

România, pozitive şi alteori negative. Istoria românească îi<br />

zugrăveşte adesea în culori negre, cu toate că majoritatea<br />

fanarioţilor au luat măsuri de protecţie atât pentru greci cât<br />

şi pentru români. Nu trebuie să uităm că posibilităţile lor erau<br />

limitate, fiind la rândul lor sub control turcesc. Istoricul român<br />

C. Erbiceanu scrie că „sub domnia fanarioţilor poporul român<br />

n-a câştigat decât foame, umilinţă şi chinuri de tot felul. Un<br />

fapt imposibil de contestat rămâne însă folosul tras din şcolile<br />

greceşti şi textele în limba greacă. În schimbul lor le-am <strong>of</strong>erit<br />

ospitalitatea noastră îndemnaţi de sentimentul că o <strong>of</strong>erim<br />

celor de aceeaşi religie cu noi. De asemenea, fapt e că limba<br />

greacă a contribuit la dezvoltarea noastră culturală şi ne-a<br />

pregătit pentru revendicarea drepturilor noastre naţionale”.<br />

Numărul cărţilor (religioase, ştiinţifice, politice) în limba greacă,<br />

editate în Ţarile Române, din 1628 până la 1820 ajunge la 98.<br />

Influenta şcolilor greceşti, hrănită cu învăţăturile iluminismului,<br />

a trezit conştiinţa naţională românească şi a aprins dragostea<br />

poporului român pentru libertate.<br />

Fanarioţii s-au îngrijit de fondarea de tipografii şi au finanţat<br />

editarea a numeroase scrieri conţinând cunoştinţe folositoare<br />

deopotrivă pentru greci şi români. În timpul domniei lui<br />

Constantin Mavrocordat ( istoricul român Nicolae Iorga îl<br />

numeşte „ideolog al kalokagathiei”), Sfânta Liturghie a fost<br />

tradusă în româneşte, îngropând pentru totdeauna limba slavă.<br />

Alexandru Ipsilanti, ca domn al Ţării Româneşti, a reformat<br />

şcoala de la Bucureşti şi a întemeiat şcoli şi în alte oraşe.<br />

Între familiile fanariote prezente în România s-au numărat<br />

Mavrocordat, Cantacuzino, Mavrogheni, Ghica, Duca, Rosetti,<br />

Suţu, Callimachi, Caragea, Ipsilanti, Moruzi şi altele.<br />

Perioada domnilor fanarioţi a însemnat punctul culminant al<br />

prezenţei elenismului în România, când toate documentele<br />

<strong>of</strong>iciale sunt redactate în greacă dar a şi pregătit Lupta pentru<br />

Renaşterea noastră naţională. Astfel, când şi alţi greci au emigrat<br />

pe primitorul pământ românesc au găsit mitropoliţi şi cler grec,<br />

dar şi şcoli şi biblioteci.<br />

La mijlocul secolului XVI, numeroşi emigranţi greci (macedoneni,<br />

traci, epiroţi, peloponesieni) îşi caută o soartă mai bună decât<br />

24 25


χρηματοδότησαν την έκδοση πολλών συγγραμμάτων κοινωφελούς<br />

περιεχομένου, για Έλληνες και Ρουμάνους. Την περίοδο της<br />

ηγεμονίας του Kων/νου Μαυροκορδάτου (ο Ρουμάνος ιστορικός<br />

Γιόργκα τον αναφέρει ως «καλοκάγαθο ιδεολόγο»), η Θεία Λειτουργία<br />

μεταφράστηκε στα ρουμανικά, ενταφιάζοντας για πάντα<br />

τη σλαβονική γλώσσα. Ο Αλέξανδρος Υψηλάντης προχώρησε, ως<br />

ηγεμόνας της Βλαχίας, στη μεταρρύθμιση της Σχολής του Βουκουρεστίου<br />

και ίδρυσε σχολεία σ’ άλλες πόλεις. Γνωστά ονόματα ελληνικών<br />

οικογενειών Φαναριωτών που έζησαν στη Ρουμανία είναι:<br />

Μαυροκορδάτος, Καντακουζηνός, Μαυρογένης, Γκίκας, Δούκας,<br />

Ροσέτι, Σούτσος, Καλλιμάχης, Καρατζάς, Υψηλάντης, Μουρούζης<br />

κ.ά.<br />

Η περίοδος των Φαναριωτών ηγεμόνων σηματοδότησε τη μεγάλη<br />

ακμή του ελληνισμού στη Ρου μα νία, όταν όλα τα επίσημα έγ γραφα<br />

συντάσσονταν στα ελληνικά, ενώ παράλληλα προετοίμασε τον<br />

Αγώνα της Εθνικής μας Παλιγγενεσίας. Έτσι, όταν αργότερα με τανά<br />

στευσαν κι άλ λοι Έλληνες στη φι λόξενη ρουμάνικη γη, βρήκαν<br />

μητρο πο λίτες, κλήρο ελληνικό, αλλά και σχολεία και βιβλιοθήκες.<br />

Στα μέσα του 16ου αιώνα πολλοί Έλληνες μετανάστες (Μακεδόνες,<br />

Θράκες, Ηπειρώτες, Πελοποννήσιοι) αναζητούν καλύτερη τύχη<br />

στη Ρουμανία, εγκαταλείποντας τις άγονες εκτάσεις της πατρίδας.<br />

Μαζί τους κουβαλούν την εργατικότητα, την υπομονή αλλά<br />

και το πείσμα για επιτυχία. Στην περιοχή της Τρανσυλβανίας, στο<br />

Μπρασόβ, το Σιμπίου και την Οράντεα, που ήταν σπουδαία κέντρα<br />

διακομετακομιστικού εμπορίου μεταξύ Ανατολής και Δύσης, ιδρύουν<br />

εμπορικές κοινότητες, τις «Κομπανίες» (τα σημερινά Εμπορικά<br />

Επιμελητήρια). Οι κομπανίες αυτές ήταν ένα είδος εμπορικής συντεχνίας,<br />

ένα επαγγελματικό σωματείο που τον πυρήνα του αποτελούσαν<br />

Έλληνες μετανάστες. Το βασικό κριτήριο για τα μέλη δεν<br />

ήταν το γένος, η εθνική καταγωγή ή το θρήσκευμα, αλλά η ιδιότητα<br />

του εμπόρου και η γνώση της ελληνικής γλώσσας. Η πρώτη<br />

Ελληνική Κομπανία ιδρύθηκε στο Σιμπίου στις 8 Ιουλίου του 1636,<br />

και αποτελεί την πρώτη εθνική συσσωμάτευση σε ολόκληρο τον<br />

ελληνισμό κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας, καθώς και την<br />

παλαιότερη εμπορική κομπανία σε ολόκληρη τη ΝΑ. Ευρώπη.<br />

Το 1550, Έλληνες έμποροι και πραματευτάδες από τη Μακεδονία<br />

και τη Θράκη εγκαθίστανται στην οχυρωμένη πόλη του Μπρασόβ –<br />

έξω από τα τείχη, στη συνοικία Σκέι, όπου κατοικούσαν και οι Ρουμάνοι,<br />

καθώς μέσα στην πόλη επιτρεπόταν να ζουν μόνον Σάξονες.<br />

Το 1561 ο Γ. Κορτέσιος μεταφράζει την Αγία Γραφή στα ρουμανικά,<br />

φέρνοντας τους δυο ορθόδοξους λαούς που ζούσαν έξω από τα<br />

τείχη πιο κοντά. Το 1678 παίρνουν άδεια να ιδρύσουν τη δική τους<br />

κομπανία. Επτά Έλληνες έμποροι, με μεγαλύτερο τον γουνέμπορο<br />

Παναγιώτη Χατζηνίκο, Ηπειρώτη από τα Γιάννενα, ανεγείρουν με<br />

δωρεές τους την ελληνική εκκλησία της Αγίας Τριάδος, μέσα στην<br />

πόλη (την πρώτη ορθόδοξη εκκλησία εντός των τειχών), καθώς<br />

και το Ελληνικό Νεκροταφείο, στις επιτύμβιες πλάκες του οποίου<br />

διαβάζεις σήμερα τα ονόματα των Ελλήνων μεταναστών, αλλά και<br />

τον τόπο καταγωγής τους. Ο Π. Χατζηνίκος ίδρυσε επίσης ελληνικό<br />

σχολείο, στο οποίο δίδαξαν μεγάλοι Έλληνες δάσκαλοι, όπως ο<br />

Νεόφυτος Δούκας, ο Ιώσηπος Μοισιόδαξ κ.ά., βιβλιοθήκη, καθώς<br />

και σημαντικό φιλανθρωπικό ίδρυμα για τις ανάγκες των απόρων<br />

της πόλης.<br />

Για έναν ολόκληρο αιώνα μετά το 1750, η ελληνική γλώσσα ήταν<br />

η γλώσσα του εμπορίου στα Βαλκάνια και οι περισσότεροι έμποροι,<br />

ανεξάρτητα από εθνική προέλευση, μιλούσαν ελληνικά. Οι Έλληνες<br />

έμποροι κράτησαν πάντα ζωντανή τη θρησκεία, την εθνική<br />

συνείδηση και την περηφάνια για την καταγωγή τους. Ο Ρουμάνος<br />

συγγραφέας Ioan Slavici αναφέρει πως «ο ρουμάνικος λαός ταύτιζε<br />

τη λέξη “Grec” με τη λέξη «έμπορος»· όταν λοιπόν έλεγαν ότι<br />

μεταβαίνουν στον “Grecul”, εννοούσαν πως πηγαίνουν στο ‘‘παντοπωλείο<br />

του Έλληνα’’».<br />

Τον 18ο αιώνα, καθώς η Ευρώπη εκβιομηχανίζεται, η ζήτηση για<br />

αγροτικά προϊόντα από την Ανατολή μεγαλώνει. Προϊόντα όπως<br />

σιτάρι, βαμβάκι, λινάρια κ.ά. αφθονούν στην περιοχή, αλλά αντίστοιχα<br />

και η Ανατολή γίνεται δέκτης βιομηχανικών προϊόντων της<br />

Δύσης. Οι εμπορικές συναλλαγές γίνονται στα πανηγύρια, που<br />

μέσω των χερσαίων δρόμων της Κεντρικής Ευρώπης ενώνουν Ανατολή<br />

με Δύση.<br />

Τότε αρχίζουν οι μεγάλες εμπορικές μεταφορές με πλοιάρια στον<br />

Δούναβη. Η χρησιμοποίησή του και η ανάπτυξη της εμπορικής κυκλοφορίας<br />

οφείλεται στην Ελλάδα. Λέγεται ότι, όπως ο Εύξεινος<br />

în patria lor aridă. Aduc împreună cu ei hărnicia, răbdarea dar<br />

şi înverşunarea de a izbândi. În Transilvania, la Braşov, Sibiu şi<br />

Oradea, care erau importante centre ale comerţului itinerant<br />

între Orient şi Occident, ei fondează Comunităţi Comerciale,<br />

numite „Companii” (camerele de comerţ de azi). Aceste companii<br />

au fost un fel de breaslă comercială, un organism pr<strong>of</strong>esional<br />

al căror nucleu îl constituiau emigranţii greci. Criteriul de bază<br />

pentru a deveni membri nu era neamul, originea etnică sau<br />

religia, ci calitatea negustorului şi cunoaşterea limbii greceşti.<br />

Prima companie greacă se constituie la Sibiu la 8 iulie 1636 fiind<br />

şi prima în toată Europa de Sud-Est.<br />

În oraşul fortificat Braşov, în anul 1550 se stabilesc negustori<br />

şi vânzători ambulanţi greci din Macedonia şi Tracia (în afara<br />

zidurilor oraşului, în cartierul Schei, unde locuiau şi românii, în<br />

timp ce în oraş le era permis să locuiască doar saşilor). În anul<br />

1561, diaconul Coresi traduce Sfânta Scriptură în limba română,<br />

aducând mai aproape cele două popoare ortodoxe, care locuiau<br />

în afara zidurilor. În 1678 grecii de aici primesc dreptul de a<br />

întemeia propria companie. Şapte negustori greci, în frunte cu<br />

negustorul de blănuri Panayotis Hagi Nicos, epirot din Ioannina<br />

(1778), cu donaţia lui, construiesc biserica greacă Sfânta Treime<br />

în oraş (prima biserică ortodoxă în interiorul zidurilor), precum<br />

şi cimitirul grec pe ale cărui plăci funerare poţi citi azi numele<br />

dar şi locurile lor de baştină. P. Hagi Nicos fondează şi şcoala<br />

greacă, unde au predat mari dascăli, precum Ne<strong>of</strong>ytos Doukas şi<br />

alţii, biblioteca, ca şi un important aşezământ filantropic pentru<br />

oamenii necăjiţi din oraş.<br />

Timp de un secol întreg, după 1750, greaca a fost limba<br />

comerţului în Balcani şi cei mai mulţi negustori, indiferent de<br />

provenienţa lor naţională, vorbeau greceşte. Negustorii greci<br />

au păstrat mereu vie religia, conştiinţa naţională şi mândria<br />

obârşiei lor. Scriitorul român Ioan Slavici arată: „Poporul român<br />

a identificat cuvântul ‚grec’ cu ‚negustor’, aşadar, când spuneau<br />

că se duc la ‚Grecul’, voiau să spună că merg la ‚băcănia Grecului’”.<br />

În secolul XVIII, pe măsură ce Europa se industrializează, cererea<br />

de produse agricole din Orient către Occident creşte. Produse<br />

precum grâul, bumbacul, inul ş.a. se găsesc din belşug în regiune<br />

dar, la rândul său, şi Orientul devine receptor al produselor<br />

industriale. Schimburile comerciale au loc la târgurile care,<br />

datorită drumurilor terestre ale Europei Centrale, au făcut<br />

legătura dintre Orient şi Occident.<br />

Atunci începe transportul de mărfuri cu vasele pe Dunăre.<br />

Utilizarea Dunării şi dezvoltarea circulaţiei comerciale pe<br />

fluviu se datorează Greciei. Se spune că, aşa cum Pontul Euxin<br />

a fost odinioară „lac grecesc”, la fel şi Dunărea a fost cel mai<br />

„grecesc” dintre marile fluvii ale lumii. De la simplul marinar<br />

până la căpitan şi armator, grecii au scris primele pagini ale<br />

istoriei navigaţiei fluviale pe Dunăre. O mulţime de marinari din<br />

Heptanez, îndeosebi din Kefallonia şi Ithaca, circulă statornic în<br />

zonele dunărene cu bricurile şi şlepurile lor, câştigându-şi, pe<br />

bună dreptate, porecla de „marinari de fluviu”.<br />

Foarte important pentru dezvoltarea economică şi progresul<br />

flotei comerciale greceşti rămâne Tratatul de la Kuciuk-Kainargi<br />

din 1774. Rusia, învingând Turcia, impune folosirea pavilionului<br />

rusesc la vapoarele supuşilor ei creştini şi astfel, navigaţia<br />

maritimă este liberă. Insulari greci din Egeea construiesc mici<br />

veliere suple şi preiau transporturile în toată Mediterana. Până<br />

la 1821 mulţi insulari trec în Marea Neagră, făcând comerţ cu<br />

grâu.<br />

În 1813 insulele Egeei aveau 615 vase deservite de echipaje<br />

formate din 18 000 de persoane şi dotate cu 6 000 de tunuri, ca<br />

să le apere de piraţi. Acestea sunt vasele care vor participa mai<br />

târziu la lupta pentru independenţa noastră şi mulţi negustori<br />

de grâu au finanţat lupta care fusese pregătită în 1814 la<br />

Odessa, prin crearea Eteriei (Societatea Prietenilor). Theodoros<br />

26 27


Πόντος ήταν κάποτε «ελληνική λί μνη», έτσι κι ο Δούναβης υπήρξε<br />

ο πιο «ελληνικός» απ’ όλους τους μεγάλους πο ταμούς του κόσμου.<br />

Από τον απλό ναύτη μέχρι τον καπετάνιο και τον εφοπλιστή, οι Έλληνες<br />

έγραψαν τις πρώτες σελίδες της ιστορίας της ποταμοπλοΐας<br />

στο Δούναβη. Πλήθος Επτα νή σι ων ναυ τι κών, συνηθέστερα από<br />

την Κεφαλονιά και την Ιθάκη, πηγαινοέρχονταν μόνιμα στις παραδου<br />

νά βι ες πε ρι ο χές με τα μπρίκια και τα σλέπια τους, κερ δίζοντας<br />

επάξια το παρατσούκλι «Ποταμιάνοι».<br />

Σημαντική για την οικονομική εξέλιξη και την πρόοδο της ελληνικής<br />

εμπορικής ναυτιλίας υπήρξε η Συνθήκη του Κιουτσούκ Καϊναρτζή<br />

(1774). Η Ρωσία, υπερισχύοντας της Τουρκίας, της επέβαλλε<br />

να επιτρέπει τη χρήση της ρώσικης σημαίας στα πλοία των<br />

χριστιανών υπηκόων της, και έτσι την ελεύθερη ναυσιπλοΐα. Έλληνες<br />

νησιώτες από το Αιγαίο κατασκεύασαν ευέλικτα μικρά ιστιοφόρα,<br />

αναλαμβάνοντας τις μεταφορές σε ολόκληρη τη Μεσόγειο.<br />

Έως και το 1821, πολλοί νησιώτες περνούν στη Μαύρη Θάλασσα<br />

κάνοντας εμπόριο σιταριού. Το 1813, τα νησιά του Αιγαίου είχαν<br />

615 καράβια με πλήρωμα 18.000 άνδρες και 6000 κανόνια, για<br />

να τους προστατεύουν από τους πειρατές. Τα καράβια αυτά ήταν<br />

που πολέμησαν αργότερα στον Αγώνα της Ανεξαρτησίας, αλλά και<br />

πολλοί σιτέμποροι χρηματοδότησαν τον αγώνα που είχε σχεδιαστεί<br />

το 1814 στην Οδησσό, με την ίδρυση της Φιλικής Εταιρείας.<br />

Ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, στο λόγο του στην Πνύκα το 1836,<br />

αναφέρει χαρακτηριστικά ότι «αυτά τα σιτοκάραβα πολέμησαν<br />

το Σουλτάνο». Όσον αφορά την οικονομική ευμάρεια των Παραδουνάβιων<br />

ηγεμονιών, εύγλωττη είναι η αναφορά που κάνει στα<br />

Απομνημονεύματά του, με αφορμή το γάμο του γιου του Κωνσταντίνου<br />

με την εγγονή του πρώην ηγεμόνα της Βλαχίας Καρατζά:<br />

«Εσυμπεθέρευσεν η κλέφτικη κάπα με τη φαναριώτικη γούνα».<br />

Αξιοσημείωτη επίσης είναι και η άποψη που, στο ίδιο βιβλίο, ο Κολοκοτρώνης<br />

διατυπώνει για τον Ρήγα Φεραίο:<br />

«Ο Ρήγας εστάθη ο μεγάλος ευεργέτης της φυλής μας, το μελάνι<br />

του θα είναι πολύτιμο ενώπιον θεού όσο το αίμα του άγιο. [...] ”ώς<br />

πότε παλικάρια θα ζούμε στα στενά”, από τα πολεμικά του τραγούδια<br />

το τελειότερο, περιέχει μία επιθεώρηση των δυνάμεων της πατρίδας.<br />

Όλοι είναι παρόντες, κανένας απών, τα ξεφτέρια των Αγράφων,<br />

οι σταυραετοί του Ολύμπου, τα καπλάνια του Μαυροβουνιού,<br />

τα λιοντάρια του Σουλιού, Μάνης και Μακεδονίας, τα δελφίνια της<br />

θάλασσας, οι νησιώτες και οι χριστιανοί του Δουνάβεως και του<br />

Σάβα ποταμού».<br />

Στις αρχές του 20ού αιώνα, η πλειονότητα των πλοίων ήταν σε ελληνικά<br />

χέρια. Σύμφωνα με τις καταγραφές του σώματος πλοιάρχων<br />

και πλοηγών, το 1901, οι 73 στους 88 είναι Έλληνες και 7 Ρουμάνοι.<br />

Αλλά και ο Ελευθέριος Βενιζέλος, όταν επισκέφθηκε την περιοχή<br />

το 1913, είπε ότι «ούτε στο λιμάνι του Πειραιά δεν έχω δει τόσες<br />

πολλές ελληνικές σημαίες, όσες στα λιμάνια του Δούναβη».<br />

Το 1829 οι Ρώσοι, υπό τον στρατηγό Kiseleff, νικούν τους Τούρκους<br />

βάζοντας έτσι τέλος στη Φαναριώτικη περίοδο. Με τη συνθήκη<br />

της Αδριανουπόλεως και αφού καταλαμβάνουν τις ηγεμονίες,<br />

παραχωρούν στους Ρουμάνους εσωτερική αυτονομία. Το 1859, ο<br />

Alexandrer Ion Cuza ενώνει τη Βλαχία και τη Μολδαβία και θέτει<br />

τα θεμέλια της μελλοντικής Ρουμανίας. Το 1881 αρχίζει η περίοδος<br />

της βασιλείας στη χώρα. Μετά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, την<br />

1/12/1918, πραγματοποιείται η συνένωση της Τρανσυλβανίας με<br />

τη Ρουμανία, που σχηματίζει τη Μεγάλη Ρουμανία. Από τότε, η 1η<br />

Δεκεμβρίου καθιερώνεται ως ημέρα Εθνικής Εορτής της χώρας.<br />

Λαμ πρές προσω πι κό τη τες Ελλήνων α σ τών εγκατεστημένων στη<br />

Ρουμα νία έ στη σαν «χρυ σές» γέφυρες μεταξύ των δύο φίλων λαών·<br />

ναυτικοί, έμποροι, λόγιοι, καλλιτέχνες, μηχανικοί, δικη γό ροι,<br />

πολιτικοί, τεχνίτες, επιχειρηματίες, τρα πεζίτες, στρα τιωτικοί, επαναστάτες,<br />

πολλοί από τους οποίους ευεργέτησαν την πατρίδα στα<br />

δύσκολα χρόνια του νεοσύστατου Ελληνικού Κράτους. Ακολουθούν<br />

μερικά μόνο ονόματα κο ρυ φαίων και πασί γνω στων Ελλήνων<br />

από τη Ρουμανία:<br />

• Ρήγας ο Βελεστινλής, γνωστός ως Ρήγας Φεραίος (1757-1798).<br />

Έ μπορος, χαρτογράφος, ποιητής, ανθρωπιστής και μεγάλος επαναστάτης.<br />

Ο φωτισμένος προάγγελος της Ελληνικής Εθνεγερσίας,<br />

• Γεώργιος Σταύρου (1785-1869). Ηπειρώτης επιχειρηματίας και<br />

τρα πεζίτης, μέλος της Φιλικής Εταιρείας. Ο δημιουργός και ο πρώτος<br />

διοικητής της Ε θνικής Τράπεζας της Ελλάδος (1841),<br />

Kolokotronis, într-un discurs din 1837 rostit pe Pnyx, spune: „<br />

Vasele acestea care făceau negoţ cu grâu au luptat împotriva<br />

sultanului”.<br />

Cât priveşte bunăstarea economică a Principatelor Dunărene,<br />

este elocventă referirea pe care o face în Memoriile sale, cu<br />

prilejul căsătoriei fiului său Constantin cu nepoata fostului<br />

domn al Ţării Româneşti Caragea. Demnă de menţionat este de<br />

asemenea şi opinia pe care Kolokotronis o formulează în aceeaşi<br />

carte cu privire la Rigas Fereos:<br />

„Rigas a fost marele everget al neamului nostru, cerneala lui va fi<br />

preţioasă în faţa lui Dumnezeu ca şi sângele său sfânt. [...] „Viteji<br />

feciori, voi bravii, să mai trăim, cât vreţi tot singuri...” – Thurios,<br />

cel mai desăvârşit dintre marşurile sale de război, cuprinde o<br />

înşiruire a forţelor patriei. Toţi sunt prezenţi, nimeni nu lipseşte,<br />

şoimii din Agrafa, vultanii Olimpioţi, tigrii din Mavrovouni, leii<br />

din Souli, Mani şi Macedonia, delfinii mării, insularii şi creştinii<br />

de la Dunăre şi de pe râul Sava.”<br />

La începutul secolului XX majoritatea vaselor din porturile<br />

dunărene româneşti erau greceşti. În 1901, în registrul<br />

căpitanilor şi al piloţilor, dintr-un total de 88 de nume, 73 sunt<br />

greci şi 7 români. Chiar şi Eleftherios Venizelos, în 1913, când<br />

a vizitat regiunea, spunea: „Nici în portul Pireu n-am văzut<br />

fluturând atâtea steaguri greceşti câte am văzut în porturile<br />

Dunării”.<br />

În 1829, ruşii conduşi de generalul Kiseleff îi înving pe turci şi<br />

pun capăt definitiv epocii fanariote. Preluând Principatele prin<br />

Tratatul de la Adrianopol, le conferă autonomie internă. În<br />

1859 Alexandru Ion Cuza înfăptuieşte unirea Moldovei cu Ţara<br />

Românească formând asfel România. În 1881 ţara devine regat.<br />

La 1 Decembrie 1918 după primul război mondial Transilvania<br />

se ataşează României formând astfel România mare.Pentru<br />

a marca acest moment 1 Decembrie a devenit sarbatoarea<br />

naţională a poporului român.<br />

Strălucite personalităţi de mari bogătaşi greci stabiliţi în<br />

România au înfăptuit opere importante şi au făurit „punţi de aur”<br />

între cele două popoare prietene. Marinari, negustori, cărturari,<br />

artişti, avocaţi, oameni politici, ingineri, meseriaşi, oameni de<br />

afaceri, bancheri, militari, revoluţionari. Mulţi dintre ei au adus<br />

binefaceri ţării în anii grei ai nou constituitului stat grec. Dintre<br />

cele mai renumite personalităţi greceşti din România vom cita<br />

următoarele:<br />

• Rigas Velestinlis, cunoscut şi sub numele de Rigas Fereos (1757-<br />

1798). Negustor, cartograf, poet, umanist şi mare revoluţionar.<br />

Vestitorul luminat al Revoluţiei naţionale greceşti.<br />

• Gheorghios Stavrou (1785-1869). Om de afaceri şi bancher<br />

epirot, membru al Eteriei. Creatorul şi primul guvernator al<br />

Băncii Naţionale a Greciei (1841).<br />

• Apostolos Arsakis (1792-1874). Medic epirot şi om politic.<br />

S-a stabilit în România în 1822 şi a fost primul secretar de stat<br />

(1835), ministru de externe (1860), prim-ministru ad-interim al<br />

României (1862) si totodata donator naţional. Cu banii donaţi<br />

de el s-a construit „Şcoala de fete Arsakis” de la Atena şi alte<br />

aşezăminte de binefacere.<br />

• Evanghelos Zappas (1800-1865). Luptător epirot în Revoluţia<br />

de la 1821. S-a refugiat în România (1831), unde a adunat o<br />

avere uriaşă din agricultură şi a contribuit la crearea Academiei<br />

Române. Este considerat părintele reînvierii Jocurilor Olimpice,<br />

organizând, în 1859, „Întrecerile Olimpice de la Zappeion”, cu<br />

patru ani înainte de a se naşte Pierre de Coubertin. Cu vărul şi<br />

asociatul său Konstantinos Zappas (1813-1892) au lăsat statului<br />

grec un legat pentru construirea de clădiri la Atena, între care şi<br />

cunoscutul şi impunătorul Palat numit Zappion.<br />

• Panaghis Harokopos (1835-1911). Mare bancher kefalonit, om<br />

28 29


• Απόστολος Αρσάκης (1792-1874). Ηπειρώτης γιατρός και πο λιτικός.<br />

Εγκαταστάθηκε στη Ρουμανία το 1822 και διετέλεσε πρώτος<br />

γραμ ματέας του Κράτους (1835), υπουργός Εξωτερικών (1860) και<br />

προ σω ρι νός πρω θυ πουργός (1862). Εθνικός ευεργέτης, ίδρυσε το<br />

Αρσάκειο Παρθεναγωγείο στην Αθήνα, καθώς κι άλλα κληρο δο τήμα<br />

τα,<br />

• Ευάγγελος Ζάππας (1800-1865). Ηπειρώτης αγωνιστής του<br />

1821. Κατέφυγε στη Ρουμανία (1831), όπου δημιούργησε τεράστια<br />

περιουσία σε αγροτικές εκτάσεις και συνέβαλε στην ίδρυση<br />

της Ρουμανικής Ακαδημίας. Θεωρείται ο πατέρας της αναβίωσης<br />

των Ολυμπιακών Αγώνων, καθώς οργάνωσε το 1859 τα «Ζάππεια<br />

Ολυμπιακά Αγωνίσματα» στην Αθήνα, τέσσερα χρόνια πριν από<br />

τη γέννηση του Pierre de Coubertin. Με τον εξάδελφο και συνεταίρο<br />

του Κωνσταντίνο Ζάππα (1813-1892) άφησαν στο Ελληνικό<br />

Κράτος κληροδότημα για δημιουργία κτιρίων στην Αθήνα, με πιο<br />

γνωστό το Ζάππειο Μέγαρο,<br />

• Παναγής Χαροκόπος (1835-1911). Κεφαλλονίτης μεγαλο τραπε ζίτης,<br />

επιχειρηματίας και γαιοκτήμονας. Επέστρεψε στην Ελλάδα το<br />

1899. Με χρήματά του δημιουργήθηκε η Χαροκόπειος Σχολή στην<br />

Αθήνα, αλλά και η ελληνική εκκλησία του Βουκουρεστίου. Το σπίτι<br />

του στο Βουκουρέστι στεγάζει σήμερα την Ελληνική Πρεσβεία,<br />

• Ένα μεγάλο όνομα της παγκόσμιας λογοτεχνίας, ο Παναγής<br />

Βαλσάμης (1884-1935) από πατέρα Έλληνα και μητέρα Ρουμάνα,<br />

που υπήρξε κι επιστήθιος φίλος του Νί κου Καζαντζάκη. Είναι ευρύτερα<br />

γνωστός με το ψευδώνυμό του, Πα νάιτ Ιστράτι (από τον<br />

Ίστρο-Δούναβη), και το μεγαλύτερο μέρος του έργου του έχει μεταφραστεί<br />

στα ελληνικά.<br />

Η έξοδος των Ελλήνων από τη Ρουμανία αρχίζει την εποχή του Μεσοπολέμου,<br />

με αργούς ρυθμούς μέχρι το 1940, και παίρνει τη μορφή<br />

φυγής το 1947-48, μόλις άνοιξε το λιμάνι της Κωστάντζας.<br />

Στο τέλος του 1949 λαμβάνει χώρα μια νέα «είσοδος» Ελλήνων<br />

στη Ρουμανία. Συγκεκριμένα, μετά τη λήξη του ελληνικού εμφυλίου<br />

πολέμου και την ήττα του «Δημοκρατικού Στρατού», μέρος<br />

αυτού –περίπου 15.000 άνδρες και γυναίκες– καταφεύγουν στη<br />

Ρουμανία ως πολιτικοί πρόσφυγες. Εκεί θα σπουδάσουν, θα εργαστούν<br />

και θα κάνουν οικογένειες, ορισμένοι δε από αυτούς με<br />

μικτούς γάμους. Μετά την αποκατάσταση της Δημοκρατίας στην<br />

Ελλάδα, το 1974, αλλά κυρίως μετά το 1981, το μεγαλύτερο μέρος<br />

τους επαναπατρίστηκε στη χώρα μας. Περίπου 800 επέλεξαν<br />

να παραμείνουν εκεί. Σήμερα ζουν στη Ρουμανία οργανωμένοι σε<br />

22 κοινότητες 5500 «παλιοί Έλληνες», οι οποίοι εκλέγουν και έναν<br />

βουλευτή· επίσης άλλοι 3000 που μιλούν ελληνικά και έλκουν την<br />

καταγωγή τους από τους ομοεθνείς τους του 18ου αιώνα, αλλά δεν<br />

μπορούν να το αποδείξουν εγγράφως. Η ελληνική είναι κατοχυρωμένη<br />

από το Ρουμανικό Σύνταγμα ως μειονοτική γλώσσα. Το 2001<br />

συστάθηκε στο Πανεπιστήμιο του Βουκουρεστίου έδρα Κλασικής<br />

Ελληνικής Φιλολογίας και Νεοελληνικών Σπουδών. Περίπου 6000<br />

Έλληνες εγκαταστάθηκαν στη Ρουμανία μετά την αλλαγή του καθεστώτος<br />

του 1989 για επαγγελματικούς λόγους, και συμβάλλουν<br />

κι αυτοί στην οικονομική ανάπτυξη της χώρας.<br />

Τα νερά του Δούναβη και της Μαύρης Θάλασσας, οι κοινές αξίες<br />

και η τόσο μεγάλη ιστορία που μοιραζόμαστε, ένωσαν και συναδέλφωσαν<br />

τους δύο λαούς, και θα συνεχίσουν να τους ενώνουν.<br />

Δήμητρα Στασινοπούλου<br />

Αθήνα, Νοέμβριος 2005<br />

BΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ<br />

Μαριάννα Κορομηλά, Οι Έλληνες στη Μαύρη Θάλασσα – Από την Εποχή του Χαλκού ως τις αρχές<br />

του 20ού Αιώνα, Αθήνα 1991, επανέκδ. 2002, εκδόσεις Πολιτιστική Εταιρεία «Πανόραμα».<br />

Σπυρίδων Φωκάς, Οι Έλληνες εις την Ποταμοπλοΐαν του Κάτω Δουνάβεως, Θεσσαλονίκη 1975,<br />

Ίδρυμα Μελετών Χερσονήσου Αίμου.<br />

Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, Διήγησις Συμβάντων της Ελληνικής Φυλής (Απομνημονεύματα), παρουσίαση<br />

- καταγραφή Γεώργιος Τερτσέτης, 1η έκδοση 1851.<br />

Μαρκ Μαζάουερ, Τα Βαλκάνια, Αθήνα 2002, εκδόσεις Πατάκη.<br />

Βασίλης Καρδάσης, Ο Ελληνισμός του Εύξεινου Πόντου, Αθήνα 2004, εκδόσεις Μίλητος.<br />

Γ. Π. Παρασκευόπουλος, Η Μεγάλη Ελλάς, Αθήνα 1898, επανέκδ. 1998, εκδόσεις Εκάτη.<br />

Οι Θησαυροί του Αγίου Όρους, 1997 Θεσσαλονίκη, έκδοση του Υπουργείου Πολιτισμού.<br />

Χρ. Ζαφείρης, Βαλκάνιος Πραματευτής, Αθήνα 1998, εκδόσεις Εξάντας.<br />

Δημήτρης Λαζογιώργος-Ελληνικός, Αγγελική Χατζημιχάλη – Η Ελληνίδα που φώτισε το Γένος,<br />

Αθήνα, Πολιτισμικός Οργανισμός Δήμου Αθηναίων.<br />

Δημήτρης Δεληγιάννης, Ρουμανία, Ελληνισμός, Τέχνη, Ορθοδοξία, Αθήνα 1995, εκδόσεις Αδάμ.<br />

Eternal & Fascinating Romania, Ισπανία 1997, Groupe Saintonge Editions.<br />

Οι περισσότερες αναφορές των Ρουμάνων ιστορικών προέρχονται από το βιβλίο του Σπ.<br />

Φωκά, Οι Έλληνες εις την Ποταμοπλοΐαν του Κάτω Δουνάβεως.<br />

de afaceri şi moşier. S-a întors în Grecia în 1899. Cu banii lui a<br />

fost creată „Şcoala Harokopos” la Atena, dar şi Biserica greacă<br />

din Bucureşti. Casa lui din Bucureşti este azi sediul Ambasadei<br />

greceşti.<br />

• Un nume mare al literaturii universale, Panaghis Valsamis<br />

(1884-1935), din tată grec şi mamă româncă, a fost şi prietenul<br />

apropiat al lui Nikos Kazantzakis; cunoscut îndeosebi sub<br />

pseudonim, Panait Istrati (de la Istru-Dunăre). Opera acestuia a<br />

fost tradusă în mare parte şi în greceşte.<br />

Exodul grecilor spre România începe în perioada interbelică în<br />

ritmuri lente până în 1940 şi capătă forma fugii în 1947-1948,<br />

îndată ce s-a deschis portul Constanţa.<br />

La sfârşitul anului 1949 are loc o nouă „pătrundere” a grecilor în<br />

România. Concret, după încheierea războiului civil şi înfrângerea<br />

„Armatei Democratice”, o parte a acesteia – în jur de 15000 de<br />

bărbaţi şi femei – se refugiază şi rămân în România ca refugiaţi<br />

politici. Aici studiază, lucrează şi întemeiază familii, unii dintre<br />

ei prin căsătorii mixte între greci şi români. După instaurarea<br />

republicii în Grecia, în 1974, dar mai ales după 1981, cea mai<br />

mare parte a lor se repatriază.<br />

Circa 800 au optat să rămână în ţara de adopţie. Astăzi trăiesc în<br />

România, organizaţi în 22 de comunităţi, 5500 de „vechi greci”,<br />

reprezentati in Parlament de un deputat. Alţi 3000, deşi vorbesc<br />

greceşte şi-şi trag originea din conaţionalii ai lor din secolul<br />

XVIII, nu dispun de acte doveditoare. Limba greacă este întărită<br />

de Constituţia României ca limbă minoritară.<br />

Circa 6000 de greci s-au stabilit în România după schimbarea<br />

regimului în 1989 din raţiuni pr<strong>of</strong>esionale şi contribuie şi<br />

ei la dezvoltarea economică a ţării. În 2001 a fost creată la<br />

Universitatea din Bucureşti catedra de Filologie Greacă şi Studii<br />

Neoelene.<br />

Apele Dunării şi ale Mării Negre, valorile comune şi lunga istorie<br />

comună pe care o împărţim au unit şi au înfrăţit cele două<br />

popoare ale noastre şi vor continua să le unească.<br />

Dimitra Stasinopoulou<br />

Atena, Noiembrie 2005<br />

BIBLIOGRAFIE<br />

Marianna Koromila, Grecii de la Marea Neagră – Din Epoca Bronzului până la începuturile secolului<br />

20, Societatea Culturală „Panorama”, Atena 1991, ediţia a 2-a, 2002.<br />

Spyridon Fokas, Grecii în navigaţia fluvială a Dunării de Jos, Institutul de Studii Balcanice, Salonic<br />

1975.<br />

Theodoros Kolokotronis, Relatări despre cele întâmplate neamului elen, Prezentare, transcriere<br />

de Gheorghios Tertsetis, ediţia I-a, 1851.<br />

Mark Mazawer, Balcanii, Pataki, Atenα 2002.<br />

Vasilis Kardasis, Elenismul Pontului Euxin, Editura Milet, Atena 2004.<br />

G. P. Paraskevopoulos, Marea Grecie, Atena 1898, ediţia a 2-a, Editura Ekati, 1998.<br />

Comorile Muntelui Athos, Ministerul Culturii, Salonic 1997.<br />

Hr. Zafiris, Negustorul ambulant din Balcani, Exantas, Atena 1998.<br />

Dimitrios Lazoyorgos-Ellinikos, Angheliki Hatzimihali – Grecoaica luminătoare a Neamului,<br />

Primăria Atenei, Organizaţia Culturală, Atena, f.a.<br />

Dimitris Deliyannis, România. Elenism, Artă, Ortodoxie, Editura Adam, Aten, 1995.<br />

Eternal and Fascinating Romania, Groupe Saintonge Editions, Spania 1997.<br />

Majoritatea citatelor din istoricii români sunt luate din cartea lui Sp. Fokas, Grecii în navigaţia<br />

fluvială a Dunării de Jos.<br />

30 31


Η ΥΠΑΙΘΡΟΣ & ΟΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ ΤΗΣ<br />

ŢARA ŞI OAMENII EI


Γιορτή στο Μουσείο Σάτουλουι – Βουκουρέστι<br />

Γιορτή στο Μουσείο Σάτουλουι – Βουκουρέστι<br />

38 Zile de târg la Muzeul Satului – Bucureşti<br />

Zile de târg la Muzeul Satului – Bucureşti 39


Mαραμούρες<br />

Maramureş<br />

Mαραμούρες<br />

Maramureş


Mαραμούρες<br />

Maramureş


Mαραμούρες<br />

Maramureş


Mαραμούρες<br />

Maramureş<br />

Mαραμούρες<br />

Maramureş


49


Mαραμούρες<br />

Maramureş<br />

Mαραμούρες<br />

Maramureş


Mαραμούρες<br />

Mαραμούρες<br />

52 Maramureş<br />

Maramureş 53


Mαραμούρες<br />

Mαραμούρες<br />

Maramureş Maramureş 55


Mαραμούρες<br />

Maramureş


Τρανσυλβανία<br />

Transilvania<br />

Τρανσυλβανία<br />

Transilvania


Mαραμούρες<br />

Maramureş


Mαραμούρες<br />

Maramureş<br />

Mαραμούρες<br />

Maramureş


Mαραμούρες<br />

Maramureş


Mαραμούρες<br />

Mαραμούρες<br />

68 Maramureş<br />

Maramureş 69


Στα Βουνά του Φαγκαράς<br />

În Munţii Făgăraşului


Στα Βουνά του Φαγκαράς<br />

În Munţii Făgăraşului


Τρανσυλβανία<br />

Transilvania


Μουσείο Σάτουλουι – Βουκουρέστι<br />

Muzeul Satului – Bucureşti<br />

Μουσείο Σάτουλουι – Βουκουρέστι<br />

Muzeul Satului – Bucureşti


Τρανσυλβανία<br />

Τρανσυλβανία<br />

78 Transilvania<br />

Transilvania 79


Mαραμούρες<br />

Maramureş<br />

Mαραμούρες<br />

Maramureş


Mαραμούρες<br />

Maramureş<br />

Mαραμούρες<br />

Maramureş


Mαραμούρες<br />

Maramureş


Περιοχή Σιμπίου – Τρανσυλβανία<br />

Zona Sibiului – Transilvania


Mαραμούρες<br />

Maramureş


Μουσείο Σάτουλουι – Βουκουρέστι<br />

Muzeul Satului – Bucureşti


94<br />

Μολδαβία<br />

Moldova<br />

Μολδαβία<br />

Moldova


Mαραμούρες<br />

Maramureş


Μουσείο Σάτουλουι – Βουκουρέστι<br />

Muzeul Satului – Bucureşti


Στα Βουνά του Φαγκαράς<br />

Στα Βουνά του Φαγκαράς<br />

102 În Munţii Făgăraşului<br />

În Munţii Făgăraşului 103


Μουσείο Άστρα − Σιμπίου<br />

Μουσείο Σάτουλουι − Βουκουρέστι<br />

104 Muzeul Astra − Sibiu<br />

Muzeul Satului – Bucureşti 105


Μουσείο Σάτουλουι – Βουκουρέστι<br />

Muzeul Satului – Bucureşti 107


Μουσείο Σάτουλουι – Βουκουρέστι<br />

Μουσείο Σάτουλουι – Βουκουρέστι<br />

108 Muzeul Satului – Bucureşti<br />

Muzeul Satului – Bucureşti 109


Γιορτή στο Μουσείο Σάτουλουι – Βουκουρέστι<br />

Zile de târg la Muzeul Satului – Bucureşti 111


Μουσείο Άστρα – Σιμπίου<br />

Muzeul Astra – Sibiu 113


Μολδαβία<br />

Μολδαβία<br />

114 Moldova<br />

Moldova 115


Γιορτή Βόρεια στο Μολδαβία μουσείο Σάτουλουι, Βουκουρέστι<br />

Βόρεια Μολδαβία<br />

116 Zile Nord de Moldova târg la Muzeul Satului– Bucureşti<br />

Nord Moldova 117


118<br />

Μουσείο Σάτουλουι<br />

Βουκουρέστι<br />

Muzeul Satului<br />

Bucureşti


120 121


Mαραμούρες<br />

Mαραμούρες<br />

122 Maramureş<br />

Maramureş 123


126<br />

Στα Βουνά του Φαγκαράς<br />

În Munţii Făgăraşului


Χωριό Σάλιστε – Τρανσυλβανία<br />

Χωριό Σάλιστε – Τρανσυλβανία<br />

128 Săliştea Sibiului – Transilvania<br />

Săliştea Sibiului – Transilvania 129


Χωριό Σάλιστε – Τρανσυλβανία<br />

Χωριό Σάλιστε – Τρανσυλβανία<br />

130 Săliştea Sibiului – Transilvania<br />

Săliştea Sibiului – Transilvania 131


Χωριό Σάλιστε – Τρανσυλβανία<br />

Χωριό Σάλιστε – Τρανσυλβανία<br />

132 Săliştea Sibiului – Transilvania<br />

Săliştea Sibiului – Transilvania 133


Τρανσυλβανία<br />

Τρανσυλβανία<br />

134 Transilvania<br />

Transilvania 135


Στα Βουνά του Φαγκαράς<br />

Στα Βουνά του Φαγκαράς<br />

138 În Munţii Făgăraşului<br />

În Munţii Făgăraşului 139


Στα Βουνά του Φαγκαράς<br />

140 În Munţii Făgăraşului 141


Μουσείο Σάτουλουι – Βουκουρέστι<br />

Muzeul Satului – Bucureşti 143


150<br />

Γιορτή στο Μουσείο Σάτουλουι – Βουκουρέστι<br />

Zile de târg la Muzeul Satului – Bucureşti


152<br />

Γιορτή στο Μουσείο Σάτουλουι – Βουκουρέστι<br />

Zile de târg la Muzeul Satului – Bucureşti


154<br />

Μουσείο Σάτουλουι – Βουκουρέστι<br />

Muzeul Satului – Bucureşti


156 157


Μουσείο Σάτουλουι – Βουκουρέστι<br />

Muzeul Satului – Bucureşti 161


166<br />

Βόρεια Μολδαβία<br />

Nord Moldova


Μολδαβία<br />

Μολδαβία<br />

168 Moldova<br />

Moldova 169


170<br />

Μολδαβία<br />

Moldova


ΕΚΚΛΗΣΙΕΣ & ΜΟΝΑΣΤΗΡΙΑ<br />

BISERICI ŞI MĂNĂSTIRI


Ξύλινες Εκκλησίες<br />

Μαραμούρες<br />

178<br />

Mαραμούρες<br />

Maramureş<br />

Biserici din lemn<br />

Maramureş 179


Μοναστήρι Βορονέτς (1488) – Μολδαβία<br />

Μοναστήρι Βορονέτς (1488) – Μολδαβία<br />

180 Mănăstirea Voroneţ (1488) – Moldova<br />

Mănăstirea Voroneţ (1488) – Moldova<br />

181


Μοναστήρι Χουμόρ (1530) – Μολδαβία<br />

Μοναστήρι Χουμόρ (1530) – Μολδαβία<br />

182 Mănăstirea Humor (1530) – Moldova<br />

Mănăstirea Humor (1530) – Moldova<br />

183


Μοναστήρι Χουμόρ (1530) – Μολδαβία<br />

184 Mănăstirea Humor (1530) – Moldova<br />

185


186<br />

Μολδαβία<br />

Moldova


188<br />

Μοναστήρι Νεάμτς (1497) – Μολδαβία<br />

Μολδαβία<br />

Mănăstirea Neamţ (1497) – Moldova Moldova<br />

189


190<br />

Πασχαλινά έθιμα της Μπουκοβίνα<br />

Obiceiuri Pascale din Bucovina


Ξύλινες Εκκλησίες – Μαραμούρες<br />

Biserici din lemn – Maramureş 193


Ξύλινες Εκκλησίες – Μαραμούρες<br />

Biserici din lemn – Maramureş 195


Ξύλινες Εκκλησίες – Μαραμούρες<br />

Ξύλινες Εκκλησίες – Μαραμούρες<br />

196 Biserici din lemn – Maramureş<br />

Biserici din lemn – Maramureş 197


Εκκλησία του Mοϊσέι, Δεκαπενταύγουστος 2005 – Μαραμούρες<br />

198 Biserica Moisei, 15/8/2005 Sf. Maria Mare – Maramureş<br />

199


Νεκροταφείο Σαπίντσα (1935) – Μαραμούρες<br />

Νεκροταφείο Σαπίντσα (1935) – Μαραμούρες<br />

200 Cimitirul Săpânţa (1935) – Maramureş<br />

Cimitirul Săpânţa (1935) – Maramureş 201


Μοναστήρι Μπαρσάνα – Μαραμούρες<br />

Mănăstirea Bârsana – Maramureş 203


Μοναστήρι Κόζια (1387) – Μουντένια<br />

Μοναστήρι Κόζια (1387) – Μουντένια<br />

206 Mănăstirea Cozia (1387) – Muntenia<br />

Mănăstirea Cozia (1387) – Muntenia 207


Εκκλησία Αγίου Νικολάου (1392), πρώτο σχολείο ρουμάνικης γλώσσας – Μπρασόβ<br />

Εκκλησία Αγίου Νικολάου (1392), πρώτο σχολείο ρουμάνικης γλώσσας – Μπρασόβ<br />

208 Biserica Sf. Nicolae (1392), prima scoălă romănească – Braşov<br />

Biserica Sf. Nicolae (1392), prima scoălă romănească – Braşov 209


210<br />

Ελληνικό Νεκροταφείο στο Μπρασόβ (1778)<br />

Cimitirul grec din Braşov (1778)<br />

Ελληνικό Νεκροταφείο στο Μπρασόβ (1778)<br />

Cimitirul grec din Braşov (1778) 211


Εκκλησία Πρέζμερ<br />

(13ος αιώνας)<br />

Μπρασόβ<br />

Biserica Prejmer<br />

212<br />

Εκκλησία Πρέζμερ (13ος αιώνας) – Μπρασόβ<br />

Biserica Prejmer (13th cent) – Braşov<br />

(13th cent)<br />

Braşov 213


Τρανσυλβανία<br />

Τρανσυλβανία<br />

214 Transilvania<br />

Transilvania 215


Καθεδρικός Ναός Κλουζ-Ναπόκα (15ος αιώνας)<br />

Καθεδρικός Ναός Κλουζ-Ναπόκα (15ος αιώνας)<br />

216 Catedrala din Cluj-Napoca (15th cent)<br />

Catedrala din Cluj-Napoca (15th cent) 217


Σιμπίου – Τρανσυλβανία<br />

Σιμπίου – Τρανσυλβανία<br />

218 Sibiu – Transilvania<br />

Sibiu – Transilvania 219


Τιμοσοάρα – Μπανάτ<br />

Λουγκόζ – Μπανάτ<br />

222 Timişoara – Banat<br />

Lugoj – Banat 223


Τιργκόβιστε – Μουντένια<br />

Târgovişte – Muntenia


Τιργκόβιστε – Μουντένια<br />

Târgovişte – Muntenia<br />

227


Πατριαρχείο Ρουμανίας (1656) – Βουκουρέστι<br />

Πατριαρχείο Ρουμανίας (1656) – Βουκουρέστι<br />

228 Patriarhia Română (1656) – Bucureşti<br />

Patriarhia Română (1656) – Bucureşti 229


Εκκλησία Σταυροπόλεως (1724) – Bουκουρέστι<br />

Εκκλησία Σταυροπόλεως (1724) – Bουκουρέστι<br />

230 Biserica Stavropoleos (1724) – Bucureşti<br />

Biserica Stavropoleos (1724) – Bucureşti 231


Ρώσικη εκκλησία<br />

(1905) – Βουκουρέστι<br />

232<br />

Εκκλησία Αντίμ (1713) – Βουκουρέστι<br />

Biserica Antim (1713) – Bucureşti<br />

Biserica Rusa<br />

(1905) – Bucureşti 233


Μοναστήρι Τσερνίκα (Κοιμητήριο, 1608) – Βουκουρέστι<br />

234 Mănăstirea Cernica (Cimitirul, 1608) – Bucureşti<br />

235


236<br />

Μοναστήρι Καλνταρουσάνι (1638) – Μουντένια<br />

Mănăstirea Căldăruşani (1638) – Muntenia<br />

Μοναστήρι Σναγκόβ – Bουκουρέστι<br />

Mănăstirea Snagov – Bucureşti 237


238<br />

Μοναστήρι Κόζια (1387) – Μουντένια<br />

Mănăstirea Cozia (1387) – Muntenia


ΑΣΤΙΚΗ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ<br />

ARHITECTURA URBANĂ


242<br />

Τιμοσοάρα – Μπανάτ<br />

Timişoara – Banat


244<br />

Τιμοσοάρα – Μπανάτ<br />

Timişoara – Banat


Τιμοσοάρα – Μπανάτ<br />

246 Timişoara – Banat 247


Τιμοσοάρα – Μπανάτ<br />

248 Timişoara – Banat 249


Σιμπίου – Τρανσυλβανία<br />

250 Sibiu – Transilvania 251


Τούργκου Μούρες – Τρανσυλβανία<br />

Καθεδρικός Oρθόδοξος Ναός Τούργκου Μούρες<br />

252 Târgu Mureş – Transilvania<br />

Catedrala Ortodoxă din Târgu Mureş 253


Μπουζέου – Μουντένια<br />

Buzău – Muntenia 255


Σιγκισοάρα<br />

Τρανσυλβανία<br />

Sighişoara<br />

Transilvania<br />

256 257<br />

Σιγκισοάρα<br />

Τρανσυλβανία<br />

Sighişoara<br />

Transilvania


Σιγκισοάρα – Τρανσυλβανία<br />

Sighişoara – Transilvania 259


Σιγκισοάρα – Τρανσυλβανία<br />

Σιγκισοάρα – Τρανσυλβανία<br />

260 Sighişoara – Transilvania<br />

Sighişoara – Transilvania 261


Τρανσυλβανία<br />

Τρανσυλβανία<br />

262 Transilvania<br />

Transilvania 263


Λουγκόζ – Μπανάτ<br />

Λουγκόζ – Μπανάτ<br />

266 Lugoj – Banat<br />

Lugoj – Banat 267


Κάστρο Πέλες (1875), Σινάια – Μουντένια<br />

Castelul Peleş (1875), Sinaia – Muntenia 269


Κάστρο Πέλες (1875), Σινάια – Μουντένια<br />

270 Castelul Peleş (1875), Sinaia – Muntenia 271


Πλατεία Δημαρχείου (14ος αιώνας) – Μπρασόβ<br />

Πλατεία Δημαρχείου (14ος αιώνας) – Μπρασόβ<br />

272 Casa Sfatului (14th cent) – Braşov<br />

Casa Sfatului (14th cent) – Braşov 273


Παρέλαση στο Μπρασόβ<br />

Παρέλαση στο Μπρασόβ<br />

274 Junii Braşovului<br />

Junii Braşovului 275


Παρέλαση στο Μπρασόβ<br />

Παρέλαση στο Μπρασόβ<br />

276 Junii Braşovului<br />

Junii Braşovului 277


Κλουζ-Ναπόκα – Τρανσυλβανία<br />

Κλουζ-Ναπόκα – Τρανσυλβανία<br />

278 Cluj-Napoca – Transilvania<br />

Cluj-Napoca – Transilvania 279


Ιάσιο – Μολδαβία<br />

Ιάσιο – Μολδαβία<br />

280 Iaşi – Moldova<br />

Iaşi – Moldova 281


Πιτέστι – Μουντένια<br />

Βραΐλα – Μουντένια<br />

282 Piteşti – Muntenia<br />

Brăila – Muntenia 283


Κάστρο Μπραν (13ος αιώνας) – Τρανσυλβανία<br />

Μπρασόβ<br />

Κάστρο Μπραν (13ος αιώνας) – Τρανσυλβανία<br />

284 Castelul Bran (13th cent) – Transilvania<br />

Braşov<br />

Castelul Bran (13th cent) – Transilvania 285


ΒΟΥΚΟΥΡΕΣΤΙ<br />

BUCUREŞTI<br />

286<br />

Αψίδα του<br />

Θριάμβου (1935)<br />

Arcul de<br />

Triumf (1935)


Παλάτι Καντακουζηνού / Μουσείο Γ. Ενέσκου (1898)<br />

288 Palatul Cantacuzino / Muzeul George Enescu (1898)<br />

289


292<br />

Σπίτι του Λαού (1980)<br />

Casa Poporului (1980) 293


Μουσείο Τσαράνουλουι Ρομάν<br />

Μουσείο Τσαράνουλουι Ρομάν<br />

294 Muzeul Ţăranului Român<br />

Muzeul Ţăranului Român 295


Ήρωας πολέμου και ειρήνης<br />

Erou în razboi şi pace 299


300 301


304


306


Πάρκο Κισελέφ<br />

Πάρκο Κισελέφ<br />

308 Parcul Kiseleff<br />

Parcul Kiseleff 309


Πάρκο Κισελέφ<br />

Πάρκο Κισελέφ<br />

310 Parcul Kiseleff<br />

Parcul Kiseleff 311


312<br />

Ατενέουμ Ρομάν (1886) / Αtheneul Roman (1886)<br />

Ελληνική Εκκλησία / Biserica Greacă 313


314 315


Έπαυλη Mίνοβιτς<br />

Μουσείο Τσαράνουλουι Ρομάν<br />

316 Vila Minovici<br />

Muzeul Ţăranului Român 317


318 319


Λίμνη Χερεστράου<br />

Πάρκο Κάρολ<br />

320 Lacul Herăstrău<br />

Parcul Carol 321


Ομάδα Γυμναστικής Ντιναμό – Βουκουρέστι<br />

Ομάδα Γυμναστικής Ντιναμό – Βουκουρέστι<br />

322 Echipa de gimnastică a Clubului Dinamo – Bucureşti<br />

Echipa de gimnastică a Clubului Dinamo – Bucureşti 323


Στοά Βικτώρια<br />

Στοά Βικτώρια<br />

326 Pasajul Victoria<br />

Pasajul Victoria 327


330 331


Παλάτι Κ. Μπρινκοβεάνου (1688), Μογκοσόια – Βουκουρέστι<br />

Παλάτι Κ. Μπρινκοβεάνου (1688), Μογκοσόια – Βουκουρέστι<br />

332 Palatul C. Brancoveanu (1688), Mogoşoaia – Bucureşti<br />

Palatul C. Brancoveanu (1688), Mogoşoaia – Bucureşti 333


Παλάτι Κ. Μπρινκοβεάνου (1688), Μογκοσόια – Βουκουρέστι<br />

Μογκοσόια – Βουκουρέστι<br />

334 Palatul C. Brancoveanu (1688), Mogoşoaia – Bucureşti<br />

Mogoşoaia – Bucureşti 335


ΤΟ ΔΕΛΤΑ ΤΟΥ ΔΟΥΝΑΒΗ<br />

DELTA DUNĂRII


341


346


349


351


356 357


360 361


368 369


371


375


379


ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΕΣ<br />

Για τον άνδρα μου που σε στιγμές άγχους, αγωνίας και κούρασης στάθηκε δίπλα μου, το απλό ευχαριστώ<br />

είναι λίγο. Αυτό το βιβλίο τού «ανήκει», όσο «ανήκει» και σε μένα.<br />

MULŢUMIRI<br />

Pentru soţul meu, care în clipe de nelinişti, de frământare şi oboseală, mi-a fost alături un simplu<br />

mulţumesc ar fi prea puţin. Cartea îi „aparţine” în aceeaşi măsură în care îmi „aparţine” şi mie.<br />

Αισθάνομαι βαθιά ευγνωμοσύνη για τους πολλούς φίλους που με βοήθησαν στην προσπάθεια αυτή.<br />

Ιδιαίτερα θέλω να ευχαριστήσω τον Τάκη και τη Σοφία Καλογεροπούλου, που από την αρχή και μέχρι<br />

το τέλος βοήθησαν στη δημιουργία του. Τον Caius Traian Dragomir, πρέσβη της Ρουμανίας στην Ελλάδα<br />

μέχρι και τον Ιούνιο του 2005, που με ενθάρρυνε και προέτρεψε στη δημιουργία του. Τον Ioan και<br />

τη Monica Prejmereanu, όπως και τον Mircea και την Tatiana Parvulescu, που με τόση αγάπη και περηφάνια<br />

μού έδειξαν την πατρίδα τους. Τον Φώτη Κουβέλη, την Irina Tapalaga, τη Φανή Κωσταντίνου, τη<br />

Χριστίνα Σαμαρά, τη Μαριέττα Πεπελάση, τον Βασίλη Κονίδη, τον Νίκο Ακτίδη, τον Μάκη Κατοχιανό,<br />

τον Δημήτρη Καρπαθάκη, τον Θανάση Φράγκο, τη Luminţa Tănase, για την ανεκτίμητη βοήθεια που ο<br />

καθένας με τον δικό του τρόπο προσέφερε. Τη Φοίβη Σκοτίδα για το ταλέντο της και την υπομονή της,<br />

τις ατελείωτες ώρες που περάσαμε μαζί φτιάχνοντας αυτό το βιβλίο. Την Αντιγόνη Φωκά, σύζυγο του<br />

Σπυρίδωνα Φωκά, συγγραφέα του τόσο πολύτιμου βιβλίου Οι Έλληνες εις την Ποταμοπλοΐαν του Κάτω<br />

Δουνάβεως, που με τόση αγάπη μου χάρισε το πρώτο του αντίτυπο, και που τόσο αυτή όσο και ο αείμνηστος<br />

σύζυγός της, μέχρι τα βαθιά γεράματά τους, δεν ξέχασαν ποτέ τη Βραΐλα, όπου γεννήθηκαν.<br />

Ένα ιδιαίτερο ευχαριστώ στον Μιχάλη και τη Φανή Τουμπή για τη συμπαράσταση, την κατανόηση<br />

και τις πολύτιμες συμβουλές τους. Ο ενθουσιασμός, η γνώση και η καθοδήγησή τους έκαναν πραγματικότητα<br />

αυτό το βιβλίο. Τέλος, όλους τους ανθρώπους που πρόθυμα δέχτηκαν να τους φωτογραφίσω.<br />

Nutresc o pr<strong>of</strong>undă recunoştinţă pentru numeroşii prieteni care m-au ajutat în strădania mea. Aş vrea<br />

să mulţumesc în mod deosebit lui Takis şi S<strong>of</strong>iei Kalogheropoulou, care m-au ajutat de la început până<br />

la sfârşit la materializarea ei. Lui Caius Traian Dragomir, ambasadorul României în Grecia până în iunie<br />

2005, care m-a încurajat şi m-a îndemnat la finalizarea ei. Ioan şi Monicăi Prejmereanu, ca şi lui Mircea<br />

şi Tatianei Pârvulescu, care cu atâta dragoste şi mândrie mi-au arătat ţara lor. Lui Fotis Kouvelis, Irinei<br />

Talpalagă, Mariettei Pepelasi, Christinei Samara, lui Dimitris Karpathakis, lui Vasilis Konidis, lui Nikos<br />

Aktidis, lui Makis Katohianos, lui Thanassis Fragos, Luminţei Tănase pentru ajutorul substanţial pe care<br />

mi l-au <strong>of</strong>erit ficare in modul lui. Lui Foivi Skotida, pentru talentul şi răbdarea ei, pentru nesfârşitele<br />

ore petrecute împreună la realizarea cărţii. Antigonei Foka, soţia lui Spyridon Fokas, scriitorul atât de<br />

preţioasei lucrări Grecii în navigaţia fluvială a Dunării de Jos, care cu atâta dragoste mi-a dăruit primul<br />

exemplar, şi care atât ea cât şi neuitatul ei soţ nu vor uita niciodată Brăila unde s-au născut.<br />

Mulţumesc în mod deosebit lui Mihalis şi Faniei Toubi pentru sprijinul, înţelegerea şi sfaturile lor<br />

preţioase. Entuziasmul, cunoştinţele şi îndrumarea lor au făcut ca această carte să devină realitate.<br />

În sfârşit, aş vrea să mulţumesc oamenilor care au acceptat să-i fotografiez.


ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΗΣ<br />

ΔΗΜΗΤΡΑΣ ΣΤΑΣΙΝΟΠΟΥΛΟΥ<br />

CARTEA<br />

DIMITREI STASINOPOULOU<br />

Η ΡΟΥΜΑΝΙΑ ΤΗΣ ΚΑΡΔΙΑΣ ΜΟΥ<br />

ROMÂNIA INIMII MELE<br />

ΤΥΠΩΘΗΚΕ ΣΕ 4000 ΑΝΤΙΤΥΠΑ,<br />

ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΚΔΟΤΙΚΟ ΟΙΚΟ ΜΙΧΑΛΗΣ ΤΟΥΜΠΗΣ Α.Ε.<br />

ΣΕ ΧΑΡΤΙ MEGA ZANDERS VELVET 170 GR.<br />

ΤΟ ΝΟΕΜΒΡΙΟ ΤΟΥ 2005<br />

S-A TIPĂRIT ÎN 4000 DE EXEMPLARE<br />

LA EDITURA MIHALIS TOUBIS A.E.<br />

PE HÂRTIE MEGA ZANDERS VELVET 170 GRAME<br />

ÎN NOIEMBRIE 2005

Hooray! Your file is uploaded and ready to be published.

Saved successfully!

Ooh no, something went wrong!